Μετάβαση στο περιεχόμενο

Σελίδα:Γεωργίου X. Ζαλοκώστα Τα άπαντα.djvu/293

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
Η ΧΑΡΟΚΑΜΜΕΝΗ.
Ἦτον ὄνειρος!

ΩΣΑΝ ὄνειρο βλέπω στὸ νοῦ μου
Ταὶς ἀχτίδαις τῆς πρώτης χαρᾶς σου,
Ὅταν εἶχες στὴ δόλια ἀγκαλιά σου
Τὴν ἀφράτη μορφὴ τοῦ παιδιοῦ μου.

Ἄχ! ὁπόταν γελοῦσε μὲ χάρι,
Λησμονοῦσες τὸ πρῶτο κακό μας,
Τὰ μαρτύρια ποῦ ἀφῆκε στοὺς δυό μας
Τὸ διπλὸ τῶν ἀγγἐλων ζευγάρι.

Τὸ ποτῆρι τῆς μοίρας γιομάτο
Δοκιμάσαμε κ’ εἴπαμε «φθάνει»·
Φοβερὴ τῶν ἐλπίδων μας πλάνη!
Ἦτον καὶ ἄλλο φαρμάκι στὸν πάτο.

Συμφορᾶς εἶχε σπόρο ῥιμμένο
Ἕνα χέρι κρυφὸ στὴ χαρά μας,
Τὸ ἀγγελοῦδι ἐμαράθη μπροσθά μας
Μιᾶς στιγμῆς λουλουδάκι ἀνθισμένο.

Δυστυχῆ! μὴ τὰ στήθηα σου δέρνῃς,
Σβύσ’ τὴν φλόγα τῆς λύπης τῆς τόσης!
Καὶ ἂν τὴν μαύρη καρδιὰ ξεῤῥιζώσῃς,
Ἀποκεῖ ποῦ εἶναι αὐτὸ, δὲν τὸ φέρνεις.