Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πολιτικόν Σύνταγμα

Από Βικιθήκη

Και τρίτον ήδη το ελληνικόν έθνος, εις Eθνικήν Συνέλευσιν συναγμένον, κηρύττει δια των νομίμων πληρεξουσίων του ενώπιον Θεού και ανθρώπων την πολιτικήν αυτού ύπαρξιν και ανεξαρτησίαν και συσταίνει τας εξής θεμελιώδεις αρχάς του Πολιτεύματός του:


Κ Ε ΦΑ Λ Α Ι Ο Ν Α ’

 Περί θρησκείας


1. Καθείς εις την Ελλάδα επαγγέλλεται την θρησκείαν του ελευθέρως και δια την λατρείαν αυτής έχει ίσην υπεράσπισιν η δε της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Χριστού, είναι θρησκεία της επικρατείας.


Κ Ε ΦΑ Λ Α Ι Ο Ν Β ’

Περί της ελληνικής επικρατείας

2. Η ελληνική επικράτεια είναι μία και αδιαίρετος

3. Σύγκειται από επαρχίας.

4. Επαρχίαι της Ελλάδος είναι όσαι έλαβον και θα λάβωσι τα όπλα κατά της οθωμανικής δυναστείας.


Κ Ε ΦΑ Λ Α Ι Ο Ν Γ ’

Δημόσιον δίκαιον των Ελλήνων


5. Η κυριαρχία ενυπάρχει εις το έθνος· πάσα εξουσία πηγάζει εξ αυτού και υπάρχει υπέρ αυτού.

6. ‘Έλληνες είναι:

α’. Όσοι αυτόχθονες της ελληνικής επικρατείας πιστεύουσιν εις Χριστόν. β’. Όσοι από τους υπό τον οθωμανικόν ζυγόν, πιστεύοντες εις Χριστόν, ήλθαν και θα έλθωσιν εις την ελληνικήν επικράτειαν, δια να συναγωνισθώσιν ή να κατοικήσωσιν εις αυτήν· γ’. Όσοι εις ξένας επικρατείας είναι γεννημένοι από πατέρα “Έλληνα· δ’. Όσοι αυτόχθονες και μη, και οι τούτων απόγονοι, πολιτογραφηθέντες εις ξένας επικρατείας προτης δημοσιεύσεως του παρόντος Συντάγματος, έλθωσιν εις την ελληνικήν επικράτειαν και ορκισθώσι τον ελληνικόν όρκον ε’. Όσοι ξένοι έλθωσι και πολιτογραφηθώσιν.

7. Όλοι οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον των νόμων.

8. Όλοι οι Έλληνες είναι δεκτοί, έκαστος κατά το μέτρον της προσωπικής του αξίας, εις όλα τα δημόσια επαγγέλματα, πολιτικά και στρατιωτικά.

Το δικαίωμα της αντιπροσωπείας και πληρεξουσιότητας θα κανονισθή εις τον περί εκλογής νόμον, ο οποίος θα επιδιορθωθή και δημοσιευθή από την Βουλήν.

9. Όσοι ξένοι έλθωσι να κατοικήσωσιν ή να παροικήσωσιν εις την ελληνικήν επικράτειαν, είναι ίσοι ενώπιον των πολιτικών νομών.

10. Αι εισπράξεις διανέμονται εις όλους τους κατοίκους της επικρατείας δικαίως και αναλόγως της περιουσίας εκάστου· καμία δε είσπραξις δεν γίνεται, χωρίς προεκδομένον νόμον και κανείς νόμος περί εισπράξεως δεν εκδίδεται, ειμή δι’ εν και μόνον έτος.

11. Ο νόμος ασφαλίζει την προσωπικήν εκάστου ελευθερίαν, κανείς δεν ημπορεί να εναχθή ή φυλακωθή, ειμή κατά τους νομικούς τύπους.

12. Η ζωή, η τιμή και τα κτήματα εκάστου, εντός της επικρατείας ευρισκομένου, είναι υπό την προστασίαν των νόμων.

13. Καμία διαταγή περί εξετάσεως και συλλήψεως οποιωνδήποτε προσώπων και πραγμάτων δεν ημπορεί να εκδοθή, χωρίς να στηρίζεται εις ικανά δείγματα και να περιγράφη τον τόπον της εξετάσεως και τα πρόσωπα και πράγματα, τα οποία πρέπει να συλληφθώσιν.

14. Εις όλας τας εγκληματικάς διαδικασίας έκαστος έχει το δικαίωμα να ζητή την αιτίαν και φύσιν της εις αυτόν προσαφθείσης κατηγορίας, να αντεξετάζεται προς τους κατηγόρους και τους μάρτυρας, να παρουσιάζη μαρτυρίας υπέρ εαυτού, να λαμβάνη εις βοήθειάν του συμβούλους και να ζητεί ταχείαν απόφασιν από το δικαστήριον.

15. Έκαστος, προ της καταδίκης του, δεν λογίζεται ένοχος.

16. Κανείς δεν κρίνεται δις δι’ εν και το αυτό αμάρτημα και δεν καταδικάζεται, ουδέ προσωρινώς στερείται τα κτήματά του, χωρίς προηγουμένην διαδικασίαν. Πάσα δε υπόθεσις, άπαξ οριστικώς δικασθείσα, δεν αναθεωρείται.

17. Η Κυβέρνησις ημπορεί ν’ απαίτηση την θυσίαν των κτημάτων τινός δια δημόσιον όφελος, αποχρώντως αποδεδειγμένον, αλλά δια προηγουμένης αποζημιώσεως.

18. Aι βάσανοι και αι δημεύσεις απαγορεύονται.

19. Ο νόμος δεν ημπορεί να έχει οπισθενεργόν δύναμιν.

20. Οι Έλληνες έχουσι το δικαίωμα να συσταίνωσι καταστήματα παντός είδους: παιδείας, φιλανθρωπίας, βιομηχανίας και τεχνών, και να εκλέγωσι διδασκάλους δια την εκπαίδευσίν των.

21. Εις την ελληνικήν επικράτειαν ούτε πωλείται, ούτε αγοράζεται άνθρωπος· αργυρώνητος δε ή δούλος παντός γένους και πάσης θρησκείας, καθώς πατήση το ελληνικόν έδαφος, είναι ελεύθερος και από τον δεσπότην αυτού ακαταζήτητος.

22. Κανείς δεν δύναται ν’ αποφύγη το ανήκον δικαστήριον, ουδέ να εμποδισθή από το να καταφύγη εις αυτό.

23. Κανείς δεν δύναται να μείνη εις φυλακήν πλέον των είκοσι τεσσάρων ωρών, χωρίς να πληροφορηθή επισήμως τας αιτίας της φυλακώσεώς του, και πλειότερον των τριών ήμερων, χωρίς ν’ αρχίση ή εξέτασις.

