Αλεξανδρινή Τέχνη/Τόμος 1/Τεύχος 1/Σημειώματα

Από Βικιθήκη
Σημειώματα
Ανώνυμος
Περιοδικό Αλεξανδρινή Τέχνη, χρονιά Α΄, τεύχος 1, Δεκέμβριος 1926.


ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ


η αλεξανδρινη τεχνη στέλνει θερμὸ χαιρετισμὸ στοὺς Ἕλληνας λογοτέχνες, καλλιτέχνες καὶ διανοούμενους.

Δὲν τρέφει παρὰ μιὰ καὶ μόνο φιλοδοξία: νὰ συμβάλλει κι’ αὐτὴ μ’ ὅλες τὶς δυνάμεις της στὴ διαμόρφωση τοῦ καθαρὰ νεοελληνικοῦ πολιτισμοῦ μας.

η ελληνικη πολιτεια ἔκαμε ἄριστη ἐκλογὴ ἀπονέμοντας στὸν ποιητὴ κ. Κ. Π. Καβάφη τὸν Φοίνικά της.

Παίρνοντάς το γιὰ σύμβολο τῆς ἄφθαρτης ἀξίας τοῦ Ποιητῆ, διαδηλώνομε σ’ αὐτὸν τὴν βαθειὰ ἐχτίμηση καὶ τὸν ἀμείωτο σεβασμὸ ποὺ τρέφομε στὸ ἔργο του.

η νεα τεχνη ἐπανεκδίδεται σὲ λίγο καιρό. Μᾶς ὑπόσχεται εὑρύτατο πρόγραμμα: καλὲς τέχνες, ἐπιστῆμες, λογοτεχνία, ποίηση, θέατρο κτλ. Στὶς στῆλες της θὰ καθρεφτίζονται, ὅσο μποροῦν περισσότερο, οἱ διάφορες ἐκδηλώσεις, ἀνησυχίες καὶ τάσεις, ποὺ παρουσιάζει στὴ σημερνὴ εποχή μας ἡ παγκόσμια φιλολογία.

Στὸ περιοδικό αὐτὸ συνεργάζονται οἱ ἐκλεχτότεροι νέοι λογοτέχνες μὲ διευθυντὴ τὸν πολὺ γνωστὸν λόγιον Μάριο Βαϊᾶνο.

Συγχαίρομε ἀπὸ καρδιᾶς τοὺς εὐγενικούς μας συναδέλφους, ποὺ στὴν κρισιμώτερη περίοδο τῶν Νεοελληνικῶν Γραμμάτων δὲν διστάζουν νὰ γίνουν οἱ θαρραλέοι ἰδεοφόροι ἑνὸς τέτοιου σκοποῦ. Καὶ περιμένομε νὰ χαιρετίσωμε ἀπὸ τοὺς πρώτους τὴ μεγάλη τους αὐτὴ προσπάθεια, ποὺ ἀναμφιβόλως θὰ σημειώσει σταθμὸ ἐξαιρετικὸ στὴν ἐξέλιξη τῆς πνευματικῆς μας σταδιοδρομίας.

τον φιλοτεχνο τοῦ Βόλου χαιρετοῦμε συναδελφικά. Συγχαίρομε θερμὰ τοὺς νέους ποὺ τὸν ἐκδίδουν γιὰ τὴν ἐκλεκτὴ καὶ σοβαρὴ ὕλη ποὺ παρουσίασαν στὰ πρῶτα τους δύο τεύχη. Τοὺς εὐχόμαστε πρόοδο καὶ ἀκμή. Μὲ συγκίνηση διαβάσαμε στὸ πρῶτο τεῦχος τοὺς φτερωτοὺς στίχους τοῦ ποιητῆ Ἄγγελου Σικελιανοῦ, ποὺ μαζὶ μὲ τὴ δοξασμένη Θεσσαλία κλείνουν κ’ ἕνα ἀπὸ τοὺς πιὸ μεγαλόπρεπους ὕμνους στὴν ἀγαπημένη μας Ἑλλάδα.

το περιοδικο αναγεννηση εἶναι—ἴσως—τὸ μόνο κατάλληλο ὄργανο σθεναρῶν πολεμιστῶν ποὺ μᾶς χρειάζονται πρὸ πάντα σήμερα, ὅπου διερχόμεθα μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ κρίσιμες φυλετικὲς περιόδους.

