Μετάβαση στο περιεχόμενο

Η κατάκτηση του ψωμιού/Κατοικία

Από Βικιθήκη

Η κατοικία

[Επεξεργασία]

Όσοι παρακολουθούν προσεκτικά τη μεταβολή των απόψεων των εργατών θα έχουν προσέξει ότι ασυναίσθητα οι εργάτες συμφωνούν σε ένα σημαντικό ζήτημα, αυτό της κατοικίας. Είναι ένα βέβαιο γεγονός: στις μεγάλες πόλεις της Γαλλίας, και σε πολλές μικρές, οι εργάτες φθάνουν σιγά-σιγά στο συμπέρασμα ότι τα σπίτια όπου κατοικούν δεν είναι καθόλου ιδιοκτησία εκείνων τους οποίους το Κράτος αναγνωρίζει ως ιδιοκτήτες.

Είναι μια εξέλιξη που λαμβάνει χώρα στις ψυχές, και δεν μπορεί κανείς πια να πείσει το λαό ότι το δικαίωμα ιδιοκτησίας επί των σπιτιών είναι δίκαιο.

Το σπίτι δεν έχει κτισθεί από τον ιδιοκτήτη. Έχει κατασκευασθεί, διακοσμηθεί, επενδυθεί με ταπετσαρίες από εκατοντάδες εργάτες, τους οποίους η πείνα έσπρωξε μέσα στα εργοτάξια και η ανάγκη της επιβίωσης ταπείνωσε, ώστε να δεχτούν έναν κουτσουρεμένο [rogne] μισθό.

Τα χρήματα που δαπανήθηκαν από τον υποτιθέμενο ιδιοκτήτη δεν ήταν προϊόν της προσωπικής του εργασίας. Τα είχε συσσωρεύσει, όπως όλον τον πλούτο του, πληρώνοντας σε εργάτες τα δύο τρίτα ή μόνο το μισό από αυτό που τους όφειλε.

Στο τέλος -εδώ η υπερβολή είναι ολοφάνερη- το σπίτι οφείλει την πραγματική του αξία στο κέρδος που ο ιδιοκτήτης μπορεί να βγάλει από αυτό. Αλλά αυτό το κέρδος θα υπάρχει στην περίπτωση που το σπίτι χτίστηκε σε μια πόλη οδοστρωμένη, που φωτίζεται με υγραέριο, που έχει συγκοινωνία με άλλες πόλεις, που συγκεντρώνει στους κόλπους της εγκαταστάσεις για τη βιομηχανία, το εμπόριο, την επιστήμη, την τέχνη και στολίζεται με γεφύρια, αποβάθρες, αρχιτεκτονικά μνημεία, προσφέροντας στον κάτοικό της μύριες ανέσεις και διασκεδάσεις[1] άγνωστες στο χωριό -μια πόλη που είκοσι, τριάντα γενιές εργάστηκαν για να την καταστήσουν κατοικήσιμη, να την καταστήσουν υγιεινή [assainir] και να την ομορφύνουν.

Η αξία ενός σπιτιού σε ορισμένες συνοικίες του Παρισιού είναι ένα εκατομμύριο λίρες, όχι επειδή για την κατασκευή του χρειάστηκε δουλειά αξίας ενός εκατομμυρίου λιρών, αλλά επειδή βρίσκεται στο Παρίσι. Επειδή, για αιώνες, οι εργάτες, οι καλλιτέχνες, οι διανοούμενοι, οι σοφοί και οι λογοτέχνες συνέβαλαν στο να καταστεί το Παρίσι αυτό που είναι σήμερα: ένα βιομηχανικό, εμπορικό, πολιτικό, καλλιτεχνικό και επιστημονικό κέντρο. Επειδή έχει ένα παρελθόν. Επειδή οι δρόμοι του είναι γνωστοί, χάρη στη λογοτεχνία, τόσο στην επαρχία όσο και στο εξωτερικό. Επειδή είναι προϊόν της εργασίας δεκαοκτώ αιώνων, πενήντα γενεών ολόκληρου του γαλλικού έθνους [de toute la nation francaise].

Ποιος λοιπόν έχει το δικαίωμα να ιδιοποιείται το πιο μικρό κομμάτι, το ελάχιστο [intime] τμήμα αυτού του εδάφους ή το τελευταίο κτίριο, χωρίς να διαπράττει μια κατάφωρη αδικία; Ποιος λοιπόν έχει το δικαίωμα να πωλεί στον οποιονδήποτε έστω και το πιο μικρό κομμάτι της κοινής κληρονομιάς;

Εκεί κάτω, λέμε εμείς, διαμορφώνεται η συμφωνία μεταξύ των εργατών. Η ιδέα της δωρεάν κατοικίας έχει διακηρυχθεί ρητά κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του Παρισιού, όταν ζητούσαμε την καθαρή[2] και ρητή αναστολή [remise pure et simple] των όρων που επικαλούνταν οι ιδιοκτήτες. Η ίδια ιδέα εκφράστηκε επίσης κατά της διάρκεια της Κομμούνας του 1871, όταν οι Παρισινοί εργάτες περίμεναν από το Συμβούλιο της Κομμούνας μια αντρίκεια [virile] απόφαση για την κατάργηση των ενοικίων. Θα είναι επίσης η πρώτη έγνοια των φτωχών, όταν ξεσπάσει η Επανάσταση.

