Η αξία της ζωής
Η αξία της ζωής Συγγραφέας: |
Περιοδικό «Γράμματα» τεύχος 3, Απρίλιος 1911 |
Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ
«Ὁ λογισμὸς δὲν ὀφείλει νὰ παραδεχτεῖ πῶς, ἂν θάνατος θὰ πῆ ἐκμηδένηση, ἀνυπαρξία, κατάλυση τῆς συνείδησης καὶ τῆς μνήμης, ἡ ἐπίγεια ζωὴ χάνει ὅλη τὴν ἀξία της; -Τὰ πράγματα τὰ κρίνουμε μὲ τὸ τέλος τους· τὸ πέρας τῆς ζωῆς εἶναι ὁ θάνατους, ὥστε ἡ ζωὴ δὲν ἀξίζει τίποτα.-»
Τέτοιο ἕνα ἐρώτημα ἔβαλε κάποιος συντάκτης τοῦ Γαλλικοῦ περιοδικοῦ «Σύγχρονη Ἀναγέννηση» σὲ μερικοὺς συγγραφεῖς Γάλλους: λογοτέχνες, ἐπιστήμονες καὶ ἀνθρώπους τῆς σκέψης. Τὸ ζήτημα φυσικὰ καθένας τὸ ἀντίκρυσε μὲ τὴν ἀτομικὴ ἰδιοσυγκρασία του: ἀπαισιόδοξα ἢ αἰσιόδοξα: «Γιὰ μένα, ἀπὸ πολλὰ χρόνια ὁ θάνατος σαπίζει κάθε χαρά. Καὶ ὅσο προχωρεῖ ἡ ἡλικία μου, τόσο μοῦ φαίνεται ἀνώφελο τὸ ὅτι γεννήθηκα», λέγει ὁ κ. Rosny. -«Ἐγώ γιὰ μένα δὲν εἶμαι δυσαρεστημένος νὰ στοχάζουμαι πῶς μιὰ μέρα θὰ πεθάνω ὁλότελα. Δὲν θ’ ἀγαποῦσα μιὰ συναυλία ποὺ δὲν θὰ εἶχε τελειωμό. Ἡ ζωή μου ἔχει ἀξία γιὰ μένα ὅταν ζῶ. Σάς χαρίζω τὰ ὑπόλοιπα» ἀπαντᾶ ὁ κ. F. Le Dantee.
Εἶναι ὅμως δίκαιο, εἶναι σωστὸ, ὅλα τὰ πράγματα νὰ τὰ κρίνουμε μὲ τὸ τέλος τους, καὶ ὄχι καθ’ ἑαυτὰ; Ἡ τυραννία τοῦ σκοποῦ, ἡ τελεολογία, μπορεῖ νἄχει ἔννοια στὸν πρακτικὸ βίο, ὄχι ὅμως καὶ σὲ μιὰ τόσο ἀπόλυτη κρίση ποὺ δοκιμάζει νὰ ἀγκαλιάσει τὴν ὕπαρξη. Γιὰ μιὰ τέτοια ἀνάγκη, θὰ χρειάζουνταν μιὰ ὑπερσυνείδηση ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ κυριαρχεῖ σ’ ὅλες τὶς σχετικὲς ἀνθρώπινες συνειδήσεις.
