Σελίδα:Βίοι Πελοποννησίων ανδρών.djvu/47

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
45

Τρίκορφα, καὶ ἔμεινε καθ᾿ ὅλον τὸν χρόνον τῆς πολιορκίας. Αὐτὸς καὶ ὁ ἀδελφός του καί τινες ἄλλοι ἀπέδειξαν πολὺν ζῆλον καὶ προθυμίαν εἰς τὸν πόλεμον. Ἦτον ἐπιτήδειος εἰς τοὺς ἀκροβολισμοὺς, καὶ δὲν παρήρχετο ἡμέρα νὰ μὴν ζυγώσῃ εἰς τὸ φρούριον διὰ νὰ ἐρεθίζῃ τοὺς Τούρκους καὶ νὰ γίνεται πόλεμος. Ἡ παληκαριά του ἦτον ἀμίμητος. Ἐχρησίμευεν ὡς διδάσκαλος εἰς τοὺς ἄλλους Ἕλληνας διὰ τὴν πρὸς τὰς μάχας παρακίνησίν του. Κατὰ τὴν 12 Ἰουνίου, ὅτε ἔλιπον οἱ ἀρχηγοὶ καὶ οἱ ἄλλοι καπεταναῖοι πρὸς ὑποδοχὴν τοῦ Δημητρίου Ὑψηλάντου, οἱ Τοῦρκοι ἐννόησαν τοῦτο, καὶ ἐνόμισαν ὅτι ὁ καιρὸς ἦτο κατάλληλος νὰ ἐξέλθουν τῆς πόλεως καὶ νὰ πάρουν τῇς πλάταις τῶν Ἑλλήνων κατὰ τὸν Μικρὸν Μύτικα τοῦ χωρίου Μαρκοβουνιοῦ. Εἰς τὸν γενόμενον τοῦτον πόλεμον ὁ Μουρλογεώργης ἔκαμεν ἀνδραγάθημα γενναιότατον, τὸ ὁποῖον δὲν δύναταί τις νὰ τὸ περιγράψῃ. Περιεκυκλώθη ἀπὸ Τούρκους ἱππεῖς, ἀλλὰ δὲν ἄδειαζε τὸ τουφέκι του, καὶ μόλον ὅτι ἀδιακόπως ἐπροσποιεῖτο, ὅτι θὰ τουφεκίσῃ, ὅμως δὲν τὸ ἔπραττε, καὶ τοιουτοτρόπως ἐσταμάτα τοὺς Τούρκους. Ἔπειτα ἕνας Τοῦρκος τὸν ἐπρόφθασε καὶ ἔσυρε τὸ σπαθί του νὰ τοῦ κόψῃ τὸ κεφάλι, ἀλλὰ τότε ἀμέσως ὁ γενναῖος Μουρλογεώργης ἥρπασε τὸν χαλινὸν τοῦ ἵππου, καὶ ἰδίως ἐκεῖνο τὸ μέρος αὐτοῦ τὸ λεγόμενον Τουρκιστὶ μπιλιάνι καὶ ἐχώθη ἀπὸ κάτω εἰς τὴν κοιλίαν τοῦ ἵππου, καὶ ἐκράτησεν αὐτὸν εἰς τὸν τόπον. Ὁ Τοῦρκος τὸν ἐπιστόλισε καὶ τὸν ἐλάβωσεν ἐλαφρὰ καὶ κατεβατὰ εἰς τὰ ψαχνὰ, καὶ μὲ τὴν ἄλλην πιστόλαν του πάλιν ἔπραξε τὸ ἴδιον,