Από τα Βιτώλια. Συνέντευξις με εν μέλος του κομιτάτου.

Από Βικιθήκη
ΑΠΟ ΤΑ ΒΙΤΩΛΙΑ. ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΙΣ ΜΕ ΕΝ ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΜΙΤΑΤΟΥ.
Συγγραφέας:


(Του απεσταλμένου συντάκτου μας)

Εις τα Βιτώλια είχον την… ευτυχίαν και την τιμήν να γνωρισθώ με έναν εκβουλγαρισθέντα Μακεδόνα διδάσκαλον, μέλος του κομητάτου, ονομαζόμενον Κάρεφ.

Με τον άνθρωπον αυτόν εγνωρίσθην κατά τύχην εις το ξενοδοχείον το «Μοναστήριον», ή «Οτέλ Μοναστήρ» όπως το λένε εις τα Βιτώλια. Κατ’ αρχάς ο κύριος αυτός εφαίνετο πολύ επιφυλακτικός προς εμέ, κατόπιν όμως συστάσεως ενός Έλληνος εκ Κοσόβου Παπαναούμ ονομαζομένου, δεν εδυσκολεύθη να μου είπη, αφού προηγουμένως έρριξε γύρω του μερικά βλέμματα ύποπτα ότι είναι Βουλγαρόφρων και μέλος του κομητάτου.

— Είσαι Μακεδών; του λέγω.

— Μάλιστα.

— Και κατά συνέπειαν Έλλην.

— Αυτό δεν το ξέρω, μου απαντά, εγώ είμαι Μακεδών.

— Κατ’ ευθείαν απόγονος του Μεγάλου Αλεξάνδρου του λέγω ειρωνευόμενος.

— Μάλιστα.

— Και ο Μέγας Αλέξανδρος τι ήτο παρακαλώ;

— Δεν ξέρω, η ιστορία όμως λέγει ότι ήτο Έλλην.

— Τότε και συ, ως απόγονος εκείνου, είσαι Έλλην;

Δεν μου απήντησε.

— Τότε, λοιπόν, τον ερωτώ και πάλιν· διατί αφού είσθε Έλληνες θέλετε να ελευθερωθήτε δια της Βουλγαρίας;

— Βουλγαρίαν ποίαν εννοείς, το κομητάτον;

— Μάλιστα.

— Σου απαντώ λοιπόν ότι το κομητάτον δεν είνε Βουλγαρικόν και δεύτερον ότι φαινόμεθα κλίνοντες προς την Βουλγαρίαν διότι μόνο αυτή φαίνεται πρόθυμος εις το να μας βοηθήση και η Ελλάς εάν έκαμνε το ίδιο θα την δεχόμεθα με όλη μας την καρδιά.

— Βλέπετε και εξετάζετε μόνον κατ’ επιφάνειαν την Βουλγαρικήν προστασίαν, η Βουλγαρία δεν θέλει να σας ελευθερώση από τη Τουρκική, αλλά να σας υπαγάγη εις την Βουλγαρικήν δουλείαν.

— Χμ! Εάν σκέπτεται η Βουλγαρία να μας κάμη επαρχίαν της κακά έκαμε τον λογαριασμόν της, άλλως τε ημείς δεν κυττάζωμεν τι διανοείται η Βουλγαρία, εις τούτο μόνον προσέχομεν: «ο σκοπός μας εκπληρούται;» αποκτώμεν την ελευθερία μας; αυτό μόνον, αδιαφορούμεν δε αν θα μας ελευθερώσει η Ελλάς ή η Βουλγαρία, το μόνον το οποίον έχει να επωφεληθεί η καθεμία από αυτάς είνε αν θα αποκτήσει την ευγνωμοσύνην μας.

— Καλά, και άμα ελευθερωθήτε τι θέλετε να γίνετε αυτονομία;

— Μάλιστα, όπως εις την Ελβετίαν εις την οποίαν τρεις διάφοροι φυλαί ζώσι εν άκρα συμπνοία και αγάπη.

— Ναι αλλά ξέρετε ότι κατ’ αυτόν τον τρόπον εξυπηρετούνται τα συμφέροντα της Πανσλαυιστικής Εταιρίας της οποίας παράρτημα είνε το κομιτάτον;

— Πώς τα εξυπηρετούμεν;

— Να· καθώς ωμολόγησες ανωτέρω η Μακεδονία είνε χώρα ελληνική, εάν δεν κάθε ελληνική χώρα θελήση ν’ αποτελέση αυτόνομον πολιτείαν τότε επέρχεται η εξασθένησις της Ελλάδος πράγμα το οποίον επιδιώκει η Πανσλαυιστική εταιρία.

— Γιατί το επιδιώκει;

— Δια να μας σκλαβώση μια μέρα και μας και σας και θέλει να μας εύρη αδυνάτους, για να το επιτύχη ευχερέστερον.

Ο Κάρεφ εφάνη σκεπτόμενος προς στιγμήν. Εγώ έσπευσα να διακόψω την ησυχίαν.

— Γιατί δεν θέλετε να ενωθητε με την Ελλάδα;

— Γιατί εάν μας πάρη η Μώρα (Ελλάς) θα γίνη ένα μεγάλο Κράτος και κατά συνέπειαν μοναρχία. Εν τοιαύτη δε περιπτώσει θα προκύψουν πολλά κακά, πρώτον η μοναρχία και τα ταύτης παρεπόμενα και δεύτερον η Ελλάς θα μας βάλη να πολεμήσωμε με την Βουλγαρίαν πράγμα το οποίον δεν θέλομεν.

