Δάκρυα στο θάνατο του Ν. Κονεμένου

Από Βικιθήκη
Δάκρυα στο θάνατο του Ν. Κονεμένου
Συγγραφέας:
Ο Νουμάς, τεύχος 242, 8 Απρίλη 1907


Ὄχι ἄνθη γιὰ τὸν τάφο σου, δάκρυα θερμὰ μοῦ δίνει,
Γλυκέ μου φίλε, ὁ πόνος μου, καὶ μὲ καϋμὸ θρηνῶ.
Τόσες γλυκὲς ἐνθύμησες γένουνται τώρα ὀδύνη.
Εἶναι φαρμάκι τὸ φιλὶ τοῦ τάφου, τὸ στερνό.

Γέροντας… κλαίω γέροντα… καὶ παλαιό μου φίλο,
Κ’ ἡ Μοῦσα μου στὸν ποιητὴ θλιμμένη ψάλλει ᾠδή,
Κι ὁ πόνος πνίγει τὴν καρδιὰ… καὶ τρέμει σὰν τὸ φύλλο
Τοῦ φθινοπώρου ποὺ ὁ βορηᾶς τὸ δέρνει στὸ κλαδί.

Φίλε γλυκέ μου, ἐγέλασες μὲ τῆς ζωῆς τ’ ἀστεῖα.
Μ’ ἀγάπησες… κ’ ἐπόνεσες… κ’ ἐδάκρυσες συχνά.
Κ’ ἐγίνηκε τὸ γέλιο σου κ’ ὁ πόνος σου ἁρμονία,
Καὶ μυρουδᾶτα λούλουδα… κι ἀμάραντα σεμνά.

Μέσα στὸν κόσμο ἐπάλεψες… κ’ ἤσουν στὸν κόσμο ξένος.
Τὰ ψέματά του ἐμίσησε τὸ πνεῦμα σου τὸ ἀγνό,
Κι ἀπέθανες παντέρημος,ὡσάν… λησμονημένος,
Ποῦχες καρδιὰ στὰ στήθη σου πλασμένη ἀπὸ οὐρανό.

Ἄχ ! στὴ ζωὴ τὴν ἄχαρη, ποὺ μὺ τρομάρα τόση,
Εἰς τὴν ἀγάπη βρίσκουμε κρυφὴ παρηγοριά,
Ἡ Μοῖρα τὴν ἀπόλαυσι θὰ ἱδῇς νὰ σαβανώσῃ.
Μαζὶ νὰ θάψῃ ἀλύπητα κομμάτι μας καρδιά.

Καὶ Σὺ κομμάτι μου καρδιὰ στὸν τάφο σου μοῦ παίρνεις,
Κι’ ἀξένει ἡ ἐρμιά μου πάντοτε μαζί μὲ τὴ ζωή.
Ἀγαπημένα λόγια σου… πλέον… δὲν θὰ μοῦ στέρνῃς.
Καὶ δὲν θὰ σβύση ἡ θλίψι μου ἕως τὴ στερνὴ πνοή.

Γέροντας κλαίω γέροντα καὶ παλαιό μου φίλο,
Κ’ ἡ Μοῦσα μου στὸν ποιητὴ ψάλλει θλιμμένη ᾠδή,
Κι ὁ πόνος πνίγει τὴν καρδιὰ καὶ τρέμει σὰν τὸ φύλλο
Τοῦ φθινοπώρου, ποὺ ὁ βορηᾶς τὸ δέρνει στο κλαδί.

Κεφαλληνία

Μιχαήλ Γ. Άβλιχος