24. Ο κλήρος, κατά τους κανόνας της αγίας και ιεράς ημών Εκκλησίας, δεν εμπεριπλέκεται εις κανέν δημόσιον υπούργημα· μόνοι δε οι πρεσβύτεροι έχουσι το δικαίωμα του εκλογέως.

25. Καθείς δύναται ν’ αναφέρεται προς την Βουλήν εγγράφως, προβάλλων την γνώμην του περί παντός δημοσίου πράγματος.

26. Οι Έλληνες έχουσι το δικαίωμα, χωρίς προεξέτασιν, να γράφωσι και να δημοσιεύωσιν ελευθέρως δια του τύπου ή αλλέως τους στοχασμούς και τας γνώμας των, φυλάττοντες τους ακολούθους όρους:

α’. Να μην αντιβαίνωσιν εις τας αρχάς της χριστιανικής θρησκείας· β’. Να μην αντιβαίνωσιν εις την σεμνότητα· γ’. Ν’ αποφεύγωσι πάσαν προσωπικήν ύβριν και συκοφαντίαν.

27. Κανένας τίτλος ευγενείας δεν δίδεται από την Ελληνικήν Πολιτείαν και κανείς Έλλην εις αυτήν δεν ημπορεί, χωρίς την συγκατάθεσιν του Κυβερνήτου, να λάβη υπούργημα, δώρον, αμοιβήν, αξίωμα ή τίτλον παντός είδους από κανένα μονάρχην, ηγεμόνα ή από εξωτερικήν επικράτειαν.

28. Τα επίθετα εκλαμπρότατος, εξοχώτατος κ.τλ. δεν δίδονται εις κανένα Έλληνα εντός της επικρατείας. Εις μόνον τον Κυβερνήτην δίδεται το επίθετον Εξοχώτατος· αλλά και τούτο συμπαύει με το αξίωμά του. 29. Κανείς αυτόχθων ή πολιτογραφημένος Έλλην, κατοικών εις την ελληνικήν επικράτειαν και απολαμβάνων τα δικαιώματα του πολίτου, δεν δύναται να καταφύγη εις προστασίαν ξένης Δυνάμεως· αλλέως, παύει να είναι πολίτης Έλλην.


Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο Ν Δ ’

Περί πολιτογραφήσεως

30. Η Κυβέρνησις πολιτογραφεί τους ξένους, όσοι από τοπικήν αρχήν της ελληνικής επικρατείας φέρωσιν αποδείξεις αποχρώσας:

α’. Ότι διέτριψαν εντός της επικρατείας τρία ολόκληρα έτη· β’. Ότι εις το διάστημα τούτο δεν υπέπεσαν εις εγκληματικήν καταδίκην· γ’. Ότι απέκτησαν εις την επικράτειαν ακίνητα κτήματα, τ’ όλιγώτερον εκατόν ταλλήρων.


31. Τα μεγάλα ανδραγαθήματα και αι αποδεδειγμέναι σημαντικοί εκδουλεύσεις εις τας χρείας της πατρίδος είναι καθ’ εαυτά ικανά δικαιώματα εις πολιτογράφησιν.

32. Η Κυβέρνησις έχει το δικαίωμα να πολιτογραφή και εκείνους τους ξένους, όσοι συστήσωσιν εις την Ελλάδα σημαντικά καταστήματα, συντείνοντα εις την πρόοδον των τεχνών, του εμπορίου, των επιστημών και της βιομηχανίας. Ημπορεί δε να συντέμη τον εις πολιτογράφησιν απαιτούμενον καιρόν, όχι όμως να τον καταντά ολιγώτερον ενός έτους.

33. Όστις ξένος υπηρέτησεν ή υπηρετήση πολεμικώς δύο έτη την Ελλάδα, έχων τας αναγκαίας της υπηρεσίας του αποδείξεις, είναι δι’ αυτό τούτο πολίτης ‘Έλλην.

34. Ο πολιτογραφημένος απολαμβάνει αμέσως όλα τα δικαιώματα του πολίτου. Το δικαίωμα της πληρεξουσιότητας και αντιπροσωπείας θα κανονισθή εις τον περί εκλογής νόμον.

35. Ο πολιτογραφούμενος ορκίζεται τον ελληνικόν όρκον.


Κ Ε ΦΑ Λ Α Ι Ο Ν Ε ’

Περί συντάξεως της Ελληνικής Πολιτείας


36. Η κυριαρχία του έθνους διαιρείται εις τρείς εξουσίας: νομοθετικήν, νομοτελεστικήν και δικαστικήν.

37. Η νομοθετική κατασκευάζει τους νόμους.

38. Η νομοτελεστική επικυρώνει αυτούς, κατά το 73 άρθρον, και τους εκτελεί.

39. Η δικαστική τους προσαρμόζει.

40. Η νομοθετική εξουσία ανήκει ιδιαιτέρως εις το σώμα των αντιπροσώπων του λαού, το οποίον ονομάζεται Βουλή.

41. Η νομοτελεστική ανήκει εις έναν μόνον, ονομαζόμενον Κυβερνήτην, έχοντα διαφόρους υπ’ αυτόν Γραμματείς της Επικρατείας.

42. Η δικαστική, εις τα διάφορα δικαστήρια.


Κ Ε ΦΑ Λ Α Ι Ο Ν Σ Τ ’

Περί της Βουλής


43. Η Βουλή σύγκειται από τους αντιπροσώπους των επαρχιών της Ελλάδος.

44. Έκαστος των αντιπροσώπων, ερχόμενος να συσσωματωθή με την Βουλήν, ορκίζεται τον βουλευτικόν όρκον.

45. Οι αντιπρόσωποι εκλέγονται από τον λαόν, κατά τον περί εκλογής νόμον.

46. Η Βουλή, ολικώς θεωρούμενη, είναι απαραβίαστος.

47. Η Βουλή έχει Πρόεδρον, Αντιπρόεδρον, Πρώτον και Δεύτερον Γραμματέα με τους αναγκαίους υπογραμματείς.

48. Ο Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος εκλέγονται από την Βουλήν δια των πλειόνων ψήφων. Εκλέγεται, ο μεν Πρόεδρος εντός ή εκτός της Βουλής· ο δε Αντιπρόεδρος, μόνον εντός.

49. Ο Πρώτος και Δεύτερος Γραμματεύς εκλέγονται εκτός του σώματος δια των πλειόνων ψήφων των αντιπροσώπων.

50. Ο Πρόεδρος προεδρεύει εις τας καθημερινάς συνεδριάσεις, διορίζει την ημέραν και ώραν της ενάρξεως αυτών, τας απολύει και, όταν η χρεία το καλή, συγκαλεί την Βουλήν εις έκτακτον συνεδρίασιν.

