Το ουράνιον τόξον

Από Βικιθήκη
Τὸ οὐράνιον τόξον
Συγγραφέας:
Δημοσιεύθηκε στο Εθνικόν Ημερολόγιον του Έτους 1892 του Κωνσταντίνου Σκόκου


ΤΟ ΟΥΡΑΝΙΟΝ ΤΟΞΟΝ

Απ’ τὴ στιγμὴ ποῦ ἀσήκωσα τὰ μάτια ’ς ἄλλη σφαῖρα,
Καὶ τὸν Θεὸν ἐζήτησαν οἱ κτύποι τῆς καρδιᾶς,
Σ’ εἶδα νὰ λάμπῃς ἄξαφνα ’σὰ θαῦμα ’ς τὸν αἰθέρα
Καὶ τ’ οὐρανοῦ τὰ κύματα νὰ διώχνῃς, νὰ σκορπᾷς.

Μ’ ἐμάγεψες! καὶ ἐλόγιαζα μὴ ὁ Πλάστης περιμένῃ
Καμμιὰ ψυχὴ ’ς τὸ θρόνο του, ψυχή του ἀγαπητή,
Καὶ μονοπάτι σ’ ἔστελνε εἰς τὴ μακαρισμένη
Γιά ναὔρῃ τὸν παράδεισο, ’ς τὰ νέφη μὴ χαθῇ.


Ἀλλ’ ὁ θνητὸς ἐτόλμησε τὸν Πλάστη νὰ ’ρωτήσῃ·
Τι’ ’ναι πατέρα, ἐρώτησα, ἐκεῖνο ποῦ ὁ οὐρανὸς
Μοῦ δείχνει ’σὰν στεφάνι του, ποῦ λάμπει γιὰ νὰ σβύσῃ,
Μὴν εἶνε ἀγγέλου πέρασμα κι’ ἀφίνει τέτοιο φῶς;

Κ’ ἐκεῖνος μοὖπε: ὅταν ἀκοῦς τὴν πλάσι νὰ μουγκρίζῃ,
Τὰ σύγνεφα νὰ βόγγουνε, κ’ ἐκεῖνο εὐθὺς φανῇ,
Εἶνε ’δικό μου μήνυμα, ποῦ ’ς τὰ στοιχεῖα διορίζει
Νὰ πάψουν πιὰ τὸν πόλεμο καὶ ἡ εἰρήνη ν’ ἁπλωθῇ.

Λοιπὸν ἂν ἦσαι τοῦ Θεοῦ σημαία, ποῦ φέρν’ εἰρήνη,
Ἂν ἦσαι ἀγάπης μήνυμα ’ς τὴ γῆ, ποῦ κ’ ἐγὼ ζῶ,
Γιατί καὶ μέσ’ τὰ στήθη μου δὲν φέρνεις τὴ γαλήνη,
Ποῦ αἰσθάνομαι τὸν πόλεμο καὶ τὸν κατακλυσμό;
Ζάκυνθος

Ανδρεασ Μαρτζωκησ