Μετάβαση στο περιεχόμενο

Νόμος 2215/1994

Από Βικιθήκη
ΝΟΜΟΣ υπ’ αριθ. 2215 της 11 Μαΐου 1994 (ΦΕΚ 77 Α΄)
Ρύθμιση θεμάτων της απαλλοτριωμένης περιουσίας της έκπτωτης βασιλικής οικογένειας της Ελλάδας



1. Ο ν. 2086/1992 «Κύρωση της μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και του τέως Βασιλέως Κωνσταντίνου σύμβασης που καταρτίστηκε με την υπ’ αριθμ. 10573/1992 πράξη της συμβ/φου Αθηνών Στυλιανής Χαντζιάρα – Λέλη (ΦΕΚ 172 Α΄), καταργείται από την ημέρα που ίσχυσε.

2. Η 10573/3.6.1992 πράξη της συμβολαιογράφου Αθηνών Στυλιανής Χαντζιάρα – Λέλη θεωρείται άκυρη από την ημέρα που υπογράφηκε.

3. Αίρονται, από τότε που επήλθαν, οι κάθε είδους έννομες συνέπειες του ν. 2086/1992 και της 10573/3.6.1992 πράξης της συμβολαιογράφου Αθηνών Στυλιανής Χαντζιάρα – Λέλη.

1. Ανήκει στο Ελληνικό Δημόσιο, κατά κυριότητα, νομή και κατοχή η ακίνητη και κινητή περιουσία του έκπτωτου Βασιλιά Κωνσταντίνου Γλύξμπουργκ και των μελών της πρώην βασιλικής οικογένειας, που περιγράφεται στο ν.δ. 225/1973 «Περί απαλλοτριώσεως ακινήτου και κινητής περιουσίας του τέως Βασιλέως και μελών της βασιλικής οικογένειας» (ΦΕΚ 278 Α΄), που διατηρήθηκε σε ισχύ με τα άρθρα 1 και 2 της Συντακτικής Πράξης της 1/1.8.1974 (ΦΕΚ 213 Α΄) και με το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος της 8.12.1974, με το οποίο καθορίστηκε η μορφή του Πολιτεύματος και το οποίο ενσωματώθηκε στις διατάξεις των άρθρων 1 και 110 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς και στους συνημμένους στο παραπάνω ν.δ. πίνακες απαλλοτριωθέντων κινητών πραγμάτων και σχεδιαγράμματα των απαλλοτριωθέντων ακινήτων, ανεξάρτητα από το ειδικό νομικό καθεστώς των επί μέρους πραγμάτων που ίσχυε κατά την συντέλεση της απαλλοτρίωσης. Ως προς τα πράγματα που ανήκαν κατά κυριότητα στο Ελληνικό Δημόσιο, η συντέλεση της απαλλοτρίωσης κατά το ν.δ. 225/1973 νοείται ως επαναφορά των πραγμάτων αυτών στη νομή, κατοχή και χρήση του Ελληνικού Δημοσίου.

2. Στα βιβλία μεταγραφών και υποθηκών γίνεται μνεία του νόμου αυτού, είτε αυτεπάγγελτα είτε με αίτηση του Υπουργού Οικονομικών ή του Προέδρου της Επιτροπής, που συνιστάται με τις διατάξεις του άρθρου 3 του επόμενου άρθρου.

1.Συνιστάται επταμελής Επιτροπή, αποτελούμενη από:

α)ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, ως Πρόεδρο,

β)έναν πάρεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ως Αντιπρόεδρο και

γ)από έναν εκπρόσωπο των Υπουργών Προεδρίας της Κυβέρνησης, Εσωτερικών, Οικονομικών, Γεωργίας και Πολιτισμού.

2. Η συγκρότηση της παραπάνω Επιτροπής γίνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Με αποφάσεις του ίδιου Υπουργού γίνεται και η αντικατάσταση ή συμπλήρωση ή αναπλήρωση των μελών της Επιτροπής αυτής.