Είτε είμαστε σε Επανάσταση είτε όχι, οφείλουμε στον εργάτη μια σκέπη, μια κατοικία. Αλλά, όσο άσχημη, όσο ανθυγιεινή και αν είναι, υπάρχει πάντα ένας ιδιοκτήτης που μπορεί να σε διώξει. Είναι αλήθεια ότι στην Επανάσταση ο ιδιοκτήτης δεν θα βρίσκει δικαστικό κλητήρα ή χωροφύλακες [argousins] για να πετάξει τα ρούχα σου στο δρόμο. Όμως ποιος ξέρει αν αύριο η νέα κυβέρνηση, όσο επαναστατική και αν λέει ότι είναι, δεν θα εγκαθιδρύσει ξανά τη βία και δεν θα εξαπολύσει εναντίον σου τις αστυνομικές δυνάμεις! Είδαμε ότι η Κομμούνα διακήρυξε την αναστολή των όρων, εντούτοις την όρισε μέχρι την 1η Απριλίου μόνο![3]. Μετά τη μέρα αυτή θα έπρεπε κανείς να πληρώσει, μολονότι το Παρίσι ήταν ανάστατο, οι βιομηχανίες δεν λειτουργούσαν, και κάθε επαναστάτης δεν είχε για εισόδημα παρά μόνο τις πενταροδεκάρες του [ses trente sous]!

Πρέπει λοιπόν να ξέρει ο εργάτης ότι, με το να μην πληρώνει τον ιδιοκτήτη, δεν κερδίζει μόνο από την αποδιοργάνωση της εξουσίας. Πρέπει να ξέρει ότι η ελευθερία της κατοικίας είναι αναγνωρισμένη ως αρχή και κατοχυρωμένη, κατά κάποιον τρόπο, από το λαϊκό αίσθημα, ότι η ελεύθερη κατοικία είναι δικαίωμα, διακηρυγμένο ρητά από το λαό.

Θα περιμένουμε λοιπόν αυτό το μέτρο, που ανταποκρίνεται τόσο πολύ στο αίσθημα δικαιοσύνης κάθε έντιμου ανθρώπου, να ληφθεί από τους σοσιαλιστές που θα βρεθούν ανακατεμένοι με τους αστούς σε μια προσωρινή κυβέρνηση; Θα περιμένουμε πολύ καιρό -μέχρι που να επιστρέψουμε στην αντίδραση! [jusqu'au retour de la reaction!]

Να γιατί, αρνούμενοι κορδέλα και πηλίκιο[4] -σύμβολα εξουσίας και δουλείας- και παραμένοντας λαός μέσα στο λαό, οι ειλικρινείς επαναστάτες θα εργαστούν μαζί με το λαό, ώστε η απαλλοτρίωση των σπιτιών να γίνει τετελεσμένο γεγονός. Θα εργαστούν για να δημιουργήσουν ένα ρεύμα ιδεών προς αυτήν την κατεύθυνση. Θα εργαστούν για να εφαρμόσουν τις ιδέες τους, και όταν αυτές θα είναι ώριμες, ο λαός θα προχωρήσει στην απαλλοτρίωση των σπιτιών, χωρίς να δίνει σημασία στις θεωρίες με τις οποίες κάποιοι θα προσπαθήσουν να μπερδέψουν τα βήματά του -αποζημιώσεις στους ιδιοκτήτες και άλλες τέτοιες φανφάρες [billevesees].

Την ημέρα που η απαλλοτρίωση των σπιτιών θα πραγματοποιηθεί, αυτός που τον εκμεταλλεύθηκαν, ο εργάτης, θα έχει κατανοήσει ότι έχει έρθει μία νέα εποχή, ότι δεν θα παραμένει πια με σκυμμένη τη ράχη μπροστά στους πλούσιους και τους ισχυρούς, ότι η Ισότητα είναι κατοχυρωμένη, τη μεγάλη εκείνη ημέρα [au grand jour] που η Επανάσταση θα είναι τετελεσμένο γεγονός και όχι μια θεατρική παράσταση, όπως πολλές φορές είδαμε μέχρι τώρα.

Εάν η ιδέα της απαλλοτρίωσης γίνει δημοφιλής, η πραγματοποίησή της δεν θα σταματήσει καθόλου μπροστά στα εμπόδια με τα οποία αρέσκονται συνήθως να μας απειλούν.

