Ετήσιον Ημερολόγιον του Έτους 1889/Φιλέλλην ποιητής ελησμονημένος
←Σταθεῖτε, μὴ τρέχωμεν! | Ἐτήσιον Ἡμερολόγιον τοῦ Ἔτους 1889 Συγγραφέας: Φιλέλλην ποιητὴς ἐλησμονημένος |
Πρὸς τὴν σελήνην→ |
Σ. Κ. ΣακελλαρόπουλοςΟτε πρό τινος χρόνου λόγιός τις ἀνὴρ ὑπέβαλεν εἰς τὴν ἐν Παρισίοις Σχολὴν τῶν Γραμμάτων πρὸς ἐπίτευξιν τοῦ διδακτορικοῦ ἀξιώματος εἰδικὴν πραγματείαν περὶ τοῦ ποιητοῦ Νεπομουκηνοῦ Λεμερσιὲ [1], ἐξέφρασαν πολλοὶ τὴν ἀπορίαν ἂν ὁ ποιητὴς ἐκεῖνος ἦτο τῷ ὄντι καὶ ἄξιος ἰδίας μελέτης. Πολλοὶ ποιηταὶ καὶ συγγραφεῖς, ἔλεγον, πρέπει ἀληθῶς ὑπὸ μεταγενεστέρων λογίων νὰ ἀνασύρωνται ἀπὸ τῆς λήθης, εἰς ἣν τυχὸν περιέπεσαν, ἀλλὰ διὰ δύο λόγους, ἢ διότι παρεξηγηθέντες ὑπὸ τῶν συγχρόνων ἠδικήθησαν καὶ τούτου ἕνεκα καθῆκον ἔχει ἡ ἐπιστημονικὴ κριτικὴ νὰ στήσῃ ὀρθίαν τὴν μνήμην των ἀποδίδουσα δικαιοσύνην ἔστω καὶ βραδέως εἰς αὐτοὺς ἢ, τοὐναντίον, διότι παρ’ ἀξίαν ὑπὸ τῶν συγχρόνων ἐκτιμηθέντες καλὸν εἶναι νὰ ἐρευνηθῇ τίνων ἕνεκα λόγων πλανηθέντες ἐκεῖναι ὑπὲρ τὸ δέον ἐξετίμησαν ἄνδρας μικρᾶς ἢ καὶ οὐδεμιᾶς ἀξίας. Ἀλλ’ ὁ Λεμερσιὲ, ἔλεγον, εἰς οὐδετέραν τῶν κατηγοριῶν τούτων εἶναι πρέπον νὰ καταταχθῇ· οὔτε οἱ σύγχρονοι αὐτοῦ τὸν ὑπερετίμησαν, ἀλλ’ ἀπ’ ἐναντίας μάλιστα καὶ ὡς δραματικὸς καὶ ὡς λυρικὸς ποιητὴς περιέπιπτεν ἀπὸ ἀποτυχίας εἰς ἀποτυχίαν, ἅπαξ μόνον καὶ παροδικῶς θαυμασθείσης τῆς δραματικῆς του τέχνης, ὅτε ἐδιδάχθη ὁ Ἀγαμέμνων αὐτοῦ, οὔτε πάλιν ἡ περὶ αὐτοῦ κρίσις τῆς συγχρόνου γενεᾶς ἀποδεικνύεται πεπλανημένη. Καὶ ὅμως δὲν ἐθεωρήθη περιττὴ καὶ ματαία πᾶσα περὶ τοῦ ποιητοῦ καὶ τῶν ἔργων αὐτοῦ μελέτη. Ἂν δηλαδὴ ὁ ἐπίμονος ποιητὴς τόσων δραμάτων ἀποτυχόντων καὶ συγγραφεὺς τόσων βιβλίων οὐδόλως ἀναγινωσκομένων δὲν ἠδυνήθη νὰ παραγάγῃ τι βιώσιμον εἰς τὸν ἔπειτα χρόνον, ἀλλὰ τοὐλάχιστον, ἕνεκα τῆς περὶ τὸ νεωτερίζειν μανίας, ἥτις κατεῖχεν αὐτὸν, ἕνεκα τῆς περιέργου αὐτοῦ φιλοδοξίας καὶ τῆς καθ’ ὑπερβολὴν μεγάλης καὶ ἐνδελεχοῦς ποικιλίας τῶν προσπαθειῶν αὐτοῦ εἰς τὸ νὰ διαπρέψῃ εἰς πλεῖστα εἴδη τοῦ λόγου, παρέχει εἰς ἡμᾶς ἀξιοσπούδαστον παράδειγμα τῆς πνευματικῆς καταστάσεως τῶν συγγραφέων τῆς ἐποχῆς του [2].