3. Στις αρμοδιότητες της Επιτροπής ανήκουν: α)Η απογραφή των πραγμάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, ως και η διεκδίκηση όσων δεν βρίσκονται σήμερα υπό τον έλεγχο, εποπτεία και φύλαξη του κράτους, β) η διενέργεια όλων των αναγκαίων πράξεων διοίκησης και διαχείρισης των πραγμάτων αυτών, γ) η παράδοση των παραπάνω πραγμάτων στις δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα ή επιχειρήσεις της παραγράφου 1 και 4 του άρθρου 4 του νόμου αυτού και δ) η άσκηση κάθε άλλης αρμοδιότητας, που θα ανατεθεί σε αυτήν με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών σε σχέση με τα πράγματα αυτά.

4. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται ο τρόπος λειτουργίας της Επιτροπής αυτής, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού.

1.Η Επιτροπή του προηγούμενου άρθρου θα παραδώσει την κυριότητα ή τη χρήση ή απλώς τη διοίκηση και διαχείριση των πραγμάτων, της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, στις δημόσιες υπηρεσίες, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου του δημόσιου τομέα, δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης οποιουδήποτε βαθμού, επιχειρήσεις που τελούν υπό τον άμεσο ή έμμεσο έλεγχο του Κράτους, ανεξάρτητα από τη νομική τους μορφή, που καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, το οποίο εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Πολιτισμού και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού. Με το ίδιο προεδρικό διάταγμα καθορίζεται και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

2.Το ακίνητο ΜΟΝ ΡΕΠΟ (MON REPOS) που βρίσκεται στην Κέρκυρα παραχωρείται κατά κυριότητα στο Δήμο Κερκυραίων. Η έπαυλη που βρίσκεται σε αυτό θα χρησιμοποιείται ως μουσείο ή για την πραγματοποίηση πολιτιστικών εκδηλώσεων ή για άλλους συναφείς σκοπούς, οι οποίοι εναρμονίζονται με το χαρακτήρα και τη φύση του κτήματος τούτου ως αρχαιολογικού χώρου και ιστορικού τύπου, όπως ειδικότερα καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού.

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Εσωτερικών και Πολιτισμού, μετά από γνώμη του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Κερκυραίων, καθορίζονται τα θέματα σχετικά με τη συντήρηση, διαχείριση και λειτουργία του κτήματος, της έπαυλης και των κάθε είδους εγκαταστάσεων, συστατικών και παραρτημάτων του ακινήτου αυτού, με ιδιαίτερη μέριμνα για τη διευκόλυνση της αρχαιολογικής έρευνας και την αξιοποίησή του ως αρχαιολογικού χώρου και πολιτισμικού μνημείου, καθώς και κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

3. Τα κτήματα Δεκελείας (Τατοΐου) Αττικής και Πολυδενδρίου Αγιάς Λάρισας περιέρχονται στη διοίκηση και διαχείριση του Υπουργείου Γεωργίας, το οποίο διοικεί και διαχειρίζεται αυτά κατά τις ισχύουσες διατάξεις.

Με κοινή απόφαση των Υπουργών Γεωργίας και Πολιτισμού προσδιορίζονται τα ιστορικά μνημεία και χώροι που βρίσκονται μέσα στα κτήματα αυτά Η ευθύνη και η επιμέλεια συντήρησης, διαχείρισης και λειτουργίας τούτων ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού.

Με προεδρικό διάταγμα, που εκδίδεται ύστερα από πρόταση του Υπουργού Γεωργίας, καθορίζονται οι ειδικότεροι σκοποί που εξυπηρετούν τα κτίρια, κτίσματα και ιδιαίτεροι χώροι, πλην των παραπάνω ιστορικών μνημείων και χώρων, που βρίσκονται μέσα στα παραπάνω κτήματα ο φορέας ή οι φορείς στους οποίους ανατίθεται η διοίκηση, διαχείριση και η χρήση αυτών, καθώς και κάθε λεπτομέρεια αναγκαία για την εφαρμογή της διάταξης αυτής.

4.Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση του υπουργικού συμβουλίου, μπορεί να παραχωρούνται τμήματα των ακινήτων της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού σε ιδρύματα, για την ανέγερση, στο πλαίσιο των σκοπών τους, νοσηλευτικών μονάδων ή κέντρων ιατρικών ερευνών, εφόσον αυτό εναρμονίζεται με τη δασική μορφή των ακινήτων αυτών, καθώς και την ανάγκη προστασίας της πολιτιστικής φυσιογνωμίας τους.

Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται ύστερα από πρόταση των Υπουργών Οικονομικών, Γεωργίας, Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Πολιτισμού, κυρώνονται συμβάσεις μεταξύ του Ελληνικού Δημοσίου και των παραπάνω ιδρυμάτων, που υπογράφονται σε σχέση ή με αφορμή ή αιτία τις πιο πάνω παραχωρήσεις τμημάτων των ακινήτων αυτών, καθώς επίσης κυρώνονται τροποποιήσεις των ιδρυτικών πράξεων ή των καταστατικών των παραπάνω οργανισμών ή ιδρυμάτων.

1.Φόροι κληρονομίας, φόροι ακίνητης περιουσίας και έκτακτες εισφορές που έχουν βεβαιωθεί με οποιονδήποτε τρόπο, καθώς και όλες οι σχετικές προσαυξήσεις, πρόστιμα, τέλη χαρτοσήμου, έξοδα διοικητικής εκτέλεσης και ποσά που έχουν βεβαιωθεί υπέρ τρίτων, εφόσον αφορούν τα ακίνητα ή τα κινητά πράγματα της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, διαγράφονται.

Διαγράφονται επίσης οι φόροι εισοδήματος, με τις σχετικές προσαυξήσεις και πρόστιμα, εφόσον πηγή του εισοδήματος αυτού ήταν η καλλιέργεια ή εκμίσθωση ή άλλη συναφής εκμετάλλευση των ακινήτων αυτών.

Οι σχετικές πράξεις των Δημοσίων Οικονομικών Υπηρεσιών (Δ.Ο.Υ.), φορολογικού ή ταμειακού χαρακτήρα, ανακαλούνται αυτοδίκαια.

Οι δίκες που εκκρεμούν ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων ή του Συμβουλίου της Επικρατείας και έχουν ως αντικείμενο τους παραπάνω φόρους, προσαυξήσεις, ή πρόστιμα και λοιπές καταργούνται.

Τα ποσά που έχουν καταβληθεί από τους υπόχρεους, για τους παραπάνω φόρους, προσαυξήσεις, πρόστιμα και λοιπές σχετικές επιβαρύνσεις μπορεί να αναζητηθούν.

Το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να προτείνει σε συμψηφισμό οποιαδήποτε ληξιπρόθεσμη αξίωσή του κατά των ίδιων προσώπων.

Τέτοια ληξιπρόθεσμη αξίωση, που αποκλείει την αναζήτηση των παραπάνω ποσών, θεωρείται και η αξίωση για αυτούσια επιστροφή των κινητών πραγμάτων της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, που έχουν αφαιρεθεί από τον έκπτωτο βασιλιά ή τα μέλη της πρώην βασιλικής οικογένειας, στην κατάσταση που αυτά βρίσκονταν πριν από την αφαίρεσή τους.

2.Μισθωτικές συμβάσεις που έχουν συναφθεί με οποιονδήποτε μισθωτή σε ακίνητα της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, συνεχίζονται μεταξύ του μισθωτή και του Ελληνικού Δημοσίου. Το Ελληνικό Δημόσιο μπορεί να καταγγείλει αζημίως τις συμβάσεις αυτές, αν αυτό επιβάλλεται για την προστασία και την ανάδειξη του ιστορικού, μνημειακού, αρχαιολογικού, δασικού ή άλλου συναφή χαρακτήρα του ακινήτου στο οποίο βρίσκεται το μίσθιο.

3.Εμπράγματες ή ενοχικές συμβάσεις, πλην των μισθωτικών συμβάσεων της προηγούμενης παραγράφου, οι οποίες αφορούν ακίνητα ή κινητά πράγματα της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του νόμου αυτού, θεωρούνται άκυρες από τότε που έχουν συναφθεί. Οι σχετικές σημειώσεις στα βιβλία μεταγραφών και υποθηκών διαγράφονται αυτεπάγγελτα ή με αίτηση του Υπουργού Οικονομικών ή και του Προέδρου της Επιτροπής του άρθρου 3 του νόμου αυτού.


1.Όσα εκ των κινητών πραγμάτων του άρθρου 2 του νόμου αυτού διέφυγαν με οποιονδήποτε τρόπο από την εποπτεία και φύλαξη του κράτους και ιδιαίτερα εκείνα, τα οποία είναι ιστορικού ενδιαφέροντος ή αρχαιολογικής αξίας ή έργα τέχνης, αναζητούνται σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.

2.Το Δημόσιο δύναται να στραφεί και κατά παντός τρίτου, ο οποίος συνέτεινε, με δόλο ή αμέλεια, στη φυγάδευση των κινητών πραγμάτων.

3.Τα Δικαστήρια, οι Ανακριτές και Εισαγγελικές Αρχές των Αθηνών είναι κατά τόπο αρμόδιες για την εκδίκαση των αγωγών αιτήσεων λήψεως μέτρων, ενδίκων μέσων ή βοηθημάτων, καθώς και για τη διερεύνηση των ποινικών ευθυνών, όσον αφορά την παραπάνω περιουσία.

4.Ένδικα βοηθήματα ή μέσα, ενώπιον οποιουδήποτε δικαστηρίου, απορρίπτονται ως απαράδεκτα, αν ο διάδικος χρησιμοποιεί για τον προσδιορισμό της ταυτότητάς του παλαιούς τίτλους ευγενείας ή την ονομασία πολιτειακού αξιώματος που κατείχε, ακόμη και με την ένδειξη πρώην ή τέως ή άλλη συναφή.

5.Ελληνική ιθαγένεια στον Κωνσταντίνο Γλύξμπουργκ και στα μέλη της οικογένειάς του, μετά τη λήξη της ισχύος του ιδιαίτερου νομικού καθεστώτος που διείπε την ιθαγένειά τους πριν τη μεταβολή της μορφής του πολιτεύματος, αναγνωρίζεται και αποδεικνύεται μόνον εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)Εφόσον διατυπωθεί ενώπιον του ληξιάρχου Αθηνών ρητή και ανεπιφύλακτη δήλωση σεβασμού στο Σύνταγμα, αποδοχής και αναγνώρισης του πολιτεύματος της Προεδρευομένης Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας και του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος της 8ης Δεκεμβρίου 1974, με το οποίο καθορίσθηκε κατά τρόπο μη υποκείμενο σε μεταβολή η μορφή του πολιτεύματος.

β)Εφόσον δηλωθεί, ρητά και ανεπιφύλακτα, ενώπιον του ιδίου ληξιάρχου παραίτηση από τις κάθε είδους διεκδικήσεις, οι οποίες συνδέονται με την κατά το παρελθόν άσκηση πολιτειακού αξιώματος ή της κατοχής οποιουδήποτε τίτλου.

γ)Εφόσον συντελεσθεί εγγραφή στα μητρώα αρρένων ή τα δημοτολόγια δήμου ή κοινότητας του κράτους με όνομα, επώνυμο και τα λοιπά αναγκαία κατά νόμον στοιχεία ταυτότητας.

Η συνδρομή των παραπάνω προϋποθέσεων διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών. Διαβατήρια, ταξιδιωτικά και άλλα συναφή έγγραφα που έχουν χορηγηθεί στα πρόσωπα αυτά ακυρώνονται αυτοδικαίως, εφόσον δεν συντρέχουν οι παραπάνω προϋποθέσεις.

1. Κάθε διάταξη νόμου ή κανονιστικής πράξης, που είναι αντίθετη με τις διατάξεις του παρόντος νόμου, καταργείται.

2. Η ισχύς του νόμου αυτού αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Παραγγέλλομε τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως και την εκτέλεσή του ως νόμου του Κράτους.