Μετάβαση στο περιεχόμενο

Λεξικόν Γεωγραφικόν/Α/Αγενώ

Από Βικιθήκη
Λεξικὸν Γεωγραφικόν
Ἀγενώ
Δείτε επίσης: σχετικό λήμμα.


Ἀγενὼ, πολ. Γαλ. πέριξ Στραζβοὺργ παρὰ τὸν Μόδερ ποταμὸν, βιομ. μεγάλα φυτοκομεῖα ῥιζαρίου γνεστήρια βάμβακος κατ. 9,697.