51. Κατ’ αίτησιν είκοσιν από τους παρευρισκομένους βουλευτάς, ο Πρόεδρος χρεωστεί να συγκροτήση συνεδρίασιν.

52. Όταν ο Πρόεδρος λείπη, ο Αντιπρόεδρος εκπληρώνει τα χρέη εκείνου· όταν όμως λείπωσι και οι δύο, τότε λαμβάνει την καθέδραν ο γεροντότερος των αντιπροσώπων.

53. Όταν τύχη ν’ αποθάνη ο ένας από τους δύο ή πέση εις φυσικήν ανικανότητα, τότε αντικατασταίνεται άλλος, κατά το 48 άρθρον.

54. Η διάρκεια της προεδρίας και αντιπροεδρίας είναι ενιαύσιος.

55. Τα δύο τρίτα του όλου των αντιπροσώπων είναι ο απαιτούμενος αριθμός, δια να λογίζεται πλήρης ή συνεδρίασις της Βουλής.

56. Κανείς των αντιπροσώπων δεν δύναται ν’ αναχώρηση από την καθέδραν της Βουλής, χωρίς συγκατάθεσιν κ’ έγγραφον τακτικήν άδειαν της Βουλής.

57. Οι αντιπρόσωποι εκλέγονται δια τρία έτη· το τριτημόριον αυτών αλλάζει κατ’ έτος· το πρώτον και δεύτερον έτος η αλλαγή γίνεται δια κλήρου.

58. Ο αυτός δεν δύναται να εκλεχθή αντιπρόσωπος εις δύο κατά συνέχειαν περιόδους.

59. Η Βουλή αρχίζει τας εργασίας της την πρώτην Δευτέραν του Οκτωβρίου, ότε χρεωστούν απαραιτήτως να είναι συναγμένοι όλοι οι αντιπρόσωποι.

60. Αι συνεδριάσεις της Βουλής διαρκούν τέσσαρας ή πέντε μήνας.

6Αι αποφάσεις της Βουλής γίνονται δια των πλειόνων ψήφων εις δε διχοψηφίαν, ή ψήφος του Προέδρου νικά.

62. Όταν ο Πρόεδρος δεν είναι αντιπρόσωπος, ψηφηφορεί μόνον εις διχοψηφίαν· όταν δε είναι και αντιπρόσωπος, ψηφηφορεί μεν αναγκαίως ως τοιούτος, και εις διχοψηφίαν φέρει και την νικώσαν.

63. Είναι ασυγχώρητον εις αντιπρόσωπον ν’ αναδεχθή άλλο δημόσιον υπούργημα ή να λάβη μέρος κατ’ ευθείαν ή πλαγίως εις μίσθωσιν προσόδων της επικρατείας, επί ποινή εκπτώσεως.

64. Τα μέλη της Βουλής λαμβάνουσι τον τεταγμένον μισθόν από το Εθνικόν Ταμείον, εν όσω είναι παρόντα όπου η Βουλή συνεδριάζει· και όλον μεν, όσον καιρόν διαρκεί η σύνοδος· τον ήμισυν δε, μετά την παύσιν αυτής.

65. Αντιπρόσωπος δεν φυλακώνεται, εν όσω διαρκούν αι συνεδριάσεις της Βουλής και τέσσαρας εβδομάδας προ των συνεδριάσεων και μετ’ αυτάς. Εις το διάστημα όμως τούτο υποβάλλεται εις δίκην. Εάν καταδικασθή εις κεφαλικήν ποινήν ή ατιμωτικήν, η καταδίκη του ενεργείται.

66. Οι αντιπρόσωποι είναι ανεύθυνοι δι’ όσα ομιλήσωσιν εντός της Βουλής.

67. Αι συνεδριάσεις της Βουλής είναι δημόσιαι· και, χρείας καλούσης, μυστικαί, όταν τα πλειότερα μέλη της Βουλής το κρίνωσιν εύλογον.

68. Τα μέλη της Βουλής, κατά τας χρείας της επικρατείας, διαιρούνται εις διαρκείς επιτροπάς και η Βουλή προσδιορίζει τα έργα εκάστης.

69. Έκαστος των αντιπροσώπων ημπορεί δια του Προέδρου να προτείνη εγγράφως εις την Βουλήν σχέδιον νόμου.

70. Τα προβουλεύματα και τα λοιπά έγγραφα της Βουλής υπογράφονται από τον Πρόεδρον, προσυπογράφονται από τον Α’ Γραμματέα και σφραγίζονται με την σφραγίδα της Βουλής.

71. Ο Α’ Γραμματεύς της Βουλής συνθέτει τα προβουλεύματα και τας πράξεις εν γένει αυτής και φυλάττει ακριβή βιβλία αυτών και των Πρακτικών των συνεδριάσεων.

72. Όταν ο Α’ Γραμματεύς λείπη, ο Β’ εκπληρώνει τα χρέη εκείνου.

73. Παν προβούλευμα παρουσιάζεται εις τον Κυβερνήτην και ει μεν ούτος το εγκρίνει, το επικυρώνει εντός δέκα πέντε ημερών από την ημέραν της παρουσιάσεώς του, το δημοσιεύει, και τότε πλέον τούτο είναι νόμος.

Εάν όμως δεν το εγκρίνη, το επιστρέφει εντός δέκα πέντε ημερών εις την Βουλήν με τας προσθαφαιρέσεις και παρατηρήσεις του. Η δε Βουλή αντιγράφει αυτολεξεί ταύτας, τας παραπέμπει εις την ανήκουσαν διαρκή επιτροπήν της, δια να τας σκεφθή και να τας υποβάλη εις αναθεώρησίν της· κ’ εάν αύτη δεν εγκρίνη το ούτως έχον προβούλευμα, το πέμπει και δεύτερον εις τον Κυβερνήτην.

Εάν πάλιν ούτος αρνηθή την επικύρωσιν, το επιστρέφει εντός δέκα πέντε ημερών, αιτιολογών την άρνησίν του εις την Βουλήν. Αύτη δε, κατά χρέος, το αναθεωρεί και αύθις· κ’ εάν δια των πλειόνων ψήφων επιμείνη εις το προβούλευμα, καθώς παρ’ αυτής ενεκρίθη, το πέμπει και τρίτον εις τον Κυβερνήτην, όστις χρεωστεί αμέσως να το επικυρώση και να το δημοσιεύση, και τότε τούτο γίνεται νόμος.

74. Εάν, περί τα τέλη της συνόδου, προβούλευμα, αμφισβητούμενον μεταξύ της Βουλής και του Κυβερνήτου, μείνη ατελείωτον, η ακόλουθος σύνοδος της Βουλής λογαριάζει τας από την προλαβούσαν γενομένας παραπομπάς αυτού.