ενας απο τους πιὸ συμπαθητικοὺς καὶ τοὺς πιὸ μορφωμένους ἕλληνας νέους τῆς Ἀλεξανδρείας, ὁ Ντῖνος Μακρῆς, πέθανε τὸν Σεπτέμβρη, ἀφοῦ τυρρανίστηκε πολὺ ἀπὸ ἀρρώστεια. Ὅλοι, καὶ εἶναι πολλοί, ποὺ ἐδιάβασαν πότε στὰ περιοδικὰ καὶ πότε στὰ καθημερινὰ φύλλα τὰ ἄρθρα του, αἰσθάνονται ὅτι ἡ ἑλληνικὴ διανόηση τῆς Ἀλεξανδρείας ἔχασε πολὺ μὲ τὸν πρόωρο θάνατό του.

Χρόνο μὲ τὸ χρόνο σημείωνε πρόοδο στὶς γνώσεις καὶ στὶς κρίσεις του, κι ἐπίσης στὴ διατύπωσή τους. Μὲ τὸν καιρὸ θὰ γινόταν ἕνας ἄριστος κριτικός. Εἶναι πρόσφατη στὴ μνήμη μας ἡ ἐντύπωσι μερικῶν παρατηρήσεών του πάνω στὸν «Προσκυνητὴ» τοῦ κ. Γ. Βρισιμιτζάκη. Μὰ ὁ Μακρῆς δὲν ἀνῆκε στὰ γράμματα μόνο· εἶχε ἀνεπτυγμένο τὸ μουσικὸ αἴσθημα καὶ γερὲς μουσικὲς γνώσεις. Πολλὲς φορὲς ἔγραψε γιὰ μουσική· ὅταν δὲ σὲ φιλικὴ συντροφιὰ μιλοῦσε πάνω στὸ θέμα ἤτανε γοητευτικὸς μὲ τὸν ἐνθουσιασμό του, καὶ τὴν εὐρύτητα τῆς μαθήσεώς του στὴ μουσικὴ τέχνη.

μ’ ευχαριστηση ἡ «Ἀλεξανδρινὴ Τέχνη» συγκαταλέγει μεταξὺ τῶν συνεργατῶν της τὸν πολὺ γνωστὸ στὰ Ἰταλικὰ Γράμματα λογοτέχνη κ. Α. Κατράρο ποὺ εὐγενικὰ δέχτηκε νὰ μᾶς δίδει αἰσθητικὲς μελέτες σὰν αὐτὴ ποὺ δημοσιεύεται στὸ παρόν τεῦχος (μεταφρασμένη ἀπὸ τὸ ἰταλικό).

ο εκλεκτος μας συνεργάτης κ. Κλέων Βέριος θὰ δώσει στὸ περιοδικό μας μιὰ σειρὰ ἄρθρων γιὰ Ἀλεξανδρινοὺς λογοτέχνες, ἀρχίζοντας στὸ τεῦχος αὐτό, μὲ τὸν κ. Γ. Βρισιμιτζάκη.

πολυς θορυβος γίνηκε γιὰ μιὰ ἐσφαλμένη μετάφραση ἑνὸς στίχου τοῦ Charles Baudelaire ὑπὸ τοῦ κ. T. Μ.

Μᾶς φαίνεται πῶς δὲν ἔπρεπε νὰ δυσαρεστηθεῖ καὶ τόσο ὁ κ. T. Μ. Δὲν ξεύρει καλὰ γαλλικά. Ἀλλ’ αὐτὸ τί σημαίνει; Εἶναι νέος ἀκόμα καὶ μπορεῖ — ἄν θέλει — νὰ τὰ μάθει καλλίτερα στὸ μέλλον.

σε καποιο ἀνοητολόγημά του ποὺ δημοσιεύτηκε στὸ περιοδικό «Ἴσις» τῆς 30 Ὀκτωβρίου, ὁ κ. Τῖμος Μαλᾶνος ἐβαθμολόγησε τὴν ἐκλεκτή μας συνεργάτιδα Ρίκα Σεγκοπούλου, χαρακτηρίζοντάς την ὡς 8ης γραμμῆς λογοτέχνιδα.

Αὐτὸ δὲν εἶναι ἀλήθεια· ἡ Ρίκα Σεγκοπούλου ἀνήκει στὴν πρώτη γραμμὴ τῶν Ἀλεξανδρινῶν λογοτεχνῶν.

Τώρα ὅμως ἄς ἐξετάσωμε σὲ τὶ γραμμὴ βρίσκεται ὁ κ. Τῖμος Μαλᾶνος. Δὲν εἶναι διόλου δύσκολο: εἶναι φανερώτατο πῶς ὁ κ. Τῖμος Μαλᾶνος εἶναι 9ης γραμμῆς ποιητὴς καὶ 10ης γραμμῆς κριτικός.