Σίγουρα οι κύριοι με τα γαλόνια, που θα έχουν καταλάβει τις άδειες πολυθρόνες των υπουργείων και της δημαρχίας, δεν θα παραλείψουν να συσσωρεύουν εμπόδια. Θα μιλήσουν για να συμφωνήσουν αποζημιώσεις προς τους ιδιοκτήτες, για να κάνουν στατιστικές, για να ετοιμάσουν μακροσκελείς αναφορές -τόσο μακροσκελείς που θα μπορούν να διαρκέσουν μέχρι τη στιγμή που ο λαός, εξουθενωμένος από τη φτώχεια και την ανεργία, μην προσδοκώντας τίποτε καλό και χάνοντας την πίστη του στην Επανάσταση, θα αφήσει το πεδίο ελεύθερο στους αντιδραστικούς και θα καταλήξει να καταστήσει τη γραφειοκρατική απαλλοτρίωση μισητή σε όλον τον κόσμο.

Σε αυτήν την περίπτωση υπάρχει, στην πραγματικότητα, ένας σκόπελος πάνω στο οποίο όλα μπορούν να καταποντιστούν. Ωστόσο, εάν ο λαός δεν πιστέψει τα ψεύτικα επιχειρήματα, με τα οποία θα προσπαθήσουν να τον γοητεύσουν, εάν καταλάβει ότι μια νέα ζωή απαιτεί νέες μεθόδους και εάν πάρει ο ίδιος το ζήτημα στα χέρια του, τότε η απαλλοτρίωση θα μπορεί να γίνει χωρίς μεγάλες δυσκολίες.

"Μα πώς; Πώς μπορεί να γίνει;" αναρωτιέται κανείς. Θα το πούμε αλλά με επιφύλαξη. Μας απωθεί να χαθούμε στις τελευταίες μικρές λεπτομέρειες των σχεδίων απαλλοτρίωσης. Γνωρίζουμε εκ των προτέρων ότι αυτό που ένας άνθρωπος ή μια ομάδα μπορούν να σκεφτούν σήμερα θα ξεπεραστεί από την ανθρώπινη ζωή [par la vie humaine]. Εκείνη, το έχουμε ήδη πει, θα τα καταφέρει καλύτερα και απλούστερα σε σχέση με όλα αυτά που θα μπορούσε κανείς να της επιβάλει εκ των προτέρων.

Επιπλέον, σκιαγραφώντας τη μέθοδο σύμφωνα με την οποία η απαλλοτρίωση και η αναδιανομή του απαλλοτριωμένου πλούτου θα μπορούσαν να γίνουν χωρίς την παρέμβαση της κυβέρνησης, δεν θέλουμε παρά να απαντήσουμε σε εκείνους που διακηρύσσουν ότι το εγχείρημα είναι αδύνατο. Επιμένουμε όμως να επαναλαμβάνουμε ότι, με κανέναν τρόπο, δεν ισχυριζόμαστε πως συνιστούμε τον ένα ή τον άλλο τρόπο οργάνωσης. Αυτό που έχει σημασία για μας είναι μόνο να δείξουμε ότι η απαλλοτρίωση μπορεί να γίνει με τη λαϊκή πρωτοβουλία και δεν μπορεί να γίνει με άλλον τρόπο.

Πρέπει να προβλέψει κανείς ότι μετά τις πρώτες πράξεις απαλλοτρίωσης [des les premiers actes d'expropriation] θα δημιουργηθούν στη συνοικία, στο δρόμο, στο συγκρότημα κατοικιών ομάδες εθελοντών, που θα έρθουν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους για να πληροφορηθούν τον αριθμό των άδειων διαμερισμάτων, των διαμερισμάτων που είναι υπερπλήρη με πολυμελείς οικογένειες, των ανθυγιεινών κατοικιών, των σπιτιών, που, όντας υπερβολικά μεγάλα για τους κατοίκους τους, θα μπορούσαν να κατοικηθούν από εκείνους που δεν μπορούν να πάρουν ανάσα μες στα καλυβάκια τους. Σε μερικές μέρες αυτοί οι εθελοντές θα φτιάξουν για κάθε δρόμο και για κάθε συνοικία πλήρεις καταλόγους όλων των διαμερισμάτων, υγιεινών και ανθυγιεινών, μικρών και μεγάλων, των βρώμικων σπιτιών και των πολυτελών κατοικιών.

Θα ανακοινώνουν ανοικτά τους καταλόγους τους και σε λίγες ημέρες θα έχουν πλήρεις στατιστικές. Η ψευδής στατιστική μπορεί να φτιαχτεί μέσα στα γραφεία. Η αληθής, ακριβής στατιστική δεν μπορεί παρά να προέρχεται μόνο από το άτομο, προχωρώντας από το απλό στο σύνθετο.