Καὶ οὕτω μὲν ἔκρινον περὶ τῆς γενομένης ἀποπείρας τοῦ νὰ ἀναστηθῇ ἡ μνήμη τοῦ Γάλλου ποιητοῦ οἱ συμπολῖται αὐτοῦ, ἀλλ’ ἡμεῖς ἔχομέν πως ἐνδιαφέρον καὶ δι’ ἄλλον ἀκόμη λόγον νὰ μὴ ἀφήσωμεν αὐτὸν ἐντελῶς ἐλησμονημένον παρ’ ἡμῖν, διότι ἀνήκει καὶ ὁ Λεμερσιὲ εἰς τὴν μεγάλην καὶ εὐγενῆ χορείαν τῶν φιλελλήνων ποιητῶν.
Μεταξὺ τῶν ἀνδρῶν εἰς ὧν τὴν καρδίαν ἤναψε πῦρ ἐνθουσιασμοῦ ὁ ὑπὲρ ἐλευθερώσεως ἀγὼν τῶν Ἑλλήνων φυσικώτατον εἶναι ὅτι ὑπῆρξαν καὶ πολλοὶ ποιηταὶ εἴτε ἀμέσως τὰ κατορθώματα τῶν ἑλληνικῶν ὅπλων ὑμνήσαντες εἴτε ἐμμέσως ὑπ’ αὐτῶν ἐμπνευσθέντες, τούτους δὲ πάντας ἐπισκιάζουσι μάλιστα ὁ Βύρων καὶ ὁ Βίκτωρ Οὑγὼ ὑπό τινα δὲ ἔποψιν καὶ ὁ Ἐστεμμένας ἐκεῖνος τῆς ἑλληνικῆς δόξης ψάλτης, τοῦ ὁποίου τὴν ἀπὸ τῆς γεννήσεως ἑκατονταετηρίδα συνεώρταζε χθὲς ἀκόμη μετὰ τῆς Βαυαρίας καὶ ἡ εὐγνωμονοῦσα Ἑλλάς.
Ὁ Λεμερσιὲ (Népomucène - Louis Lemercier), προκάτοχος τοῦ Βίκτωρος Οὑγὼ ἐν τῇ Γαλλικῇ Ἀκαδημία, ἐγεννήθη ἐν Παρισίοις κατὰ τὸ 1772 καὶ ἀπέθανεν ἑξήκοντα καὶ ὀκτὼ ἐτῶν τὴν ἡλικίαν κατὰ τὸ 1850. Πολυγραφώτατος ὢν [3] ἔγραψε τραγῳδίας, ὧν ἡ ἀρίστη καὶ καθ’ ὅλου τὸ ἄριστον ἔργον του εἶναι ὁ Ἀγαμέμνων (1797), κωμῳδίας, ἱστορικὰς κωμῳδίας, λυρικὰ ποιήματα μεγάλα καὶ μικρὰ, ἐπικὸν ποίημα Ἀτλαντιάδα, ἐν ᾗ ἡ φαντασία του ἐγέννησεν ὁλόκληρον καινοφανῆ μυθολογίαν διὰ τῆς προσωποποιήσεως ἢ μᾶλλον θεοποιήσεως τοῦ ὀξυγόνου, τῆς βαρύτητος τοῦ φωσφόρου, κτλ. καὶ ἧς ἥρως εἶναι ὁ μεγαλώνυμος Νεύτων (1812), σατυρικὸν ποίημα τὴν Πανυποκρισιάδα, ἀναλυτικὴν σειρὰν μαθημάτων γαλλικῆς γραμματείας καὶ ἄλλα. Ἦτο δὲ καθ’ ὑπερβολὴν τολμηρὸς κατά τε τὰ διανοήματα