75. Σχέδιον νόμου, προβαλλόμενον από τον Κυβερνήτην εις την Βουλήν, εάν συζητηθή απ’ αυτήν και τρις επιστραφή απαράδεκτον προς αυτόν, πίπτει.

76. Εις τας αρχάς της συνόδου, αφού συζητήση τον παρά της Κυβερνήσεως παρουσιαζόμενον υποθετικόν λογαριασμόν των δημοσίων εξόδων, χορηγεί εις αυτήν τους εις απάντησίν των αναγκαίους πόρους.

77. Θεωρεί κατ’ έτος λεπτομερώς τους λογαριασμούς των προσόδων και εξόδων του παρελθόντος έτους και τα χρέη της επικρατείας, τα οποία καταστρώνονται από τον επί της Οικονομίας Γραμματέα της Επικρατείας, και διορίζει να δημοσιεύεται δια του τύπου ο ισολογισμός περιληπτικώς.

78. Φροντίζει δια την τακτικήν πληρωμήν του τόκου και δια την απόσβεσιν των δημοσίων χρεών.

79. Προσδιορίζει δια νόμου τους δασμούς, τα τελώνια και τας λοιπάς εισπράξεις, τα οποία πρέπει να επιβάλλονται ομοιοτρόπως και επίσης καθ’ όλην την επικράτειαν, κατά το 10 άρθρον.

80. Αποφασίζει δια νόμου περί δανείου με την εγγύησιν του έθνους και δι’ υποθήκης των εθνικών κτημάτων.

81. Νομοθετεί περί εκποιήσεως των εθνικών κτημάτων, όσα υπόκεινται εις φθοράν. Τούτων η πώλησις πρέπει, όσον είναι δυνατόν, να γίνεται αναλόγως εις όλας τας επαρχίας της επικρατείας και να προκηρύττεται δια της νομοτελεστικής εξουσίας τακτικώς εις όλας τας επαρχίας.

82. Επαγρυπνεί εις την καλήν χρήσιν των δημοσίων χρημάτων και, όταν κρίνη αναγκαίον, ζητεί οποιονδήποτε λογαριασμόν δια του επί της Οικονομίας Γραμματέως της Επικρατείας, δίδουσα τον καιρόν, όσον νομίζει αναγκαίον, εις την κατάστρωσιν αυτού.

83. Έκαστος των αντιπροσώπων έχει το δικαίωμα να ζητή και να λαμβάνη τας αναγκαίας πληροφορίας από τας Γραμματείας περί παντός πράγματος, συζητουμένου εις την Βουλήν.

84. Κανονίζει το νομισματικόν σύστημα, προσδιορίζουσα το βάρος, την ποιότητα, τον τύπον και τ’ όνομα εκάστου νομίσματος καθ’ όλην την επικράτειαν.

85. Επαγρυπνεί εις την δημόσιον παιδείαν και προστατεύει αυτήν, καθώς και την ελευθερίαν του τύπου, την γεωργίαν, το εμπόριον, την πρόοδον των επιστημών και κοινωφελών τεχνών και την βιομηχανίαν.

Ασφαλίζει εις τους ευρετάς και συγγραφείς το προς καιρόν αποκλειστικόν δικαίωμα της απολαύσεως, της προερχομένης από την εύρεσιν και από τα συγγράμματα.

86. Θέτει νόμους περί λειών και κατά πειρατείας.

87. Θέτει νόμους περί στρατολογίας κατ’ απογραφήν.

88. Φροντίζει, δια κατασκευήν και αγοράν εθνικών πλοίων.

89. Επαγρυπνεί εις την διατήρησιν και βελτίωσιν των εθνικών κτημάτων.

90. Νομοθετεί περί μισθώσεως των εθνικών προσόδων και κτημάτων.

91. Θα φροντίση να εισαχθώσιν εις όλην την επικράτειαν ενός είδους σταθμοί και μέτρα.

92. Προσδιορίζει τους μισθούς του Κυβερνήτου, των Γραμματέων της Επικρατείας και των δικαστών.

93. Προσδιορίζει δια νόμου τα όρια των επαρχιών κατά τον προσφορώτερον τρόπον, ως προς την διοίκησιν και τα συμφέροντα των κατοίκων.

94. Τροπολογεί και ακυρώνει τους νόμους, πλην των συνταγματικών.

95. Χωρίς την συγκατάθεσιν της Βουλής, δεν δύναται να κάμη η Κυβέρνησις ούτε πολέμου κήρυξιν, ούτε συνθήκην ειρήνης, συμμαχίας, φιλίας, εμπορίου, ουδετερότητος· εξαιρούνται αι ολιγοημέρου μερικήςανακωχής συμβάσεις, αλλά και τότε η Κυβέρνησις χρεωστεί να ειδοποιήση αμέσως την Βουλήν.

96. Η Βουλή δέχεται περί παντοίων υποθέσεων αναφοράς και, όσας κρίνει δεκτάς, τας διευθύνει όπου ανήκει, χωρίς να δώση γνώμην.

97. Εις όλας τας συνεδριάσεις της Βουλής ο εφημεριδογράφος έχει ελευθέραν είσοδον και αποκλείεται μόνον από τας μυστικάς.

98. Η Βουλή κάμνει όσας διατάξεις κρίνει αναγκαίας δια την εσωτερικήν της ευταξίαν.

99. Η Βουλή χρεωστεί να φροντίση, δια να συνταχθώσι κώδικες: πολιτικός, εγκληματικός και στρατιωτικός, έχοντες ιδιαιτέρως βάσιν την γαλλικήν νομοθεσίαν.

100. Καθείς των αντιπροσώπων ψηφίζει κατά την συνείδησίν του, χωρίς να ζητεί γνώμην και ιδιαιτέρας οδηγίας από εκείνους, των οποίων φέρει το πρόσωπον.

101. Εάν συμπέση θάνατος, παραίτησις ή φυσική ανικανότης του Κυβερνήτου, η Βουλή συσταίνει εκτός του σώματός της τριμελή αντικυβερνητικήν επιτροπήν, η οποία εκτελεί προσωρινώς τους νόμους μετά των Γραμματέων της Επικρατείας, έως ότου εκλεχθή ο Κυβερνήτης, κατά τον περί εκλογής νόμον. Εάν η Βουλή τύχη λυμένη, οι Γραμματείς της Επικρατείας συσταίνουσι προσωρινώς συμβούλιον αντικυβερνητικόν, και τούτο οφείλει αμέσως να συγκαλέση την Βουλήν εις έκτακτον σύνοδον· τα δε μέλη αυτής χρεωστούν να συνέλθωσι δι’ αυτό τούτο και αυτόκλητοι.

