Εις τον Βοσσέρ
Εις τον Βοσσέρ Συγγραφέας: |
Νοέμβριος 1886. |
Καλῶς τὸν κύριον Βοσσὲρ εἰς τὴν κλεινήν μας χώρα!
θὰ δῇς σπαθάτους λυγιστοὺς στὴν κάθε μία στράτα,
θὰ δῇς πολλοὺς νὰ ρίχνωνται σὲ μία μπυραδόρα
καὶ ὅλα τὰ ποτήρια της νὰ σπᾶνε καὶ τὰ πιάτα.
Θὰ δῇς πολλοὺς λεβέντηδες στὸ γλέντι νὰ τὸ στρῶνουν
καὶ σὰν νταῆδες ὕστερα λεπτὸ νὰ μὴν πληρώνουν.
Θὰ δῇς στοὺς καφενέδες μας κατακαμαρωμένους
συνταγματάρχας, λοχαγοὺς κι' ὑπασπιστὰς ἀπείρους,
θὰ δῇς καὶ χωροφύλακας κατενθουσιασμένους
νὰ πεταλώνουν κἄποτε βαρβάτους καλογήρους.
Θὰ δῇς νὰ δέρνουν οἱ μικροὶ συχνὰ τοὺς ἀνωτέρους,
ὅλους μας σκλάβους θὰ μᾶς δῇς καὶ ὅλους ἐλευθέρους.
Θὰ δῇς νὰ παίζουν στὰ χαρτιὰ καμπόσοι σπαθοφόροι
ὅλο τὸν πλοῦτο τοῦ στρατοῦ, τὸ ξῖφος καὶ τὸ στέμμα,
θα δῇς νὰ σκύφτουν μερικοὶ ἐμπρὸς στὸ μισοφόρι
καὶ νὰ μονομαχοῦν γι' αὐτό, χωρὶς νὰ χύσουν αἷμα.
Θὰ δῇς μεγάλα πράγματα καὶ ἀνακατοσοῦρα,
γυμνάσια στὰ κουτουροῦ, μαλάκα καὶ φαγοῦρα.
Ἀλλ' ὅμως μὴν ἀπελπισθῇς, ὦ στρατηγὲ μεγάλε,
ἂς μᾶς τρομάξῃ ὅλους μας μιὰ μόνη σου φωνή,
εὐθὺς τὰ δυὸ ποδάρια μας σ' ἕνα παποῦτσι βάλε,
κι' ἂν φᾷς κι' ἐσὺ καμμιὰ σβερκιὰ μὴ σοῦ κακοφανῇ.
Καλὼς τὸν κύριο Βοσσέρ!... σὲ χαιρετοῦμεν ὅλοι!
Allons enfants de la patrie, νὰ πάρωμε τὴν Πόλι.