Βίος Ομήρου (Vita Scorialensis I)
←Πρόκλου Βίος | Vita Scorialensis I Συγγραφέας: Βίοι Ομήρου |
Scorialensis II→ |
Βιογράφοι. Vitarum scriptores graeci minores. Edidit Antonius Westermann. Brunsvigae, 1845, σελ. 27-28. |
Αυτός ο βίος μεταδίδεται, μαζί με τo Scorialensis II, σε περίπου είκοσι χειρόγραφα της Ιλιάδας, με το αρχαιότερο να είναι ο κώδικας του 11ου αιώνα Scorialensis Ω.1.12, που τους έδωσε την ονομασία Vitae Scorialenses. Αυτό είναι πολύ πρόχειρο και δεν περιέχει ουσιαστικά τίποτα μεμονωμένο: μετά την πρώτη παράγραφο είναι συντομογραφία της δεύτερης.[1]
[1] Ὅμηρος ὁ ποιητὴς υἱὸς ἦν κατὰ μέν τινας Μαίονος καὶ Ὑρνηθοῦς, κατὰ δ᾽ ἐνίους Μέλητος τοῦ ποταμοῦ καὶ Κριθηίδος νύμφης. ἄλλοι δ᾽ αὐτοῦ τὸ γένος εἰς Καλλιόπην τὴν Μοῦσαν ἀναφέρουσιν. φασὶ δ᾽ αὐτὸν Μελησιγένη ἢ Μελησιάνακτα κεκλῆσθαι, τυφλωθέντα δ᾽ αὐτὸν ὕστερον Ὅμηρον κληθῆναι· οἱ γὰρ Αἱολεῖς τοὺς τυφλοὺς ὁμήρους καλοῦσιν.
[2] πατρίδα δ᾽ αὐτοῦ οἱ μὲν Σμύρναν, οἱ δὲ Χίον, οἱ δὲ Κολοφῶνα, οἱ δ᾽ Ἀθήνας λέγουσιν. περιιὼν δὲ τὰς πόλεις ᾖδε τὰ ποιήματα. ὕστερον δὲ Πεισίστρατος αὐτὰ συνήγαγεν, ὡς τὸ ἐπίγραμμα τοῦτο δηλοῖ·
- τρίς με τυραννήσαντα τοσαυτάκις ἐξεδίωξε
- δῆμος Ἐρεχθῆος καὶ τρὶς ἐπηγάγετο,
- τὸν μέγαν ἐν βουλαῖς Πεισίστρατον, ὃς τὸν Ὅμηρον
- ἤθροισα σποράδην τὸ πρὶν ἀειδόμενον·
- ἡμέτερος γὰρ κεῖνος ὁ χρύσεος ἦν πολιήτης,
- εἴπερ Ἀθηναῖοι Σμύρναν ἐπῳκίσαμεν.
- τρίς με τυραννήσαντα τοσαυτάκις ἐξεδίωξε
[3] φασὶ δ᾽ αὐτὸν ἐν Ἴῳ τῇ νήσῳ διὰ λύπην ἀποκαρτερήσαντα τελευτῆσαι διὰ τὸ μὴ λῦσαι τὸ ζήτημα τὸ ὑπὸ τῶν ἁλιέων αὐτῷ προτεθέν. ὁ μὲν γὰρ ἐπιστὰς ἤρετο·
- ἄνδρες ἀπ᾿ Ἀρκαδίης ἁλιήτορες, ἦ ῥ᾽ ἔχομέν τι;
οἱ δ᾽ ἀπεκρίναντο·
- ὅσσ᾽ ἕλομεν λιπόμεσθ᾿, ὅσα δ᾽ οὐχ ἕλομεν φερόμεσθα.
ἐπιγέγραπται δ᾽ ἐν τῷ μνήματι αὐτοῦ·
- ἐνθάδε τὴν ἱερὴν κεφαλὴν κατὰ γαῖα καλύπτει,
- ἀνδρῶν ἡρώων κοσμήτορα, θεῖον Ὅμηρον.
Σημειώσεις
[Επεξεργασία]- ↑ West, Martin L. (2003). Homeric hymns. Homeric apocripha. Lives of Homer, LOEB Classical Library, σελ. 308.