ὁ Κολοκοτρώνης ἔστειλε τὴν νύκτα μετὰ πολλῶν ἄλλων εἰς τοὺς κλεισμένους ἀπὸ τοὺς Τούρκους Ἕλληνας ἐντὸς τοῦ χωρίου, καὶ ἔδωκεν εἰς αὐτοὺς τρόφιμα καὶ πολεμοφόδια. Πάντοτε παρηκολούθει τὸν Κολοκοτρώνην, ἀλλὰ καὶ τὸν Γενναῖον, εὑρισκόμενος εἰς ὅλους τοὺς κινδύνους.
Οὗτοι κατήγοντο ἀπὸ τὸ χωρίον Τσιπιανὰ, καὶ κατ’ ἀρχὰς παρεκίνουν τοὺς χωριανούς των νὰ ἐπαναστατήσουν, καὶ πολὺ ἐκοπίασαν νὰ τοὺς πείσουν νὰ διακόψουν τὰς μετὰ τῶν Τούρκων σχέσεις των καὶ ἰδίως μὲ τὸν ἀγᾶν των Σεχνετσίπην. Μετὰ δὲ ταῦτα ὑπηρέτησαν τὸν ἀγῶνα μέχρι τῆς ἐντελοῦς τοῦ Ἔθνους ἀποκαταστάσεως.
Ἦτον μέλος τῆς ἀνωτέρω οἰκογενείας τῶν Ρεβελιωτῶν καὶ καπετάνιος τοῦ αὐτοῦ χωρίου Τσιπιανά. Ὑπηρέτησε δὲ στρατιωτικῶς κατὰ τὴν πολιορκίαν τῆς Τριπολιτσᾶς, καὶ μάλιστα εἰς τὴν μάχην τῆς Γράνας καὶ Καπνίστρας ὅπου ἐκινδύνευσεν ἐντὸς τῆς σπηλιᾶς μετὰ τοῦ Δαγρὲ καὶ τῶν λοιπῶν συντρόφων του. Παρευρέθη δὲ μαχόμενος καὶ εἰς ἄλλας πολιορκίας καὶ ἰδίως κατὰ τοῦ Δράμαλη μέχρι τῆς καταστροφῆς του.