Λατρεία

Από Βικιθήκη
Λατρεία
Συγγραφέας:


Πῶς εἶσαι πλάσμα οὐρανικὸ τὸ ξέρω,
ἀλλὰ τοῦ κάκου ἐλπίδα θρέφω ἐγὼ
ἕνα δῶρο τῆς γῆς νὰ σοῦ προσφέρω,
ποῦ νὰ πρέπῃ σὲ πλάσμα οὐρανικό.

Στρώνω τὸ χῶμα ὅπου πατεῖς μὲ ὡραῖα,
παρθενικὰ λουλούδια τ' Ἀπριλιοῦ,
τὴ μαύρη τοῦ θανάτου ὅμως ἰδέα,
ζῶντας γιὰ λίγο αὐτά, φέρνουν στὸ νοῦ.

Δὲν ἔχουν ἄλλη τύχη ὅσα τραγούδια
ταὶς χάραις σου ἀγωνίζονται νὰ ποῦν·
ἄχ! τῆς καρδιᾶς μου εἶναι φτωχὰ λουλούδια,
λίγο καὶ τοῦτα ὡσὰν καὶ τ' ἄλλα ζοῦν.

Τί βλάβει! Ἂν δῶρο ἀθάνατο κἀνένα
δὲ βρίσκεις, ἄγγελέ μου, ἐδῶ στὴ γῆ,
τὴ φλόγα τῆς λατρείας πὤχω γιὰ σένα
πρόθυμα δέξου· εἶν' ἄλλου κόσμου αὐτή.