Πρόποσις

Από Βικιθήκη
Πρόποσις
Συγγραφέας:
Περιοδικό Νέα Ζωή, τεύχος 37, Οκτώβριος 1907, σελ. 641-642


ΠΡΟΠΟΣIΣ

Ἄνθρωπε, ποῦ λυπᾶσαι
Κι’ ἀκοῦς μέσα στὰ στήθη σου
Μεγάλη συφορὰ,
Γιατὶ δὲν τὸ θυμᾶσαι
Πῶς λίγο κρασὶ πίνοντας
Παύουνε τὰ δεινά;

Στῆς κόρης τὴν ἀγκάλη
Γεμάτοι πόθο ἂς τρέχουμε
Δίχως μιὰ σκέψι ἁγνή.
Τὸ στῆθός της ἂς πάλλῃ
Κ’ ἐμεῖς γυρμένοι ἂς στέκουμε
Μὲ τὴν καρδιὰ νεκρή.

Ἀδέλφια, ἀναισθησία
Γιατὶ τώρα νὰ φθείρουμε
Τὴ δύστυχη ζωή;
Ἐκειὸς ἔχει εὐφυΐα
Ποῦ ἀδιάκοπα στὰ βάσανα
Τοῦ κόσμου ἀδιαφορεῖ.

Τί θέλει αὐτὴ ἡ καρδία!
Τί νἆνε αὐτὰ τὰ ὀνόματα
Πατρίδα κι’ ἀρετή!
Τί τρομερὴ βλακία,
Τί στοχασμοὺς παράλογους
Εἶχαν οἱ παλαιοί!

Γεμῖστε τὸ ποτῆρι
Νὰ κάμουμε μιὰ πρόποσι
Εἰς τὴν ἀναισθησιὰ
Ποῦ, τὴν καρδιὰ δὲ φθείρει
Καὶ σύντροφο ἔχει ἀχώριστο
Τὴν ποθητὴ χαρά.

Γιατὶ νὰ λυπηθοῦμε
Ἂν κεῖνο πὠνομάζουμε
Πατέρα μὲ ντροπὴ
Στοὺς δρόμους τὸν ἰδοῦμε
Κουρξλιασμένο, ὁλόγυρτο
Βοήθεια νὰ ζητῇ;

Γιατὶ νὰ μᾶς δακρύσῃ
Τὸ βλέμμα τὸ περήφανο
Ἐκείνη τὴ στιγμή;
Κι’ ἂν τύχῃ καὶ μιλήσῃ
Καὶ λάβῃ τὴν αὐθάδεια
Μιὰ λέξι νὰ μᾶς πῇ;

Τὴ μάνα μας ἂν δοῦμε
Χλωμὴ χλωμὴ κι’ ὁλότρεμη
Βοήθεια νὰ ζητῇ...
Γεμίσετε νὰ πιοῦμε...
Γελᾶστε πῶς ἐδάκρυσα
Ἀφ’ τὸ πολὺ κρασί...

Ἂς τρέξουμε σιμά του
Νὰ σφίξουμε στὰ δάχτυλα
Τὰ κάτασπρα μαλλιά,
Τα χέρια τα δικά του
Πόσες φορὲς τὴ ράχη μας
Μᾶς χτύπησαν σκληρά!

Γεμῖστε τὸ ποτῆρι
Νὰ κάμουμε μιὰ πρόποσι
Εἰς τὴν ἀναισθησιὰ
[.......κ]αρδιά [...φθ]είρει
[...]τροφο ἔχει ἀ[......]στο
[....]θητὴ χαρὰ,

Κ’ ἐλᾶτε ἐδώ σιμὰ μου
Νὰ σᾶς φιλήσω ὁλόχαρος
Τὸ μέτωπο γλυκά.
Ὢ εὖγέ σας παιδιά μου
Εὖγε ποῦ συμφωνήσατε
Μ’ ἐμένα μιὰ φορά!

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΑΡΤΖΩΚΗΣ