Μικρό επεισόδιο

Από Βικιθήκη
Μικρὸ ἐπεισόδιο
Συγγραφέας:


Τῆς Λάρισσας παλάτι,
ἄδειο παλάτι ἐρμιᾶς,
πῶς ἔδειχνε στὸ μάτι
τὰ φῶτα τῆς χαρᾶς;

Ἐκεῖ, στρωμένοι ἀπάνου
σὲ πεύκια μαλακά,
στρατιώταις τοῦ Σουλτᾶνου
συντρώγαν ὥς ἀργά.

Ἐσχίζαν μὲ τὰ χέρια
ψητὸ κλεμμένο ἀρνί·
λὲς κ' εἶχαν τὰ μαχαίρια
γιὰ σάρκα ζωντανή.

Εἶχε μαζί τους λάχει
λεβέντης Γερμανός,
ποῦ δείχτηκε στὴ μάχη
τῶν Τοῦρκων ἀδελφός.

Μία σφαῖρα νὰ σφυρίξῃ
δὲν ἄφινε, χωρὶς
ἕνα Γραικὸ νὰ ρίξῃ
γιὰ πάντα καταγῆς.

Νὰ πάρουν λίγο ἀγέρα
ἐπρόβαλαν πολλοί,
κ' εἶδαν γυναῖκα πέρα
σὰ φάντασμα νὰ βγῇ.

Σὲ σπίτι, ποὖχε ἡ φλόγα
μαύρη σκορπίσει ἐρμιά,
ἡ δόλια ἐμοιρολόγα
μὲ ξέπλεκα μαλλιά.

'Σ ἕνα σημάδι ἀκόμη
δὲν τοὺς ἀράζει ὁ νοῦς·
πότε νὰ ποῦν μία γνώμη,
πότε μίαν ἄλλη ἀκοῦς.

- Σὰν τέτοιαις ὥραις βγαίνει,
λάμια γρηὰ εἶν' αὐτή -
- Μωρὲς παιδιά, βυζαίνει
ὁλόγυμνο παιδί.

Δὲν ἔχει τὸ φεγγάρι
ἀσπράδα ὡραία, καθὼς
ἐκεῖνο τὸ μαστάρι,
ὁποὖναι πειρασμός.

Πᾶμε! Ἡ φωναὶς κ' οἱ κρότοι
ἄς πάψουνε, παιδιά,
τὸ πλούσιο φαγοπότι
κι' ἄλλη ζητάει χαρά.

Νὰ σχίσῃ τὸν ἀέρα
μίαν ἄχνα δὲν ἀκοῦς·
κοντὰ εἶν' ἡ περιστέρα
στοὺς ἄγριους κυνηγούς.

Ποιά τουφεκιὰ τοὺς κλέφτει
μία τέτοιαν ἡδονή;
Στὸ βρόντημά της πέφτει
καὶ μάνα καὶ παιδί.

Γυρνοῦν καὶ σκούζουν ὅλοι
μὲ μούγκρισμα θυμοῦ:
- Ἀνάθεμα στὸ βόλι
τ' ἀνόητου Γερμανοῦ!

Ναίσκε! Θὰ δείξῃ ὁτ' εἶναι
φιλάνθρωπη καρδιά,
λυτρόνοντας αὐτήνε
ἀπ' ἄνομα φιλιά.

Τέτοια ζητάει νὰ πράξῃ,
μισῶντας τὰ σκυλιά,
πὤχουν τὸ βιό του ἀλλάξει
μὲ κλέφτικα χαρτιά.

Κατόπι, γιὰ τὸ κρῖμα
φιλέγδικης ὀργῆς,
πάει στοῦ Χριστοῦ τὸ μνῆμα
καὶ γένεται Χατζής.