Η πρώτη εσπέρα της Αυτοκρατορίας

Από Βικιθήκη
Η πρώτη εσπέρα της αυτοκρατορίας
Συγγραφέας:


Η ΠΡΩΤΗ ΕΣΠΕΡΑ ΤΗΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑΣ
ΧΑΡΑΚΤΗΡ ΕΙΣ ΠΡΑΞΙΝ ΜΙΑΝ
ΠΡΟΣΩΠΑ
Αύγουστος, Λιβία.
Η σκηνή επί της αυτοκρατορίας του Αυγούστου.
Λιτή αίθουσα εις την οικίαν του Αυγούστου, την κειμένην επί του Παλατίνου και ανήκουσαν άλλοτε εις τον ρήτορα Ορτήσιον. Η Λίβια και ο Αύγουστος ίστανται πλησίον του παραθύρου, όθεν φαίνεται το Καπιτώλιον, το όρος Αβεντίνον μετά των κήπων και των ναών, οι λόφοι οι επί των οχθών του Τιβέρεως και η πεδιάς μετά των μεγαλοπρεπών μνημείων, άτινα στολίζουσι κατά μήκος την Αππίαν οδόν. Νυξ και σιγή βαθεία επικρατεί.


ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Ιδέ την μεγαλοπρεπή θέαν της κοσμοκράτορος, ήτις ως ο λέων κοιμάται απειλητική και σοβαρά. Της κοσμοκράτορος εγώ είμαι κύριος. Το όνειρόν μου επραγματοποίηθη. Ήδη τα πάντα δύναμαι. Λιβία, τί ζητείς απ’ εμού;

ΛΙΒΙΑ. Τίποτε.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Τίποτε; Αλλά τότε γίνεσαι ανωτέρα εμού· όστις ουδενός έχει ανάγκην, περιφρονεί τον πάντα δυνάμενον. Η απάντησις είναι ψυχρά και φίλαυτος.

ΛΙΒΙΑ. Ίσως.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Λιβία, εκ των περί εμέ συ μόνη είσαι σκυθρωπή· τί σκέπτεται η μυστηριώδης ψυχή σου;

ΛΙΒΙΑ. Είμαι όπως πάντοτε· δεν εκπλήττομαι.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Και όμως υπάρχουσιν όνειρα, άτινα πραγματοποιούμενα εκπλήττουσιν.

ΛΙΒΙΑ. Όχι τους αξίους τοιούτων ονείρων.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Είσαι αίνιγμα. Η ψυχρότης σου δεν δικαιολογείται. Μη είσαι παρωργισμένη κατ’ εμού, διότι…

ΛΙΒΙΑ. Ω! σίγα! η Λιβία είναι ανωτέρα της προδοσίας, δεν συνηθίζει να λυπήται δια τα όργια του Αυγούστου και προσέχει μάλλον να διατηρήση την δόξαν αυτού ή την καρδίαν.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Αλλά και η εστεμμένη κεφαλή επιτρέπεται να έχη καρδίαν, Λιβία, και η καρδία ανήκει εις σέ.

ΛΙΒΙΑ. Ευχαριστώ δια το δώρον. (Δεικνύουσα την πόλιν). Προ μικρού παρωμοίασας την Ρώμην με λέοντα· ο λέων ούτος δεν συνήθισεν εισέτι τας αλύσεις και η αύριον τίς οίδε τί κυοφορεί. Όστις έχει εν τω νω μεγάλα σχέδια και άκραν εν τη καρδία φιλοδοξίαν, πρέπει να υποτάσση εις αυτήν πάντα τα λοιπά αισθήματα. Η καρδία, Καίσαρ, είναι λέξις κενή· και διά της χειρός κρατούσι τας αλύσεις.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Ικανόν αίμα έχυσα μέχρι τούδε.