Εις εκατέραν των περιστάσεων, η Βουλή ή το συμβούλιον έχουν χρέος να ειδοποιήσωσιν αμέσως και όλας τας επαρχίας της επικρατείας, δια να στείλωσι τους πληρεξουσίους των δια την εκλογήν του Κυβερνήτου.


Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο Ν Ζ ’

Περί Κυβερνήτου


102. Εις τον Κυβερνήτην εμπιστεύεται ή νομοτελεστική εξουσία.

103. Ο Κυβερνήτης είναι απαραβίαστος.

104. Οι Γραμματείς της Επικρατείας είναι υπεύθυνοι δια τας δημοσίας πράξεις του.

105. Ενεργεί τους νόμους δια των Γραμματέων της Επικρατείας καθ’ όλην την επικράτειαν.

106. Όλα τα διατάγματα υπογράφονται από τον Κυβερνήτην, προσυπογράφονται από τον Γραμματέα της Επικρατείας, εις του οποίου τον κλάδον ανήκουσι, και σφραγίζονται με την σφραγίδα της αυτής Γραμματείας.

107. Κινεί τας κατά γην και θάλασσαν δυνάμεις.

108. Προβάλλει σχέδια νόμων εις την Βουλήν, κατά το 75 άρθρον, διορίζων έναν ή πλειοτέρους εκ των Γραμματέων της Επικρατείας να παρευρίσκονται εις την περί τούτων συζήτησιν, την γινομένην εις την Βουλήν. Εις ταύτην δε την συζήτησιν εξάπαντος πρέπει να παρευρίσκεται μετά των άλλων κ’ εκείνος ο Γραμματεύς της Επικρατείας, εις του οποίου τον κλάδον ανήκει ο προβαλλόμενος νόμος.

109. Φροντίζει περί της εσωτερικής και εξωτερικής ασφαλείας του έθνους.110. Διορίζει και αλλάσσει τους Γραμματείς της Επικρατείας και όλα τα υπουργήματα και αξιώματα της Διοικήσεως και προσδιορίζει τα καθήκοντα εκάστου αυτών.

111. Ανταποκρίνεται με τας ξένας Δυνάμεις.

112. Κηρύττει πόλεμον, κλείει ειρήνην, συνδέει συνθήκας κτλ., κατά το 95 άρθρον.

113. Πέμπει πρέσβεις, προξένους, πράκτορας κτλ. εις τας ξένας επικρατείας, και δέχεται παρ’ αυτών παρομοίως.

114. Ημπορεί να συγκαλή την Βουλήν εις έκτακτον σύνοδον ή συνεδρίασιν, όταν η χρεία το καλεί, και να την παρατείνη, κατά τας χρείας της επικρατείας, περισσότερον των τεσσάρων μηνών.

115. Φροντίζει δια την ακριβή των νόμων εκτέλεσιν.

116. Χρεωστεί να φροντίζη, δια να εκτελώνται αι αποφάσεις των δικαστηρίων.

117. Χρέος έχει να δώση νόμου σχέδιον περί συστάσεως πολιτικού στρατεύματος.

118. Ο Κυβερνήτης δεν έχει είσοδον εις την Βουλήν, ειμή εις την έναρξιν και παύσιν των συνόδων.

119. Εις πάσαν συνόδου έναρξιν ομιλεί δια τας εξωτερικάς σχέσεις, δια την εσωτερικήν της επικρατείας κατάστασιν, μάλιστα δια τους πόρους και τα έξοδα, δια τας μελλούσας χρείας του ερχομένου έτους και δια τας δυνατάς βελτιώσεις των κοινών πραγμάτων.

120. Η εκλογή του Κυβερνήτου θα κανονισθή από ιδιαίτερον νόμον, ο οποίος θα γένη από την Βουλήν του παρόντος έτους.

121. Η διάρκεια του Κυβερνήτου είναι επταετής.

122. Ο Κυβερνήτης, εκλεχθείς, ορκίζεται δημοσίως ενώπιον της Βουλής, ότι θα προστατεύη και διασώζη το Πολίτευμα της Ελλάδος, κατά τον κυβερνητικόν όρκον.

123. Ο Κυβερνήτης επικυρώνει και δημοσιεύει τους νόμους, κατά το 73 άρθρον.

124. Ο Κυβερνήτης, δια φιλανθρωπίαν και δια λόγους ισχυρούς, ημπορεί να μεταβάλλη την κεφαλικήν ποινήν, αφού συμβουλευθή τους Γραμματείς της Επικρατείας, κατά σύστασιν του δικαστηρίου.

125. Είναι απολύτως απηγορευμένον εις τον Κυβερνήτην και εις την Βουλήν να συγκατατεθώσιν εις οποιανδήποτε συνθήκην, σκοπόν έχουσαν την κατάργησιν της πολιτικής του έθνους υπάρξεως και ανεξαρτησίας.


Κ Ε ΦΑ Λ Α Ι Ο Ν Η ’

Περί των Γραμματέων της Επικρατείας


126. Η νομοτελεστική εξουσία έχει Γραμματείς: α΄) τον επί των Εξωτερικών· β΄) τον επί των Εσωτερικών και της Αστυνομίας· γ’) τον επί της Οικονομίας· δ΄) τον επί των Πολεμικών· ε΄) τον επί των Ναυτικών· στ΄) τον επί του Δικαίου και της Παιδείας.

127. Ούτοι δημοσιεύουν και ενεργούν όλα τα διατάγματα του Κυβερνήτου, και έκαστος προσυπογράφεται εις όσα ανάγονται εις τον κλάδον του.

128. Έκαστος των Γραμματέων, προσκαλούμενος από την Βουλήν, οφείλει να δίδη εις αυτήν τας αναγκαίας πληροφορίας περί των πραγμάτων, όσα ανάγονται εις τον κλάδον του. Μόνος δε ο επί των Εξωτερικών ημπορεί ν’ αναβάλλη την κοινοποίησιν των πραγμάτων εκείνων, όσα τότε δεν συμφέρει να κοινολογηθώσιν.

129. Έχουσιν είσοδον ελεύθερον εις όλας τας συνεδριάσεις της Βουλής και ακούονται, όταν ζητώσι τον λόγον.

130. Κανείς των Γραμματέων της Επικρατείας δεν συγχωρείται να λάβη μέρος κατ’ ευθείαν ή πλαγίως εις μίσθωσιν προσόδων της επικρατείας, επί ποινή εκπτώσεως του υπουργήματός του.

131. Οι Γραμματείς της Επικρατείας είναι υπεύθυνοι και κατηγορούνται, έμπροσθεν της Βουλής δια προδοσίαν, κατάχρησιν δημοσίων χρημάτων και δι’ υπογραφήν των εις διάταγμα, αντιβαίνον εις τους θεμελιώδεις νόμους.