— Σεις τι θέλετε.

Μου έδειξε το καπέλο του.

— Θέλομεν ρεπούμπλικα.

— Δημοκρατίαν και φιλίαν με την Βουλγαρίαν;

— Όχι με την Βουλγαρίαν μόνον, αλλά και με όποιον μας βοηθήσει να ελευθερωθώμεν.

— Με την Βουλγαρίαν θέλετε να ενωθήτε;

— Όχι! όχι!

— Και αυτά σας τα διδάσκει το Κομιτάτον;

— Μάλιστα.

— Τότε αυτό το Κομιτάτον το οποίο φροντίζει τόσον δια την ανεξαρτησίαν σας γιατί δεν ζητεί την προστασίαν της Ελλάδος η οποία έχει περισσότερα καθήκοντα να σας ελευθερώση, αλλά καταφεύγει εις τους βαρβάρους.

— Να σας απαντήσω αμέσως: ημείς ομοιάζομεν με άνθρωπον ο οποίος έπεσε μέσα εις την θάλασσαν και κινδυνεύει από ώρα εις ώραν να πνιγή. Ε, δεν μου λέτε παρακαλώ ο άνθρωπος αυτός για να σωθή θα πιασθή από ότι εύρη εκείνην την στιγμήν εμπρός του, και από φείδι ακόμα θα πιασθή για να σωθή έτσι είμεθα και μεις και Τούρκος ακόμη να μας κάνη χείρα σωτηρίας θα την αρπάξωμεν μετ’ ευγνωμοσύνης.

— Αλλά τους Έλληνας προκρίτους, ιερείς και διδάσκαλους γιατί τους δολοφονείτε, αφού δεν καταφέρεσθε εναντίον ουδενός ωρισμένως;

— Αυτά είνε ψέματα, το Κομιτάτον δεν δολοφονεί Έλληνας μόνον αλλά και Βουλγάρους και Σέρβους και Τούρκους και πάντα όστις προδίδει.

— Αυτά είνε προφάσεις εν αμαρτίαις, εξεπαστρέψατε πολλούς Έλληνας πατριώτας διότι δεν έδιδον χρήματα εις το κομητάτον σας.

— Αυτά τα βγάζετε σεις οι έλληνες, όπως και τα άλλα.

— Ποία άλλα;

— Να τα της Θεσσαλονίκης, εβάλατε σεις ανθρώπους να κάμουν ότι έκαμαν για να στιγματισθή το κομιτάτον.

Δεν μπορούσα παρά να ξεσπάσω εις ένα γέλοιο φοβερό, το οποίον εκίνησε την περιέργειαν του καταστηματάρχου Τάσκου Κβάτα, όστις επλησίασε.

— Τι σου λέγει με ερωτά;

— Αυτό και αυτό.

— Χμ! άμ πώς θα φανή ότι είναι Βούλγαρος χοντροκέφαλος, αν δεν ήταν Βούλγαρος δεν θα σου έλεγε τέτοιες κουβέντες και τώρα μάλιστα που και οι τοίχοι έχουν αυτιά.

— Ναι ναι αυτό που σας λέγω εγώ επανέλαβε ο Κάρεφ ένα δένδρο που έσκασε το χώμα και εφύτρωσε γιατί να μην το ποτίσουν όλοι για να μεγαλώση;

— Και αυτό το δένδρο το ποτίζει μόνον η Βουλγαρία τώρα ε;

— Μάλιστα.

— Ναι! αλλά ξέρεις με τι το ποτίζει η Βουλγαρία, Με δηλητήριον μισελληνισμού.

— Ότι και αν είναι αυτό το πότισμα, αυτό μας δροσίζη και μας έκαμε να στρέψωμεν τα κλαδιά μας προς εκείνο το μέρος προς το οποίον ομολογούμεν ότι τίποτε δεν μας συνδέει και να φύγωμεν από σας με τους οποίους έχομεν ένα αίμα και μία ιστορία, αυτό είνε τρόπον τινά μία διαμαρτυρία εναντίον της Ελληνικής αδιαφορίας.

— Αυτά που λες είνε αποτελέσματα του Βουλγαρικού ποτίσματος, διότι η Ελλάς ουδέποτε έπαυσε να σας υποστηρίζη και δια των γραμμάτων και δια των όπλων.

Και πάλιν ο Κάρεφ δεν μου απήντησε.

— Και τώρα, μετά τα τελευταία γεγονότα, τι σκοπεύετε να κάμετε; τον ερωτώ.

— Τίποτε άλλο παρά να εξακολουθήσωμεν τον αγώνα.

— Ναι, αλλά δεν ξέρετε ότι ο δια του εγχειριδίου αγών είνε αγών άνανδρος και άτιμος;

— Μας είναι αδιάφορον, φθάνει να επιτύχωμεν τον σκοπόν μας.

— Επιδοκιμάζετε λοιπόν τας δολοφονίας;

— Όταν γίνονται δια το καλόν ενός λαού.

— Έχετε δίκαιον τέτοιους δασκάλους είχατε τέτοια γράμματα εμάθατε ή καθώς λένε στην Ελλάδα, κατά τον Μαστρογιάννη, την Βουλγαρία και τα κοπέλια του.

Ο Κάρεφ και πάλιν δεν μου απήντησε παρά μόνον εσηκώθη και ετράβηξε σιγά σιγά για το δωμάτιό του, ενώ πίσω του οι άλλοι θαμώνες του ξενοδοχείου εσχολίαζαν ποικιλοτρόπως τα λόγια του.

Σ.Γ. Σταμ.