καὶ τὴν ἔκφρασιν, παραδοξολόγος καὶ ἀλλοκότου πρωτοτυπίας, διὰ τοῦτο δὲ καὶ ἐν τοῖς ἔργοις αὐτοῦ, μάλιστα δὲ τοῖς ποιητικαῖς, τὰ ὁποῖα ὅμως ἐλάχιστα ἀναγινώσκονται, ἀνευρίσκονται ἀναμὶξ καὶ μέρη κάλλιστα καὶ ἱκανῶς λαμπρὰ, ἀλλὰ καὶ παραδοξολογήματα καὶ μωρίαι καὶ ψυχρολογήματα ἀνάλμυρα καὶ γελοῖα. Τὸν εἶχε δὲ καταλάβῃ ἡ τολμηρὰ ἰδέα καὶ ἐπίνοια νὰ μεταρρυθμίσῃ τὴν γαλλικὴν σκηνὴν ἀπαλάττων τὸ δρᾶμα ἀπὸ τοῦ ζυγοῦ τῶν κλασικῶν καὶ μάλιστα ἀπὸ τῶν περιλαλήτων τριῶν ἑνοτήτων καὶ ἀποτρέπων αὐτὸ ἀπὸ ὁδοῦ, ἣν ἐνόμιζε πεπατημένην. Ἀλλ’ ὅμως τὴν μεταρρύθμισιν κατά τε τὴν οἰκονομίαν καὶ τὴν φράσιν προσεπάθησε νὰ κατορθώσῃ διὰ τοῦ γελοίου καὶ ἀλλοκότου τρόπου, ὃν ὑπεδείξαμεν καὶ ὄχι ἀσπαζόμενος τὰς νέας ἀρχὰς τῆς σχολῆς τῶν ῥωμαντικῶν, ἥτις τότε εἶχεν ἀρχίσῃ νὰ ζῇ καὶ νὰ ἐνεργῇ καὶ καθ’ ἧς εἶχε κηρύξῃ ἀμείλικτον πόλεμον. Ἔν τινι μάλιστα δημοσιεύματί του, ὅπερ καὶ παράξενον εἶναι καὶ παράδοξον ἔχει τὴν ἐπιγραφὴν [4], ὑπὸ τόσης κατέχεται ὀργῆς κατὰ τοῦ ἀληθινοῦ ἀρχηγοῦ τῶν ῥωμαντικῶν, τοῦ Οὑγὼ, ὥστε μετὰ Ἰουβεναλείου ἀγανακτήσεως ἀναφωνεῖ·
Περὶ τῆς ἐμμέτρου μεταφράσεως τοῦ Λεμερσιὲ ὀρθῶς λέγει ὁ γράφων ἐν τῇ Revue Critique περὶ τῆς πραγματείας τοῦ Vauthier ὅτι ποῦ μὲν ὁ ποιητὴς, φροντίζων πάντοτε νὰ μένῃ πιστὸς εἰς τοὺς κλασικοὺς κανόνας, ἐπινοεῖ περιέργους μεταφορὰς καὶ ὀνομάζει τὴν σούβλαν, δι’ ἧς ὁ κλέφτης ψήνει τὸ σφακτόν του «le dard aigu roulant sur une flamme ardente,» ποῦ δὲ στιχουρχεῖ κατὰ λέξιν τὴν πεζογραφίαν τοῦ Φωριέλ. Περιλαμβάνει δὲ τὸ πρῶτον τεῦχος τῆς συλλογῆς, ὅπερ καὶ μόνον ἔχω πρὸ ὀφθαλμῶν τριάκοντα καὶ ἐννέα ᾄσματα.