ΛΙΒΙΑ. Αίμα; τίς ζητεί αίμα. Ηξεύρεις πώς αι εταίραι σαγηνεύουσι και υποτάσσουσι τους νέους; Ύπαγε περί τον ιππόδρομον να μάθης.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. (Λαμβάνων την χείρα της Λιβίας). Διά της υποκρισίας;

ΛΙΒΙΑ. (Αποσύρουσα την χείρα αυτής). Η τρυφερότης ας λείπη. Ναι, διά της υποκρισίας. Οι διεύθυνοντες τους λαούς είναι επίσης κωμωδοί· έχουσι τα δάκρυα εις το όμμα και την ειρωνείαν εις την καρδίαν· την μετριοφροσύνην εις το ήθος και αλαζονείαν άκραν εν τη ψυχή· ο ασπασμός αυτών είναι ενίοτε νεύμα προς τον δήμιον.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Λιβία, είσαι καλλιτέρα των αξιωμάτων σου.

ΛΙΒΙΑ. Πιθανόν, αλλά λέγουσιν ότι δεν έχω χείλη. Στερούμαι του οργάνου δι’ ού εκδηλούται η αγάπη.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Λοιπόν ουδ’ εμέ αγαπάς;

ΛΙΒΙΑ. Αγαπώ ειλικρινώς την δόξαν σου· δεν αρκεί τούτο;

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Όχι· επιθυμώ σύντροφον προσφιλή, χαρίεσσαν και ευαίσθητον· όλαι αι λαθραίαι ηδοναί, όλαι αι εφήμεροι συναντήσεις ταχέως λησμονούνται. Παραμυθίαν ευρίσκει και ο αυτοκράτωρ αυτός εις την συζυγικήν εστίαν· ο άνθρωπος έχει ανάγκην αγάπης μάλλον ή δόξης.

ΛΙΒΙΑ. (Μειδιώσα). Υπό τον αυτοκράτορα υπάρχει ο άνθρωπος. Πάντοτε μικρός, ταπεινός δούλος των αισθήσεων. Ταλαίπωρον βρέφος! αλλ’ αν έχης ανάγκην θωπείας δεν δύνασαι να βαστάσης στέμμα. Είμαι ωραία απόψε;

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Παράποτε.

ΛΙΒΙΑ. Ωραιοτέρα της Κλεοπάτρας;

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Αναμφισβήτως.

ΛΙΒΙΑ. Επεθύμεις ν’ ανταλλάξης την νίκην του Ακτίου χάριν εμού;

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. (Σύνοφρυς). Λιβία, μ’ εμπαίζεις.

ΛΙΒΙΑ. Ω! Δεν παίζω· είμεθα μόνοι και ομιλώ ειλικρινώς. Ιδού εγώ και το κάλλος μου, ιδού η Ρώμη και το στέμμα· προσφέρεις το έν εις το άλλο;

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Αλλά με ανήκουσιν αμφότερα.

ΛΙΒΙΑ. Όταν πρόκηται περί εμού μάλιστα. Αλλά πάντοτε η παρούσα γυνή σε φαίνεται ωραία και δεν είμαι συνήθως εγώ μετά σού.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Ζηλοτυπείς; ιδού λοιπόν πόθεν η ψυχρότης σου.

ΛΙΒΙΑ. Απατάσαι. Επιθυμώ να μη γίνης Αντώνιος.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Αλλ’ επιτέλους είσαι σύζυγός μου.

ΛΙΒΙΑ. Το ενθυμείσαι ενίοτε· και όμως είμαι σύζυγος του αυτοκράτορος όστις έχει ανάγκην συμβούλου.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Και αγάπης.

ΛΙΒΙΑ. Οι βασιλείς εμπνέουσι τρόμον και τα γύναια εμπνέουσιν αγάπην.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. (Περιφερόμενος βιαίως). Τρόμον λέγεις; Αλλά φρίκην ενέπνευσα μέχρι τούδε. Με εκάλεσαν δήμιον, το ενθυμείσαι; τρόμον!…

ΛΙΒΙΑ. Συρίζω τον υποκριτήν· διότι παραφέρεται υπερμέτρως.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. (Συνερχόμενος). Είπες αλήθειαν.

ΛΙΒΙΑ. Εγώ ήτις, εκτός εις σέ, λέγω την αλήθειαν επί τοσούτον ώστε να πιστεύωμαι ψευδομένη. Εσκέφθης πώς θα διοικήσης την Ρώμην;

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Ακόμα δεν εσκέφθην.