Χωρίς, λοιπόν, να περιμένουν τίποτε από κανέναν, αυτοί οι πολίτες θα πάνε πιθανότατα να βρουν τους συντρόφους τους που κατοικούν σε τρώγλες και θα τους πουν εντελώς απλά: "Αυτήν εδώ τη φορά, σύντροφοι, είναι στ' αλήθεια Επανάσταση. Ελάτε απόψε σε αυτό το μέρος. Όλη η γειτονιά θα είναι εκεί, θα μοιράσουμε τα διαμερίσματα. Αν δεν έχετε δικό σας σπίτι, θα διαλέξετε ένα από τα διαμερίσματα των πέντε δωματίων που είναι διαθέσιμα. Και αφότου θα έχετε μετακομίσει σε αυτά, θα είναι πια τετελεσμένο γεγονός. Ο οπλισμένος λαός θα μιλήσει με αυτόν που τυχόν θα έρθει να σας διώξει!".

"Μα όλος ο κόσμος θα θέλει να έχει διαμέρισμα με είκοσι δωμάτια!", μπορεί να πει κανείς.

Ε, λοιπόν, όχι, δεν είναι αλήθεια! Ποτέ ο λαός δεν ζήτησε να έχει τον ουρανό με τ' άστρα [la lune dans un seau -ακριβής μετάφραση: το φεγγάρι σε κουβά]. Αντιθέτως, κάθε φορά που βλέπουμε το λαό να επανορθώνει μια αδικία, μας εκπλήσσει η κοινή λογική και το αίσθημα της δικαιοσύνης, από τα οποία διακατέχεται η μάζα [la masse]. Την έχουμε δει ποτέ να ζητά τα αδύνατα; Είχαμε δει ποτέ το λαό του Παρισιού να τσακώνεται, όταν πήγαινε να βρει τη μερίδα του ψωμιού ή των καυσόξυλων κατά τη διάρκεια των δύο πολιορκιών;

Κάναμε ουρές με τέτοια αυταπάρνηση που οι ανταποκριτές των ξένων εφημερίδων δεν έπαυαν να θαυμάζουν. Παρόλα αυτά ξέραμε καλά ότι οι τελευταίοι στην ουρά θα περνούσαν την ημέρα χωρίς ψωμί και φωτιά.

Βεβαίως υπάρχουν αρκετά εγωιστικά ένστικτα στα μεμονωμένα άτομα και όχι στις κοινωνίες. Το γνωρίζουμε πολύ καλά αυτό. Αλλά γνωρίζουμε επίσης ότι το καλύτερο μέσο για να ξυπνήσουμε και να θρέψουμε αυτά τα ένστικτα θα ήταν να εμπιστευτούμε το ζήτημα των κατοικιών σε ένα οποιοδήποτε γραφείο. Τότε, πραγματικά, όλα τα άσχημα πάθη θα έβγαιναν στην επιφάνεια. Αυτό θα συνέβαινε με όποιον θα είχε το πάνω χέρι στο γραφείο. Η παραμικρή ανισότητα θα έκανε όλους να διαμαρτύρονται έντονα [ferait pousser des hauts cris], το παραμικρό προνόμιο θα έδινε σε κάποιον το δικαίωμα να φωνάζει για "δωράκια μεταξύ φίλων" [crier aux pots-de-vin][5] -και δικαίως!

Όταν όμως ο λαός ο ίδιος, ενωμένος σε δρόμους, σε συνοικίες, σε οικοδομικά τετράγωνα, αναλάβει να τακτοποιήσει τους κατοίκους των τρωγλών στα υπερβολικά ευρύχωρα διαμερίσματα των αστών, οι ελάχιστες δυσχέρειες, οι μικρές ανισότητες θα αντιμετωπίζονται ως πολύ ασήμαντα ζητήματα [seront prises bien legerement]. Σπάνια επικαλεστήκαμε τα καλά ένστικτα των μαζών [bons instincts des masses]. Το κάναμε ωστόσο μερικές φορές κατά τη διάρκεια των επαναστάσεων, όταν επρόκειτο να σώσουμε τη βάρκα που καταποντιζόταν [lorsqu'il s'agissait de sauver la barque qui sombrait] -και ποτέ δεν κάναμε λάθος. Ο μεροκαματιάρης πάντοτε ανταποκρινόταν στο κάλεσμα των μεγάλων ιστορικών στιγμών [grands devouements].

Θα γίνει το ίδιο στην επόμενη Επανάσταση.

Παρόλα αυτά, πιθανόν να υπάρξουν αδικίες. Δεν μπορούμε να τις αποφύγουμε. Υπάρχουν άτομα στις κοινωνίες μας που κανένα μεγάλο γεγονός δεν θα τους κάνει να εγκαταλείψουν τις εγωιστικές τους συνήθειες. Αλλά το ζήτημα δεν είναι να ξέρουμε αν θα υπάρχουν ή δεν θα υπάρχουν αδικίες. Πρέπει να ξέρουμε πώς θα μπορέσουμε να περιορίσουμε τον αριθμό τους.

