Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η μάνα (Παράσχος)

Από Βικιθήκη
Ἡ μάνα
Συγγραφέας:


…Τρέχει νερὸ κρυστάλλι
κι' ὅσαις μανάδες τὤπιανε κἀμμιὰ παιδὶ δὲν κάνει·
νὰ τὦχε πιεῖ καὶ ἡ μάνα μου νὰ μὴ μ' εἶχε γεννήσει.
(Ἐκ δημοτικοῦ ᾄσματος)


Ἄς ὀνομάσουνε σκληρὰ τὰ λόγια μου καὶ πλάνα
καὶ τὴν ἀλήθεια βλάσφημη ψευτιὰ κι' ἀγνωμοσύνη·
ὁ μεγαλείτερος ἐχθρὸς τ' ἀνθρώπου εἶν' ἡ Μάνα!
Γιατὶ ἐκείνη μᾶς γεννᾷ, αὐτὴ ζωὴ μᾶς δίνει.

Ἄχ, ναί· ὅλ' ἡ ἀγάπη της, ἡ ἄσωστη στοργή της,
τ' ἀκοίμητο νανούρισμα, τὸ γάλα, τὸ φιλί της,
ὅλα ἐκεῖνα τὰ καλά, ὁποῦ μιὰ μάνα κάμει,
εἶναι νεροῦ σταλαγματιὰ καὶ τὸ κακὸ ποτάμι.

Ξέρει τί εἶναι ἡ ζωή, καλὰ τηνὲ γνωρίζει·
ξέρει πὼς λύπη τῆς ζωῆς σημαίνει τὴν καμπάνα,
καὶ ὅμως τὴν ζωὴ αὐτὴ κ' εἰς ἄλλον τὴν χαρίζει!
Μάνα δὲν γίνουνται ποτὲ ἀνίσως ἦταν μάνα...

Ν' ἀντιλαλῇ ἀπὸ παιδὶ ἀκούω στὸν ἀέρα
τῆς εὐτυχίας τ' ὄνομα καὶ νύχτα καὶ ἡμέρα·
μὰ τότε μόνο ἡ χαρὰ στὸν κόσμο θεν' ἀνθίσῃ,
ὅταν ἡ μάναις στειρωθοῦν κ' ἡ ἀνθρωπότης σβύσῃ!