Πλὴν τῶν δύο τούτων τευχῶν ἐξέδωκεν ὁ Λεμερσιὲ καὶ τραγῳδίαν εἰς πέντε πράξεις μὴ διδαχθεῖσαν ἀπὸ σκηνῆς καὶ ἐπιγραφομένην Οἱ μάρτυρες τοῦ Σουλίου [6]. Περὶ τῆς τραγῳδίας ταύτης λέγει ὁ ποιητὴς ἐν τῷ προλόγῳ τοῦ πρώτου τεύχους τῶν Chants héroïques (σελ. 8), ὅστις πρόλογος ἐπιγράφεται Considération sur les chants popoulaires de ľEpire et de la Morée, τὰ ἑξῆς· «Ἡ μακροχρόνιος τῶν Σουλιωτῶν ἀντίστασις καὶ ἡ ὑπὸ τῆς μανίας τοῦ Ἀλῆ πασσᾶ τῶν Ἰωαννίνων καταστροφὴ αὐτῶν, τὰ ὁποῖα τόσον ἐπιτυχῶς περιέγραψεν εἰς τὰ Voyages αὐτοῦ ὁ λόγιος κ. Πουκεβὶλ, πρώην Γενικὸς Πρόξενος ἐν τῇ Ἀνατολῇ ἔδωσαν εἰς ἐμὲ ὑπόθεσιν τραγῳδίας, ἣν ἀπὸ ἑνὸς ἤδη ἔτους ἔχω φιλοπονήσῃ ἐπιγραφομένην Οἱ μάρτυρες τοῦ Σουλίου. Τὸ διεξοδικὸν τοῦτο δρᾶμα ἐλπίζω ὅτι θὰ ἀποδείξῃ ὅτι τῆς νεωτέρας Ἠπείρου τὰ κατορθώματα δὲν εἶναι ὀλιγώτερον ἄξια τῆς ἡμετέρας Μελπομένης ἢ τὰ τῆς ἀρχαίας κτλ.» Δὲν ἠδυνήθη δυστυχῶς καὶ τοὺς Μάρτυρας τοῦ Σουλίου νὰ εὕρω ἐν Ἀθήναις. Τὸ δρᾶμα τοῦτο χαρακτηρίζουσιν ὡς ἀλλόκοτον πάντες οἱ μνημονεύοντες αὐτοῦ. «Δὲν εἶναι δὲ μόνον, λέγει ὁ κ. A. Rebelliau ἐν τῇ Revue Critique, σύμπτωμα τῆς ἐνθουσιώδους καταστάσεως, ἐν ᾗ εὑρίσκετο ἐν ἔτει 1824 εἷς ποιητὴς φιλέλλην, φίλος τοῦ Πουκεβὶλ καὶ τοῦ Φωριὲλ, ἀλλ’ εἶναι ἀκόμη τεκμήριον τῆς ῥωμαντικῆς μανίας τοῦ νὰ τηρῆται μέχρι τῶν ἐλαχίστων ἐν τῇ ποιήσει ἄκρα ἱστορικὴ ἀκρίβεια, εἰς ἣν μανίαν εἶχεν τότε περιπέσῃ καί τινες τῶν πιστοτάτων ὀπαδῶν τῆς κλασικῆς παραδόσεως. Ἐν τῷ δράματι λοιπὸν τούτῳ ἵνα κάλλιον τηρηθῇ ὁ χαρακτὴρ τῆς ἱστορικῆς ἀληθείας, ἐνόμισε πρέπον ὁ ποιητὴς νὰ εἰσαγάγῃ αἰθίοπα ὁμιλοῦντα μὲν εἰς γαλλικοὺς στίχους, ἀλλὰ διαστρεβλώνοντα κατὰ τὴν συνήθειαν τῶν ὁμοφύλων του τὴν γαλλικὴν γλῶσσαν.» Φέρει δὲ ὁ γράφων ὡς παράδειγμα τῆς ἀλλοκότου ταύτης τοῦ Λεμερσιὲ ἐπινοίας μεταξὺ ἄλλων καὶ τοὺς ἑξῆς στίχους τοῦ αἰθίοπος:
Oui, pervers se glisser tel que lâche serpent,
Monter au nid de ľaigle et ľatteindre en rampant;