στην «ελευθερια» τῆς Λάρισσας δημοσιεύτηκε μιὰ σύντομη κριτικὴ μελέτη γιὰ τὸν ποιητὴ κ. Κ. Π. Καβάφη ἀπὸ τὸν κ. Τ. Ν. Φράγκον.

Οἱ ὀρθὲς κρίσεις ποὺ ἀναφέρονται σ’ αὐτὴ μᾶς ἐκάμανε νὰ ἐχτιμήσωμε χωρὶς κανένα δισταγμὸ τὴν λεπτὴ καὶ συγχρονισμένη ἀντίληψη τοῦ κ. T. Ν. Φράγκου.

Ἀναδημοσιεύομε μιὰ περικοπὴ τῆς μελέτης του, ποὺ θεωροῦμε ἀρκετὰ αξιοσημείωτη:

Κι’ ἐνάντια στοὺς πολλοὺς ποῦ γνωρίζουν λίγες γλῶσσες καὶ μᾶς κουβαλοῦν τὰ προϊόντα τῶν λατινικῶν φιλολογιῶν, εἴτε ἀπὸ μία ἀσύστολη ἀσυνειδησία κι’ ἀσέβεια πρὸς τὴν τέχνη, εἴτε ἀπὸ μιὰ ἔλλειψη ἐντελῶς δικοῦ μας πολιτισμοῦ, εἴτε ἀπὸ τάσιν μαϊμουδισμοῦ καὶ ἀπὸ ὅτι ἄλλο θέλετε τέλος πάντων, καὶ ποῦ προσπαθοῦν νὰ περάσουν στὴν κονίστρα τῆς διανόησης, ὁ Καβάφης—τὸ λέμε ἄφοβα καὶ μὲ πεποίθησι αὐτὸ—ἄν καὶ ξεύρη 4 ξένες γλῶσσες, ἄν καὶ πέρασε ἕνα μεγάλο κομμάτι τῆς παιδικῆς ἡλικίας του στὴν Ἀγγλία, ὅπως εἴδαμε σὲ κἄποιο σύντομο βιογραφικὸ σημείωμά του, στὸ περιοδικὸ «Νέα Τέχνη» τοῦ Μάριου άνου, ἐν τούτοις, χωρὶς τυμβωρυχίες κι’ ἀλλαλαγμοὺς δὲν μᾶς ἔβγαλε καμμιὰ imitation ἀπ’ αὐτὲς τὴς φιλολογίες, γιατὶ εἶναι «μὲ τὸ δικαίωμά του πολίτης εἰς τῶν ἰδεῶν τὴν πόλιν».

Καὶ ὅλοι βέβαια θὰ θυμώμαστε ἐκείνη τὴ φράση ἑνὸς μεγάλου σοφοῦ: «Ἐκεῖ ποῦ παύει ἡ μίμηση, ἀρχίζει ἡ τέχνη».

Καὶ τὴν τέχνη αὐτὴ ὁ Καβάφης ὄχι μόνο τὴ δημιούργησεν ἐντελῶς μονάχος του, ἀλλὰ καὶ τὴ σεβάσθηκε ὅσο πολλοὶ λίγοι ἄλλοι μῦστες της τὴ σεβάσθηκαν.

Καὶ εἶναι σπάνιο βέβαια φαινόμενο σήμερα, ἀνάμεσα σὲ τόσους ἐμπόρους καὶ μεγαλοβιομηχάνους τῆς τέχνης, νὰ γράψη ἕνας τεχνίτης μέσα σὲ τριάντα χρόνια, θαρρῶ, μόνον 123 ποιήματα καὶ τίποτ’ ἄλλο. Μὰ ἀκόμη σπανιώτερο εἶναι νὰ συναντήση κανεὶς ποιητὴ ποῦ μέσα σ’ αὐτὰ τὰ 123 ποιήματα νὰ κατορθώση νὰ περιχύση μιὰ ὁλόκληρη ζωή, μιὰ ὁλόκληρη κοσμοθεωρία τέλος.

στο γαλλικο περιοδικὸ «Annales politiques et littéraires» 5ης Σεπτεμβρίου 1926 δημοσιεύτηκαν δυὸ ποιήματα ἑλλήνων ποιητῶν μεταφρασμένα ἀπὸ τὸν κ. Jean Michel. Τὸ ἕνα εἶναι ἡ «Ἰθάκη» τοῦ Καβάφη, καὶ τὸ ἄλλο «Θὰ πεθάνω ἕνα πένθιμο τοῦ φθινόπωρου δεῖλι» τοῦ Κώστα Οὐράνη. Τοῦ Οὐράνη τὸ ποίημα βρίσκεται στὴ συλλογή του «Νοσταλγίες».