Ολόκληρη, λοιπόν, η ιστορία, ολόκληρη η εμπειρία της ανθρωπότητας, καθώς και η κοινωνική ψυχολογία [psychologie des societes], είναι εδώ για να πουν ότι το πιο δίκαιο μέσο είναι να εμπιστευθούμε το ζήτημα στους ενδιαφερομένους. Μόνοι τους θα μπορέσουν εξάλλου να λάβουν υπόψη και να διευθετήσουν τις χίλιες λεπτομέρειες που διαφεύγουν κατ' ανάγκην από κάθε γραφειοκρατική διανομή.

Δεν πρόκειται κατευθείαν να κάνουμε μια απολύτως ίση διανομή κατοικιών. Οι δυσχέρειες, ωστόσο, που ορισμένα νοικοκυριά ενδεχομένως αντιμετωπίσουν, θα αποκατασταθούν εύκολα μέσα σε μια κοινωνία καθ' οδόν προς την απαλλοτρίωση [en voie d'expropriation][6].

Δεδομένου ότι οι χτίστες, οι τεχνίτες της πέτρας [les tailleurs de pierre] -οι άνθρωποι των "οικοδομών" με μια λέξη- γνωρίζουν ότι έχουν εξασφαλισμένη την επιβίωσή τους, δεν θα ζητήσουν κάτι καλύτερο από το να αναλάβουν για μερικές ώρες κάθε μέρα τη δουλειά στην οποία είναι συνηθισμένοι. Θα τακτοποιήσουν διαφορετικά τα μεγάλα διαμερίσματα, που χρειάζονταν ένα επιτελείο από υπηρέτες. Και σε μερικούς μήνες θα έχουν εμφανιστεί σπίτια πιο υγιεινά από αυτά της δικής μας εποχής. Και σε εκείνους που δεν θα έχουν στεγασθεί αρκετά καλά, η αναρχική Κομμούνα θα μπορεί να πει:

"Κάντε υπομονή, σύντροφοι! Παλάτια υγιεινά, άνετα και όμορφα, καλύτερα από αυτά που έχτιζαν οι καπιταλιστές, θα ανεγερθούν στο έδαφος της ελεύθερης πόλης. Θα ανήκουν σε εκείνους που θα τα έχουν πιο πολύ ανάγκη. Η αναρχική Κομμούνα δεν χτίζει σπίτια έχοντας υπόψη τα εισοδήματα. Τα μνημεία που ανεγείρει για τους πολίτες της, προϊόντα του συλλογικού πνεύματος, θα αποτελέσουν παράδειγμα για ολόκληρη την ανθρωπότητα -θα είναι δικά μας!".

Εάν ο επαναστατημένος λαός απαλλοτριώσει τα σπίτια και διακηρύξει τη δωρεάν κατοικία, την κοινοκτημοσύνη των κατοικιών και το δικαίωμα κάθε οικογένειας σε μια υγιεινή κατοικία, η Επανάσταση θα έχει πάρει από την αρχή ένα κομμουνιστικό χαρακτήρα και θα βρεθεί σε ένα δρόμο από όπου δεν θα μπορεί κανείς να τη βγάλει εύκολα. Θα έχει καταφέρει ένα θανάσιμο χτύπημα στην ιδιοκτησία.

Η απαλλοτρίωση των κατοικιών φέρει λοιπόν το σπόρο ολόκληρης της κοινωνικής Επανάστασης. Από τον τρόπο που αυτή θα γίνει θα εξαρτηθεί ο χαρακτήρας των γεγονότων. Είτε θα ανοίξουμε ένα φαρδύ, μεγάλο δρόμο στον αναρχικό Κομμουνισμό, είτε θα παραμείνουμε να τελματώνουμε [patauger] στη λάσπη του αυταρχικού ατομικισμού [individualisme autoritaire].

Είναι εύκολο να προβλέψουμε τις χίλιες αντιρρήσεις που κάποιοι θα μας φέρουν, κάποιες θεωρητικής τάξεως, άλλες εντελώς πρακτικές.

Αφού προτίθενται να διατηρήσουν την κατάφωρη αδικία με κάθε τίμημα, θα μιλήσουν σίγουρα στο όνομα της δικαιοσύνης: "Δεν είναι ντροπή", θα φωνάξουν, "που οι Παριζιάνοι αρπάζουν για τους εαυτούς τους τα ωραία σπίτια και αφήνουν τις καλύβες στους χωρικούς;". Ας μην παγιδευόμαστε. Αυτοί οι λυσσασμένοι με τη δικαιοσύνη [enrages de la justice] αντάρτες ξεχνούν, με μια στροφή της διάθεσης, που είναι γνώρισμά τους, την εξόφθαλμη αδικία της οποίας γίνονται υποστηρικτές.