Καὶ ἔπειτα, ἂς ὑποθέσουμε ὅτι ἀντὶ ἡ ζωὴ νὰ καταλήγει στὴν ἀνυπαρξία, κατάληγε σ’ ἕνα σκοπὸ ὡρισμένο ὁποιονδήποτε, γνωστὸ ἢ ἄγνωστο. Κατὰ τὶ θὰ αὔξανε ἡ ἀξία τῆς ζωῆς; Ἀφοῦ φτάναμε στὸ σκοπὸ αὐτὸ μιὰ φορά, ὕστερα, θὰ ἔπρεπε αἰώνια ν’ ἀπολαμβάνουμε τέτοιο ἕνα ἰσχνὸ ἀποτέλεσμα; Ἀλλά, τὸ νὰ φτάσει κανεὶς σ’ ἕναν ὡρισμένο σκοπό, καὶ μετὰ νὰ σταματήσει αἰώνια -γιατὶ αὐτὸ θὰ πῆ σκοπὸς τελικός- δὲν εἶναι καὶ τοῦτο καθαρὴ καὶ ἀπερίφραστη ἀνυπαρξία, ἐκμηδένηση, κυριολεκτικὰ θάνατος;
Καὶ ὕστερα ἀπὸ τὴν ἐπιτυχία αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ τοῦ ὑποθετικοῦ, τὰ μέσα ποῦ διαθέσαμε γιὰ νὰ τὸν φτάσουμε, δηλαδὴ ἡ ἁλυσσίδα τῶν ὡρῶν τῆς ζωῆς, εἶναι πιὰ τέλεια ἀδιάφορα, χωρὶς ἀξία καμμία. Κι’ἂν ἐκ τῶν προτέρων γνωρίζουμε τὸν σκοπὸ ποῦ ἐπιζητᾶ ἡ ζωή, ἢ καὶ μόνο πῶς ἐπιζητᾶ κάποιο σκοπό, θὰ βρισκόμεθα καταδικασμένοι, μὲ βιάση ποῦ θὰ δηλητηριάζει κάθε χαρὰ, κάθε ἐπίγειαν ἡδονή, νὰ τρέχουμε τοὺς βαρετοὺς σταθμοὺς ποὺ θὰ μὰς χωρίζουν ἀπὸ τὸ τελικὸ σκοπό, πρὸς τὸν ὁποῖο θὰ εἶναι ἀποκλειστικὰ καρφωμένα τὰ μάτια μας καὶ τὰ μάτια τῶν ἐπιθυμιῶν μας. -Άπαράλλακτα, ὅπως ὁ ἀσκητὴς-χριστιανὸς ποῦ τεντωμένη κρατεῖ κάθε ὁρμη, κάθε δύναμη, κάθε ἐπιθυμία πρὸς τὴν μετὰ θάνατον μακαριότητα καὶ μὲ τέτοιο κριτήριο ὑποβιβάζει καὶ ἐκμηδενίζει τὴν ἀξία τῆς ζωῆς.
Ἀντίστροφα, ἅμα λείψει τὸ σκόπιμο τέρμα, ὅταν λείψει ὁ τελικὸς σκοπός, ποῦ θὰ χρησίμευε σύγκαιρα καὶ γιὰ κριτήριο τῆς ζωῆς καὶ γιὰ ἀφορμὴ καταδίκης της, ὁρμητικὰ ἐπαναφέρνεται σὲ κάθε στιγμὴ τῆς ὕπαρξης ἀπόλυτη καὶ αὐθύπαρκτη ἀξία.
Κανένας κεντρικός ἄξονας, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν ἄξονα τῆς ἐφήμερης στιγμῆς: Τότε μονάχα ἡ αἰσθαντικότητα ἔχει νόημα· ἡ ἡδονή, ὁ πόνος, τότε μονάχα ἐκφράζουν κἄτι' τὸ μεθῦσι, ἡ ἀνατριχίλα τῆς ζωῆς τότε μονάχα ἀνταμώνουν τὴν πραγματικότητα, σ᾿ ἕνα παρὸν ἀπόλυτο καὶ ἀδιάκοπτο, σ᾿ ἕνα παρὸν ποῦ, στὴν αὐθυπαρξία του µέσα, συγχωνεύει τῆς θύμησης τὰ θαμπὰ εἰκονίσματα, τῆς αἴσθησης τὴν κοφτερὴ λεπίδα, τοῦ μέλλοντος τὶς φανταχτερὲς σκηνοθεσίες.
Ἡ ζωὴ ἔχει ἀξία ἀκριβῶς γιατὶ καταλήγει εἰς τὴν ἀπότομη τοῦ θάνατου καταστροφή.