Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας/Μώμος
Εμφάνιση
←Μώμεμφις | Λεξικόν της Ελληνικής Αρχαιολογίας Συγγραφέας: Μῶμος |
Μώριος→ |
Δείτε στη Βικιπαίδεια: Μώμος |
Μῶμος, υἱός τῆς Νυκτὸς, ὁ θεὸς, ἢ ἡ προσωποποίησις, τῆς μομφῆς καὶ κατηγορίας (Ἡσίοδ. Θεογ. 214. — Λουκ. Ἑρμότ. Κ). Διερράγη ἐκ πείσματος διότι δὲν εὗρε τί νὰ ψέξῃ εἰς τὴν Ἀφροδίτην.