Λησμονούν ότι στο Παρίσι το ίδιο ο εργάτης ασφυκτιά μέσα σε μια τρώγλη -ο ίδιος, η γυναίκα του και τα παιδιά του- τη στιγμή που από το φέρετρό του βλέπει το παλάτι του πλούσιου. Λησμονούν ότι ολόκληρες γενιές χάνονται σε υπερπληθείς συνοικίες, λόγω έλλειψης αέρα και ήλιου, και ότι το να αποκαταστήσουμε αυτήν την αδικία θα έπρεπε να είναι το πρώτο καθήκον της Επανάστασης.

Ας μην καθυστερούμε αυτές τις ενδιαφέρουσες απαιτήσεις. Γνωρίζουμε ότι η ανισότητα, που πραγματικά θα υπάρχει ακόμη μεταξύ του Παρισιού και του χωριού, είναι από εκείνες που θα ελαττώνονται καθημερινά. Το χωριό δεν θα υστερεί στο να δίνει στους κατοίκους του σπίτια πιο υγιεινά από τα σημερινά, όταν ο χωρικός θα έχει πάψει να είναι το αχθοφόρο ζώο του κτηματία, του εργοστασιάρχη, του τοκογλύφου και του Κράτους. Για να αποφύγουμε μια αδικία προσωρινή και διορθώσιμη, πρέπει να διατηρήσουμε την αδικία που υπάρχει εδώ και αιώνες;

Ούτε όμως οι καθ' αυτό πρακτικές αντιρρήσεις είναι ισχυρές.

"Ορίστε", θα μας πει κανείς, "ένας φτωχοδιάβολος. Με στερήσεις κατάφερε να αγοράσει ένα σπίτι αρκετά μεγάλο για να στεγάσει την οικογένειά του. Είναι τόσο ευτυχισμένος. Θα τον πετάξετε κι αυτόν στο δρόμο;"

Όχι βέβαια! Αν το σπίτι του μόλις φτάνει να στεγάσει την οικογένειά του, να το κατοικήσει, αλίμονο! Να καλλιεργεί τον κήπο κάτω από τα παράθυρά του! Τα παλικαριά μας, αν χρειαστεί, θα πάνε οι ίδιοι να του δώσουν ένα χέρι βοήθειας. Όμως, αν υπάρχει στο σπίτι του ένα διαμέρισμα που το νοικιάζει σε κάποιον άλλον, ο λαός θα πάει να βρει αυτόν τον άλλο και θα του πει: "Ξέρετε, σύντροφε, ότι δεν οφείλετε πλέον τίποτε στους παλιούς ιδιοκτήτες [vieux]; Μείνετε στο διαμέρισμά σας και μην πληρώνετε πια τίποτε. Καθόλου μη φοβάστε στο εξής τον δικαστικό επιμελητή, έχουμε Σοσιαλισμό [c'est la Sociale]! "

Αν ο ιδιοκτήτης καταλαμβάνει από μόνος του είκοσι δωμάτια, αν στη συνοικία υπάρχει μια μητέρα με πέντε παιδιά, που στεγάζονται σε ένα μόνο δωμάτιο, ε, λοιπόν, ο λαός θα πάει να δει εάν ανάμεσα στα είκοσι δωμάτια υπάρχουν κάποια που, μετά από μερικές επιδιορθώσεις, θα μπορούσαν να γίνουν ένα όμορφο μικρό σπίτι για τη μητέρα με τα πέντε παιδιά. Δεν θα είναι αυτό πιο δίκαιο από το να αφήσουμε τη μητέρα και τα πέντε παιδιά μέσα στην τρώγλη και τον πάμπλουτο κύριο [monsieur a l'engrais] μέσα στο παλάτι; Εξάλλου ο κύριος γρήγορα θα τα καταφέρει καλά. Αφού δεν θα έχει πια υπηρέτες για να τακτοποιούν τα είκοσί του δωμάτια, η κυρία του [sa bourgeoise] θα ενθουσιαστεί να απαλλαχθεί από το μισό διαμέρισμα.

"Μα αυτό θα είναι πλήρης ανατροπή", θα φωνάξουν οι υποστηρικτές της τάξης. "Οι μετακομίσεις δεν θα τελειώσουν! Πόσο μάλλον αν θα πετάξετε όλον τον κόσμο στο δρόμο και ρίξετε κλήρο για τα διαμερίσματα!". Ε, λοιπόν, είμαστε πεπεισμένοι ότι αν δεν αναμειχθεί κανένα είδος κυβέρνησης, και αν όλη η μεταβολή παραμείνει εμπιστευμένη στα χέρια των ομάδων που θα εμφανιστούν αυθόρμητα για αυτήν τη δουλειά, οι μετακομίσεις θα είναι λιγότερες από αυτές που πραγματοποιούνται στη διάρκεια ενός μόνο χρόνου ως αποτέλεσμα της πλεονεξίας των ιδιοκτητών.