132. Η Βουλή έχει το δικαίωμα να εξετάζη τας κατά των Γραμματέων της Επικρατείας κατηγορίας· κ’ εάν δια των πλειόνων ψήφων αποφασίση την εξέτασιν, διορίζει επιτροπήν, προεξεταστικήν, συγκειμένην από επτά βουλευτάς, η οποία, αφού ορκωθή, εκλέγει τον πρόεδρόν της και αρχίζει τας εργασίας της. Όταν συγκροτηθή συνεδρίασις, δια ν’ αναγνωσθή η αναφορά της προεξεταστικής επιτροπής, η Βουλή δύναται ν’ αποδεχθή ή ν’ αποβάλη την εξέτασιν κ’ εάν την αποδεχθή, διορίζει ρητήν ημέραν συνεδριάσεως, καθ’ ην μετασχηματίζεται εις δικαστήριον. Ο Πρόεδρος του Ανωτάτου Δικαστηρίου προεδρεύει την Βουλήν εις το διάστημα της εξετάσεως· ο δε Πρόεδρος της Βουλής και η προεξεταστική επιτροπή δεν λαμβάνουν μέρος, ούτε εις την συνηγορίαν, ούτε εις την ψηφηφορίαν. Ο Πρόεδρος ορκίζει τους βουλευτάς τον εξής όρκον: “Ορκίζεσθε, ενώπιον Θεού και ανθρώπων, να προσέξετε εις την κατηγορίαν, η οποία θ’ αναγνωσθή από τον πρόεδρον της προεξεταστικής επιτροπής· να μη προδώσετε τα δίκαια, ούτε του κατηγορουμένου, ούτε της κοινωνίας· να μην επιρροιασθήτε, μήτε από προσωπικόν μίσος, μήτε από φόβον ή συμπάθειαν· ν’ αποφασίσετε, βάζοντες βάσιν εις την κατηγορίαν και απολογίαν του κατηγορουμένου, με την αφιλοπροσωπίαν εκείνην, ήτις ανήκει εις τον δίκαιον και ελεύθερον άνθρωπον”. Μετά τον όρκον, αρχίζουν η εξέτασις, η οποία γίνεται από μόνον τον Πρόεδρον, και αι συνηγορίαι, χωρίς να είναι συγχωρημένον εις κανέναν των βουλευτών να ομιλήση υπέρ ή κατά. Ο πρόεδρος ή άλλος της προεξεταστικής επιτροπής εκτελεί τα χρέη του εθνικού συνηγόρου. Αι πλείονες των ψήφων είναι ικαναί εις εξέλεγξιν του εγκλήματος. Η έκπτωσις του κατηγορηθέντος από το υπούργημά του είναι η μόνη ποινή, την οποίαν ημπορεί να επιβάλη ή Βουλή· ο δε κατηγορηθείς, αφού εξελεγχθή ένοχος, είναι ως απλούς πολίτης, υποκείμενος εις την καταδίωξιν των ανηκόντων δικαστηρίων και εις την από τους νόμους επιβαλλομένην ποινήν.


Κ Ε ΦΑ Λ Α Ι Ο Ν Θ ’

Περί δικαστηρίων

133. Η δικαστική εξουσία είναι ανεξάρτητος από τας άλλας δύο εις τας αποφάσεις της.

134. Δικάζει κατά τους γραπτούς νόμους του έθνους.

135. Ενεργείται δια των δικαστηρίων, εν ονόματι του έθνους.

136. Τρία είδη δικαστηρίων είναι δεκτά εις την Ελλάδα:

α’. Το των ειρηνοδικών· β’. Το επαρχιακόν· γ’. Το των ανεκκλήτων.

Εκτός τούτων, διορίζεται και εν ανώτατον ή ακυρωτικόν δικαστήριον, το οποίον παρεδρεύει, εις της Κυβερνήσεως την καθέδραν.

137. Οι ορκωτοί δικασταί είναι δεκτοί· ή Βουλή να φροντίση με ιδιαίτερον νόμον να συστήση αυτούς.

138. Δικαστικαί επιτροπαί ή δικαστήρια έκτακτα απαγορεύονται εις το εξής.

139. Συγχωρείται εις τους Έλληνας να δικάζωνται δι’ αιρετοκρισίας εκκλητώς και ανεκκλήτως.

140. Αι κρισολογίαι γίνονται δημοσίως, εκτός οσάκις η δημοσιότης είναι εναντία εις την σεμνότητα· και τότε το δικαστήριον χρεωστεί να το αποφασίση.

141. Aι αποφάσεις των δικαστηρίων γίνονται πάντοτε δημοσίως.

142. Έως ότου δημοσιευθώσι κώδικες, κατά το 99 άρθρον, οι βυζαντινοί νόμοι, το Απάνθισμα των Εγκληματικών της Β’ Εθνικής Συνελεύσεως και οι παρά της Ελληνικής Πολιτείας δημοσιευόμενοι νόμοι έχουν ισχύν εις δε τα εμπορικά, ισχύν νόμου έχει ο Εμπορικός της Γαλλίας Κώδιξ.

143. Οι παρόντες συνταγματικοί νόμοι υπερισχύουν απ’ όλους τους λοιπούς. Οι παρά της Ελληνικής Πολιτείας εκδιδόμενοι νόμοι υπερισχύουν από τους αρχαιότερους.

144. Οι δικασταί είναι υπεύθυνοι δια δόλον, δωροδοκίαν, μεροληψίαν και δι’ όσα εγκλήματα ο περί διοργανισμού δικαστηρίων νόμος διατάσσει.

145. Τα κατώτερα δικαστήρια είναι υπεύθυνα εις τα ανώτερα, και το ανώτατον εις την Βουλήν.

146. Ο περί οργανισμού δικαστηρίων νόμος, ο υπ’ αριθ. ΙΓ’ του Κώδικος των Νόμων εκδοθείς, έχει ισχύν· κατ’ αυτόν θα συστηθώσι τα δικαστήρια. Η Βουλή θα διορίση εντός του παρόντος έτους επιτροπήν, δια να επεξεργασθή τον νόμον τούτον και να τον υποβάλη έπειτα εις την κρίσιν της.


Π Α Ρ Α Ρ Τ Η Μ Α

147. Η Κυβέρνησις να φροντίση, χωρίς αναβολήν, να ευρεθή σταθερός πόρος ζωής δια τας χήρας και ορφανά των υπέρ πατρίδος αποθανόντων στρατιωτών, προλαμβάνουσα πάσαν κατά τούτο κατάχρησιν.

148. Η Κυβέρνησις χρεωστεί, μετά την αποκατάστασιν των ελληνικών πραγμάτων, ν’ αντιβραβεύση όλους, όσοι συνεισέφεραν και θα συνεισφέρωσιν έως τέλους εις θεραπείαν των χρηματικών της Ελλάδος χρειών, και να ανταμείψη τους προφανώς υπέρ αυτής δυστυχήσαντας.