Mais du reptile moi briser la tête impure
Ἂν συμπολίτης τοῦ ποιητοῦ φοβῆται μήπως ἡ ἀτέλεια τῆς πραγματείας τοῦ G. Vauthier ἐμβάλῃ εἰς πειρασμὸν καὶ ἄλλον καρτερικὸν φίλον ὀχληρὸν ἀναγνωσμάτων νὰ φιλοτεχνήσῃ καὶ ἄλλην περὶ τοῦ Λεμερσιὲ πραγματείαν τελειοτέραν καὶ ἀκριβεστέραν, ἐν ᾧ θὰ ἥρμοζε λέγει [7], νὰ εἶχεν ὁριστικῶς καταπαύσῃ πᾶς περὶ αὐτοῦ λόγος, ἡμεῖς ἀπ’ ἐναντίας θὰ ηὐχόμεθα νὰ ἐβλέπομεν εἰς τὴν καθ’ ἡμᾶς γλῶσσαν πραγματείαν εἰδικὴν ἀναφερομένην εἰς τὰ ἔργα τὰ ἰδίᾳ ἡμᾶς τοὺς Ἕλληνας ἐνδιαφέροντα ξένου ποιητοῦ, ὅστις κρίνεται μὲν ἄξιος λήθης, ἀλλ’ ὃν ὁπωσδήποτε ἐνέπνευσεν ἐν ἡμέραις πονηραῖς τοσοῦτον ἐνθουσιωδῶς ἡ ἀγωνιζομένη Ἑλλάς.
- ↑ Essai sur la vie et les œuvres de Nepomucène Lemercier Thèse présentée à la Faculté des Lettres de Paris, par G. Vauthier, Toulouse 1886.
- ↑ Revue Critique ď histoire et de littérature τῆς 28 μαρτίου 1888.
- ↑ Περὶ τὰ ἑξήκοντα ἔργα του μεγάλα καὶ μικρὰ ἔμμετρα καὶ πεζὰ ἀναφέρουσιν οἱ βιβλιογράφοι καὶ πρὸς τούτοις ἑπτὰ δράματα διδαχθέντα μὲν ἀπὸ σκηνῆς, ἀλλὰ μὴ δημοσιευθέντα.
- ↑ Caïn ou le premier meurtre, parodie — mélodrame (en prose), mèleé de couplets, en trois actes, précédée ďun prologue. Paris 1829.
- ↑ Ἡ ἐπιγραφὴ εἶναι: Chants héroïques des montagnards et matelots Grecs, traduits en vers français par M. Népomucène L. Lemercier, de ľ Institut de France (Académie Française). Paris. Urbain Canel, libraire, Rue Saint-André-des-Arts No 30. Audin, Quai des Augustins No 25. 1824. Καί: Suite des chants héroïques et populaires des soldats et matelots Grecs κτλ. (ὅπως τὸ πρῶτον) 1825. Τὸ δεύτερον τεῦχος δὲν ἠδυνήθην νὰ εὕρω ἐν Ἀθήναις. Τὸ πρῶτον ἔχει ἀναγεγραμμένους ἐν τῷ ἐξωφύλλῳ τοὺς ἐξῆς στίχους·
Ὅποιος τυράννους δὲν ψηφεῖ, — Κ’ ἐλεύθερος ’ς τὸν κόσμον ζῆ. Δόξα, τιμὴ, ζωή του — Εἶν’ μόνον τὸ σπαθί του. - ↑ Les martyrs de Souli, on ľEpire moderne. Tragédie en 5 actes. Paris (Urbain Canel) 1825 in 80.
- ↑ Revue Critique ἔνθα ἀνωτέρω.