Υπάρχουν σε όλες τις πόλεις τόσα πολλά ακατοίκητα διαμερίσματα, που θα επαρκούσαν να στεγάσουν σχεδόν την πλειοψηφία των κατοίκων των τρωγλών. Όσο για τα παλάτια και τα πολυτελή διαμερίσματα, πολλές εργατικές οικογένειες δεν θα τα ήθελαν έτσι κι αλλιώς -δεν μπορούν να τους εξυπηρετήσουν, αν δεν συντηρούνται από πολυάριθμο υπηρετικό προσωπικό. Επίσης οι κάτοικοί τους θα αναγκάζονταν σύντομα να ψάξουν για κατοικίες λιγότερο πολυτελείς, όπου οι κυρίες-υπάλληλοι των τραπεζών [mesdames les banquieres][7] θα μαγείρευαν μόνες τους. Και σιγά-σιγά, χωρίς να χρειάζεται να συνοδεύουμε τον τραπεζίτη με συνοδεία λογχοφόρων σε μια σοφίτα, και τον κάτοικο της σοφίτας στο παλάτι του τραπεζίτη, ο πληθυσμός θα μοιραστεί ειρηνικά στις υπάρχουσες κατοικίες, κάνοντας τη μικρότερη δυνατή ανακατωσούρα [remue-menage]. Δεν βλέπουμε τις αγροτικές Κομμούνες να μοιράζουν μεταξύ τους αγρούς, ενοχλώντας τόσο λίγο τους κατόχους των αγροτεμαχίων, που μένει μόνο να επιβεβαιώσουμε την ευθυκρισία και τη διορατικότητα των διαδικασιών στις οποίες καταφεύγει η Κομμούνα; Λιγότεροι αγροί αλλάζουν χέρια υπό τη Ρωσική Κομμούνα, απ' ό,τι υπό καθεστώς ατομικής ιδιοκτησίας, που διαρκώς φέρνει ενώπιον των δικαστηρίων τις όποιες διαφορές. Και θέλουν να μας κάνουν να πιστέψουμε ότι οι κάτοικοι μιας μεγάλης ευρωπαϊκής πόλης θα είναι πιο ηλίθιοι ή λιγότερο οργανωτικοί από τους ρώσους ή ινδούς χωρικούς!

Εξάλλου κάθε επανάσταση περιλαμβάνει μια κάποια ανατροπή της καθημερινής ζωής, και αυτοί που ελπίζουν να περάσουν μια μεγάλη κρίση, χωρίς οι κυρίες τους [leur bourgeoise] να ενοχληθούν ποτέ από την κουζίνα τους, διακινδυνεύουν να απογοητευτούν. Μπορούμε να αλλάζουμε κυβέρνηση, χωρίς ο καλός αστός να καθυστερήσει ποτέ στην ώρα του δείπνου του. Αλλά δεν αποκαθιστούμε έτσι τα εγκλήματα μιας κοινωνίας προς αυτούς που τη θρέφουν.

Υπάρχει μια ανατροπή, είναι σίγουρο. Μόνο που πρέπει αυτή η ανατροπή να μην είναι ανώφελη, πρέπει να μειώνεται στο ελάχιστο. Και -δεν κουραζόμαστε να το επαναλαμβάνουμε- μόνο αν απευθυνόμαστε στους ενδιαφερομένους, και όχι σε γραφεία, θα έχουμε τον ελάχιστο αριθμό δυσχερειών για όλον τον κόσμο.

Ο λαός διαπράττει το ένα λάθος πάνω στο άλλο, όταν έχει να επιλέξει στις κάλπες μεταξύ των βολεμένων, που ψηφοθηρούν για την τιμή να τον εκπροσωπούν και αναλαμβάνουν να κάνουν τα πάντα, να γνωρίζουν τα πάντα, να οργανώνουν τα πάντα. Όμως, όταν ο λαός πρέπει να οργανώσει αυτό που γνωρίζει καλά, αυτό που τον αγγίζει άμεσα, το καταφέρνει καλύτερα από όλα τα γραφεία που πιθανόν να υπάρχουν. Δεν το είδαμε αυτό στην Κομμούνα; Και στην πρόσφατη απεργία του Λονδίνου; Δεν το βλέπουμε καθημερινά σε κάθε αγροτική Κομμούνα;


Σημειώσεις:

1. (παρ. 5): "...διασκεδάσεις...". Έτσι μετέφρασα το "agrements", αν και θα μπορούσε να μεταφραστεί και ως "στολίδια".
2. (παρ. 8): "remise pure et simple". Νομίζω ότι είναι νομικός όρος, επομένως η πλήρης μετάφραση είναι: "αναστολή [remise] απαλλαγμένη από αιρέσεις και προθεσμίες (δηλαδή, από όρους που μπορεί να ανατρέπουν το αποτέλεσμα, με την επέλευση κάποιου γεγονότος ή την πάροδο κάποιας προθεσμίας) [pure] και χωρίς άλλους παρεπόμενους όρους ή ρήτρες [simple]". Αν κανείς/καμία με γνώσεις γαλλικής νομικής ορολογίας της εποχής του συγγραφέα έχει καμιά καλή ιδέα για αυτή τη φράση, θα ήμουν ευγνώμων για τη διόρθωση.
3. Διάταγμα της 30ής Μαρτίου. Με αυτό το διάταγμα ανεστάλησαν οι όροι του Οκτωβρίου 1870, του Ιανουαρίου και του Απριλίου 1871 (σημείωση στο πρωτότυπο).
4. (παρ. 12): "κορδέλα και πηλίκιο". Εννοεί την κορδέλα που φορούν τιμώμενα πρόσωπα και -ακόμη και σήμερα- τοπικοί άρχοντες (και όχι μόνο) στη Γαλλία από τον ώμο διαγώνια προς τη μέση, και το αντίστοιχο καπέλο αξιωματούχου.
5. (παρ. 23): "crier aux pots-de-vin", το μετέφρασα ως "φωνάζει για δώρα μεταξύ φίλων". Ωστόσο, νομίζω ότι μεταφράζεται εξίσου καλά "φωνάζει/διαμαρτύρεται για δωροδοκίες".
6. (παρ. 28): Νομίζω ότι ακούγεται λίγο περίεργα αυτό το "καθ' οδόν προς την απαλλοτρίωση". Θα περίμενε κανείς να έλεγε "καθ' οδόν προς..." κάποια κοινωνική κατάσταση όπου η ιδιοκτησία δεν θα υπάρχει ή θα υπάρχει με ιδιαίτερο κοινωνικό περιεχόμενο (αν μπορεί να γίνει αυτό), π.χ. προς την κοινωνική ιδιοκτησία, προς τον κομμουνισμό, προς την κοινοκτημοσύνη. Υποθέτω ότι στο νου του κάτι τέτοιο θα είχε και ο Κροπότκιν, αλλά μάλλον εσκεμμένα δεν χρησιμοποιεί όρο που να εκφράζει το μελλοντικό παγιωμένο αποτέλεσμα, γιατί αυτό θα δημιουργούσε ιδεολογικές και θεωρητικές συγχύσεις. Η απαλλοτρίωση είναι απαλλοτρίωση, δεν υπάρχει και μεγάλο περιθώριο αποκλίνουσων ερμηνειών. Έτσι, το άφησα κι εγώ "απαλλοτρίωση", παρά το κακόηχο της φράσης [μια κοινωνία οδεύει προς την απαλλοτρίωση!!!], γιατί όποια άλλη λέξη θα ήταν παραποίηση του νοήματος κατά τη γνώμη μου. Ο Κροπότκιν φαίνεται πολύ ανοικτός στην ίδια την πραγματικότητα και αρνείται πεισματικά να θεωρητικολογήσει. Ήδη έχει διακηρύξει ότι το να προτείνουμε συγκεκριμένες διαδικασίες εκ τον προτέρων σε ένα κοινωνικό πρόβλημα είναι κάτι αντικειμενικά λανθασμένο. Στη χειρότερη των περιπτώσεων, αποφεύγει τον προσδιορισμό της μετέπειτα κατάστασης γιατί δεν θέλει ούτε να την προκαθορίσει ούτε να θέσει τροχοπέδη στις νέες εξελίξεις. Και μια μεγάλη λέξη για το πού οδεύει η κοινωνία σε ένα κείμενο επαναστατικό [δηλαδή, προτρεπτικό] θα συνέβαλλε ακριβώς στο αντίθετο από αυτό που ο συγγραφέας επιθυμεί, μολονότι σε άλλα σημεία εκφράζεται διαφορετικά -ίσως επειδή δεν θέλει να συγχέουν οι αναγνώστες το μέσο με το αποτέλεσμα, ίσως και για άλλο λόγο. Μπορεί κανείς να ανιχνεύσει τη θέση αυτή που υιοθετεί ο Κροπότκιν, ως προς το τι πρέπει να ειπωθεί και πώς, και σε άλλα σημεία του κεφαλαίου.
7. (παρ. 40): "mesdames les banquieres". Μήπως η μετάφραση είναι: "οι κυρίες των τραπεζιτών"; Διότι μέχρι και την εποχή του Κροπότκιν, λέξεις που εξέφραζαν αξιώματα είχαν δύο γένη (αρσενικό και θηλυκό), και το θηλυκό μπορούσε να αποδίδεται όχι μόνο σε γυναίκα αξιωματούχο (κατάλοιπο της φεουδαρχίας και πράγμα σπάνιο, έτσι κι αλλιώς, την εποχή που γράφεται "Η κατάκτηση του ψωμιού") αλλά και στη σύζυγο του αξιωματούχου, για παράδειγμα: le president - la presidente. Αργότερα το θηλυκό γένος των λέξεων αυτών έπαψε να χρησιμοποιείται.

Πίνακας περιεχομένων