149. Τα χρώματα του εθνικού σημείου και των σημαιών της θαλάσσης και της ξηράς είναι το κυανούν και λευκόν. Ο σχηματισμός των εθνικών σημαιών και του εθνικού σημείου θα είναι κατά την περί τούτων προεκδοθείσαν διαταγήν της Κυβερνήσεως και, εκτός των σημαιών τούτων, άλλας να μη μεταχειρίζωνται οι Έλληνες, μήτε εις την γην, μήτε εις την θάλασσαν.

150. Η σφραγίς της Ελληνικής Επικρατείας φέρει σημείον χαρακτηριστικόν την Αθηνάν με τα σύμβολα της φρονήσεως.


Όρκος ελληνικός

«Ορκίζομαι εις το όνομα του Υψίστου και της πατρίδος, να συντρέχω πάντοτε εις υποστήριξιν της ελευθερίας και ευδαιμονίας του έθνους μου, θυσιάζων υπέρ αυτού και αυτήν μου την ζωήν, εάν η χρεία το καλέση.

Ορκίζομαι, προσέτι, να υποτάσσωμαι εις τους νόμους της πατρίδος μου, να σέβωμαι τα δίκαια των συμπολιτών μου και να εκπληρώ απαραβάτως τα καθήκοντα του πολίτου».


Όρκος βουλευτικός

«Ορκίζομαι εις το όνομα του Υψίστου, να διατηρήσω απαρασαλεύτως τους θεμελιώδεις νόμους της Ελληνικής Πολιτείας και εις καμμίαν περίστασιν και δια καμμίαν πρόφασιν να μη παρεκτραπώ, μηδέ να υποφέρω να παρεκτραπώσιν άλλοι απ’ αυτούς· να είμαι πάντοτε υπέρμαχος της ανεξαρτησίας του έθνους μου και της κοινής και μερικής ελευθερίας των συμπολιτών μου και να συνεισφέρω με όλας μου τας δυνάμεις εις διατήρησιν και αύξησιν και κοινής και ατομικής ευδαιμονίας των Ελλήνων.

Ορκίζομαι, προσέτι, να μη λάβω ποτέ, από κανέναν, δια καμμίαν πρόφασιν, αμέσως ή εμμέσως το παραμικρόν δώρον, δια να δώσω την ψήφον μου κατά την αρέσκειαν άλλου και εναντίον της συνειδήσεώς μου».


Όρκος του Κυβερνήτου

«Ορκίζομαι εις το όνομα του Υψίστου, να διατηρήσω απαρασαλεύτως τους θεμελιώδεις νόμους της Ελληνικής Πολιτείας και εις καμμίαν περίστασιν ή δια καμμίαν πρόφασιν να μη τους αθετήσω, μηδέ να συγχωρήσω ν’ αθετηθώσιν.

Ορκίζομαι, προσέτι, να υπερασπίσω και να διατηρήσω με όλας μου τας δυνάμεις την ανεξαρτησίαν του ελληνικού έθνους και την κοινήν και ατομικήν ελευθερίαν· να σέβωμαι τα δικαιώματα όλων ομού και ενός εκάστου των πολιτών και, προς διατήρησιν και αύξησιν της γενικής και μερικής ευδαιμονίας, να μη παραμελήσω κανένα από τα μέσα, όσα οι νόμοι εμπιστεύθησαν εις την εξουσίαν μου».

Αριθ. ΙΕ’ του Κωδικός των Ψηφισμάτων


Η ΕΘΝΙΚΗ Γ’ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ

Ανακρίνασα, προσθαφαιρέσασα, επιδιορθώσασα τον Νόμον της Επιδαύρου, ήτοι το Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος,

Ψηφίζει:

Α’. Το αυτό Πολίτευμα, υπό τ’ όνομα Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος αναγνωριζόμενον εφεξής, αφιερούται εις την πίστιν της Βουλής, του Κυβερνήτου και του Δικανικού, δια να διατηρήται εν ακριβεία· αφιερούται εις την εύνοιαν των λαών και εις τον πατριωτισμόν παντός Έλληνος, δια να ενεργήται καθ’ όλην την έκτασιν.

Β’. Επ’ ουδεμιά προφάσει και περιστάσει δύναται η Βουλή ή η Κυβέρνησις να νομοθετήση ή να ενεργήση τι εναντίον εις το παρόν Πολιτικόν Σύνταγμα.

Γ’. Το Σύνταγμα τούτο θέλει δημοσιευθή καθ’ όλην την ελληνικήν επικράτειαν δια του τύπου.

Δ’. Το πρωτότυπον θέλει διατηρηθή εις τ’ αρχεία της Βουλής.

Ε’. Το παρόν ψήφισμα να καταχωρηθή εις τον Κώδικα των Ψηφισμάτων και να δημοσιευθή δια του τύπου.


Εξεδόθη εν Τροιζήνι κατά μήνα Μάιον του χιλιοστού οκτακοσιοστού εικοστού εβδόμου σωτηρίου έτους και εβδόμου της Ανεξαρτησίας.