ΛΙΒΙΑ. Αλλ’ αν προλάβη τας σκέψεις σου ο λαός;

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Έχω τον Αγρίππαν.

ΛΙΒΙΑ. Ο Αγρίππας δεν είναι Αύγουστος και οι Ρωμαίοι ενόσω διατηρούσι την αρχαίαν καρδίαν είναι όλοι Αγρίππαι· ο Καίσαρ ήτο ανώτερός σου.


(Μακρόθεν ακούεται άσμα αδόμενον υπό χορού νέων.)

        
H Ρώμη υπό δουλικής ραστώνης κατεβλήθη
και το αρχαίον φρόνημα κατέπεσε ταχέως.
Δημοκρατία, μετά σού η δόξα εκοιμήθη·
και δεν υπάρχει σήμερον ο έσχατος Ρωμαίος.

Οκτάβιε, εχάθησαν αι Ίδαι του Μαρτίου
και άνδρας πλέον δεν γεννά η Ρώμη η ανδρεία;
Άρχε λοιπόν του σιγηλού αυτού νεκροταφείου.
Ο Βρούτος … είναι ήδη χους και χειρ δεν μένει μία.

Άρχε αφόβως· οι νεκροί ποτέ δεν επιστρέφουν·
τώρα εις στήθη γυναικών ομνύουσιν οι νέοι·
όχι με δάφνην, με κισσόν το μέτωπόν των στέφουν.
Αλλά της Ρώμης η σκιά εις την σκοτίαν κλαίει.


(Η φωνή απομακρυνομένη απολήγει εις σιγήν. Ο Αύγουστος διαρκούντος του άσματος φαίνεται παρωργισμένος, ενώ η Λιβία μένει απαθής).


ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Η φωνή αυτή πρέπει να σιγήση διά παντός.

ΛΙΒΙΑ. Άσματα παιδίων· δος εις αυτά άσματα επικούρεια και θα τα προτιμήσωσιν.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Άσματα παιδίων! αλλά με ταράττουσι, Λιβία.

ΛΙΒΙΑ. Τί; νομίζεις λοιπόν ότι δωρεάν παραχωρείται η αυτοκρατορία; Ο νικητής ο κοιμώμενος επί των δαφνών αυτού ταχέως ηττάται. Οι χειρώνακτες μόνον κοιμώνται βαθέως και ησύχως.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Το γνωρίζω· αλλ’ άρά γε διά τούτο δεν είναι αθλία η τύχη των ηγεμόνων;

ΛΙΒΙΑ. (Συνοφρυουμένη). Η πρώτη ημέρα θα είναι λοιπόν και η τελευταία της αυτοκρατορίας; Έν άσμα σε ετάραξεν επί τοσούτον; Αλλά παράλαβε τους ποιητάς· ας ψάλλωσι τον οίνον και την μέθην, και ουδείς θα ψάλλη πλέον τα άσματα της δημοκρατίας.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Λιβία, υπήρξες ο αγαθός μου δαίμων ανέκαθεν. Θα ακολουθήσω τας συμβουλάς σου. Διά τους πολέμους έχω τον Αγρίππαν, διά την ειρήνην τον Μαικήναν. Δι’ αυτού προστατεύοντος την ποίησιν και την καλλιτεχνίαν θα εισάξω εις την Ρώμην ήθη επικούρεια, θα καταστρέψω το αρχαίον φρόνημα. Οι λατρεύοντες την ελευθερίαν θα λατρεύσωσι τον οίνον και την Λαΐδα, οι υμνούντες τον Βρούτον θα υμνήσωσι τον Πρίαπον και οι κρατεροί εις τον πόλεμον θ’ αποχαυνωθώσι διά της ειρήνης.

ΛΙΒΙΑ. (Χειροκροτούσα) Εύγε· είσαι άξιος της αυτοκρατορίας.

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ. Αλλ’ ενώ οι άλλοι θ’ ασπάζονται την Λαΐδα, δεν είναι δίκαιον ν’ ασπασθώ την σύζυγόν μου;

ΛΙΒΙΑ. (Σβύνουσα την λαμπάδα). Ανήκω εις τον αυτοκράτορα.