Ο Πρόεδρος Γεώργιος Σισίνης

Θ. Κολοκοτρώνης Γ . Βαλτινός Γαβριήλ Δελλαγραμμάτικας Ιωάννης Κωλέττης Ν. Τζαβέλλας Ιωάννης Κ. Μαυρομιχάλης Ζώης Πάνου Κωνσταντίνος Βέρρης Βελισάρης Καλόγερος Νικόλαος Χρυσοβέργης Γιώργης Κίτζος Σπύρος Μήλιος Λάμπρος Νάκος Αναγνώστης Κοπανίτζας Νικόλαος Σάββα, Πατρατζικιώτης Πρωτοσύγκελλος Γεράσιμος Παναγιώτης Δ. Δημητρακόπουλος Δημήτριος Ταγκόπουλος Μιχ. Γρίβας Π. Καλόγερος Λογοθέτης Νικόλαος Γ. Ιγγλέσης Γιαννάκης Χ” Πέτρου Εμμ. Ξένος Κωνστ. Γουβέλης Π. Μαυρομιχάλης Δημήτριος Παπανικολάου Σ. Τρικούπης Αναγν. Κονδάκης Θεόδωρος Σκορδάκης Νικόλαος Πονηρόπουλος Παναγιώτης Καραλής Μ. Βερνάρδος Γ. Σταύρος Αναγνώστης Παπαλεξόπουλος Βασίλειος Πετιμεζάς Ζαχαράκης Ιωάννου Ν. Αντωνάδου Μηνάς Σακελλαρίου Χρίστος Γεροθανάση Τάτζης Μαγγίνας Πάνος Μαναστηριώτης Αναστάσιος Λόντος Αναγνώστης Ματζουκόπουλος Νικόλαος Γιατράκος Δ. Πανούτζος Γεώργιος Μαυρομμάτης Πέτρος Μαρκέζης Ζαχ. Στάικος Λουκάς Χορμόβας Ο Βρεσθένης Θεοδώρητος Δήμος Λούλας Χριστόδουλος Καπετανάκης Ο Κορίνθου Κύριλλος Δ. Λαμπρίδης Γεώργιος Νοταράς Ιωάννης Κ. Γιαννόπουλος Στάμος Σεραφείμης Κωνσταντίνος Κυριακός Σταύρος Νικολάου Σπυρίδων Χαραλάμπης Αναστάσιος Χαραλάμπης Διονύσιος Βασιλείου Παναγιώτης Ναούμ Παπα-Μιχάλης Σαράντου Γιαννούλης Καραμάνος Γιαννάκος Τζαννέτου Γεώργιος Τζώκρης Γ. Μ. Αντωνόπουλος Σταματέλος Αντωνόπουλος Πόλος Φιλάρετος Ιωάννης Κοκκαλιάρης Λύσανδρος Βελαέτης Νότη Μπότζιαρης Παναγιώτης Καλαμαριώτης Αντωνάκης Καραπατάς Γρηγόρης Χ” Γιάννος Κωνσταντίνος Γ. Δουζίνα Ανδρέας Καλαμογδάρτης Αναγν. Παπαγιαννακόπουλος Αγγελής Σακκέτος Αναγνώστης Δηληγιάννης Ιωάννης Γ. Οικονομίδης Σπύρος Λεβάχος Ιωάννης Ν. Καραπαύλου Αναστάσης Αναγν. Λιδωρίκης Αθανάσιος Γρηγοριάδης Εμμ. Αντωνιάδης Αλέξιος Λουκόπουλος Γεώργιος Γεννάδιος Διαμαντής Χ” Αναστασίου Αναγνώστης Παπανικολάου Ιωάννης Τομαράς Αναγνώστης Νταλαρής Ν. Ρενιέρης Αναγνώστης Γκολφόπουλος Ρήγας Παλαμήδης Ιωάννης Ευθυμίου Ιω. Μπογιατζόγλους Ευστάθιος Σπυρίδωνος Γεώργιος Σαουνάτζος Λάμπρος Αλεξάνδρου Γεώργιος Σακκόρραφος Αναγν. Δίκαιος Δ. Πρωτοσύγκελλος Κρήτης Μάρκος Δραγούμης Ιω. Μιχαήλ Ηλίας Γ. Μπουτιέρου Ν. Οικονόμος Αναγν. Μακρυπουκάμισος Παύλος Ν. Καλογέννητος Νικήτας Κάλλας Εμμ. Σπυρίδωνος Εμμανουήλ Μελετόπουλος Λουκάς Αλεξανδρή Φράγκος Βριζάκη Κ. Ζώτος Αναγνώστης Σπυρόπουλος Δ. Βούλης Δημήτριος Πρωτοπαπάς Γεώργιος Αθανασιάδης Βασίλειος Μπαρλάς Γεώργιος Λέλης Γεωργάκης Μήτρου Δ. Κανελλόπουλος Δημάκης Ιερομνήμων Σπύρος Φραγκέσκος Γεώργιος Ρούντου Προηγούμενος Παρθένιος Ο Καρύστου Νεόφυτος Π. Παπατζώνη Χαράλαμπος Παπαπολίτη Παναγιώτης Παπαδάκης Ο Γεροντιανός Ιωακείμ Αναγν. Τζωρτζάκης Λουκάς Βάϊα Γεώργιος Λογοθέτου Φωκάς Φραγκούλης Παντολέων Αυγερινός Αναγνώστης Διδασκάλου Χ. Στεκούλης Δημήτριος ιερεύς και σακελλάριος Α. Κορτέσης Μύρων Μελιδονάκης Δ. Γαβράς Γιάννης Γούλελος Αθανάσιος Ραφαέλης Γεώργιος Δαρειώτης Νικόλαος Χρυσόγελος Α. Πολυζωΐδης Κ. Ζωγράφος Αργύριος Δ. Ταρποχτζής Αντώνιος Αλμπέρτης Δρόσος Μανσόλας Γ. Γλαράκης Θεόκλητος Φαρμακίδης Π. Σκυλίτζης Π. Αν. Καψάλης Κ. Καναλέτιος Σπυρ. Καλογερόπουλος Χρίστος Βλάσης Λιβερίας Λιμπερόπουλος Λογοθέτης Πάγκαλος Αρχιμανδρίτης Λ. Καμπάνης Κωνσταντής Δεδούσης Νικόλαος Οικονομίδης Θεόδωρος Σκορδίλης Γρηγόριος Χ” Αθανασίου


Ο Γραμματεύς της Εθνικής Γ’ των Ελλήνων Συνελεύσεως (Τ. Σ.) Ν.Σπηλιάδης1


1. Το ανωτέρω υπ αριθ. ΙΕ΄ «κυρωτικόν του Συντάγματος ψήφισμα» υπεγράφη υπό 97 εν συνόλω, μετά του Προέδρου και του Γραμματέως της Συνελεύσεως, πληρεξουσίων (2 πληρεξούσιοι υπέγραψαν δις, - βλ. ανωτέρω σελ. 602 - 604). Εν τη εκδόσει του Μάμουκα (τόμ. θ΄, σελ. 128 κ.ε.), εξ ης αναδημοσιεύεται ενταύθα το Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος, το ψήφισμα τούτο, προστεθεί εν τέλει αυτού, κατά την § α΄ της ΛΖ΄ συνεδρίας της 5ης Μαΐου 1827, φέρει εν συνόλω, μετά των υπογραφών του Προέδρου και του Γραμματέως της Συνελεύσεως, 169 υπογραφάς πληρεξουσίων. Το πρωτότυπο, εξ ου αντέγραψεν ο Μάμουκας το κείμενον του Συντάγματος, έφερε, προφανώς, τας υπογραφάς ταύτας - τούτο, άλλωστε, συνάδει προς την § β΄ της αυτής συνεδρίας, καθ’ ην “... ενεκρίθη ομοφώνως και υπεγράφη παρά πάντων των πληρεξουσίων”.


Ωσαύτως, εν τη εκδόσει του Μάμουκα (ενθ. αν. σελ. 151 κ.ε.) το κείμενον του ψηφίσματος τούτου παρουσιάζει καί τινας άλλας, ασημάντους, διαφοράς. Ενταύθα δημοσιεύεται, ως έχει εν τω νη΄ άριθ. 239 κωδ. (σελ. 37 - 39) της Βιβλιοθήκης της Βουλής, πλην της παρά τον αριθμόν της προσθήκης του Κώδικος των Ψηφισμάτων, και της ανεπτυγμένης χρονολογίας.