σε δυο συνεχη φύλλα τοῦ ἔγκριτου ἑβδομαδιαίου περιοδικοῦ «Ἴσις» (6 καὶ 13 Νοεμβρίου) ἐφάνηκαν δυὸ γνῶμες γιὰ τὸν Καβάφη τῶν διακεκριμμένων Ἀθηναίων κριτικῶν Κλέωνος Παράσχου καὶ Ἄλκη Θρύλου. Ἡ γνῶμες αὐτὲς ἐδόθηκαν ἐξ ἀφορμῆς τῆς συνεντεύξεως Παλαμᾶ γιὰ τὴν ὁποία γράφει ὁ διευθυντής μας.

Ὁ Κλέων Παράσχος γράφει:

. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .

«Βεβαίως ἡ γνώμη τοῦ Παλαμᾶ γιὰ τὸν Καβάφη καὶ γιὰ ὁποιοδήποτε ἐν γένει ἄτομο ἤ ζήτημα, εἶνε κάτι ποὺ βαρύνει πολὺ στὴ συνείδησή μου, ἀλλὰ στὴν περίπτωση αὐτὴ εἶμαι βέβαιος ὅτι τὰ λόγια του εἴτε διεστράφησαν σκοπίμως εἴτε ἀπεδόθησαν τόσο παραλλαγμένα, ὥστε καὶ ὁ ἴδιος νὰ δυσκολεύεται νὰ τ’ ἀναγνωρίσῃ. Δὲν φαντάζομαι ποτὲ νὰ εἶπε ὁ Παλαμᾶς ὅτι τὰ ποιήματα τοῦ Καβάφη τοῦ κάνουν ἐντύπωση «ρεπορτὰζ ἀπὸ τοὺς αἰῶνες» (καὶ ἡ κακὴ ἀκόμη αὐτὴ ἔκφραση δείχνει ὅτι δὲν εἶνε τοῦ Παλαμᾶ) καὶ τοῦ φαίνονται «σὰν σκίτσα ἰδεῶν ποῦ πᾶνε νὰ γίνουν τραγούδια».

Εἶναι λοιπὸν ἀνάγκη νὰ ἐπαναλάβωμε τί εἶνε γιὰ ὅλους τοὺς Ἕλληνας διανοουμένους ὁ Καβάφης; ’Εφάνηκε ἀρκετὰ ὁ θαυμασμὸς καὶ ἡ ἐκτίμηση ποῦ τοῦ τρέφομε, ἀπὸ τὸ ὡραιότατο πανηγυρικὸ τεῦχος ποῦ ἐξέδωκε πέρυσι ὁ νέος του θαυμαστὴς κ. Βαϊᾶνος. Ὅλοι ἐκεῖ μέσα, παλαιοὶ καὶ νεώτεροι συγγραφεῖς, μιλοῦν γιὰ τὸν Καβάφη μὲ τρόπο ποῦ δείχνει ὅτι τὸ ἔργο του ἔχει ἐπιβληθεῖ ὁριστικὰ πιὰ στὴν νεοελληνικὴ λογοτεχνικὴ συνείδηση καὶ ὅτι οἱ λίγες ἐπιφυλάξεις ποῦ ὑπάρχουν ἀκόμη, ὀφείλονται στὴν μεγάλη ἰδιορρυθμία τοῦ ἔργου του, στὴν ἐντελῶς πρωτότυπη μορφὴ καὶ σύστασή του, στὸν ἐντελῶς νέο του τόνο.

Οἱ λίγες αὐτὲς ἐπιφυλάξεις εἶμαι βέβαιος ὅτι θὰ ἐκλείψουν μὲ τὸν καιρὸ ἀπὸ τοὺς παλαιοτέρους, ὅπως ἐξέλειψαν ἐντελῶς σχεδὸν ἀπὸ τοὺς νέους. Οἱ πληρέστατες τοὐλάχιστον ἐργασίες τοῦ Ἄλκη Θρύλου καὶ τοῦ Τέλλου Ἄγρα δὲν ἀφήνουν γι’ αὐτὸ ἀμφιβολία.

Καὶ ἄλλοτε τὸ ἔγραψα καὶ σήμερα τὸ ἐπαναλαμβάνω· ὁ Καβάφης εἶνε ἀπὸ τοὺς μεγαλειτέρους μας ποιητάς, γιατὶ ἐπλούτισε τὴν αἰσθαντικότητά μας καὶ τὰ ἐκφραστικά μας μέσα, γιατὶ ἐξέφρασε αἰσθήματα καὶ συναισθήματα, δράματα ψυχικὰ καὶ διανοητικὰ ποῦ κανεὶς πρὶν ἀπ’ αὐτὸν δὲν εἶχε ἐκφράσει στὴ γλῶσσα μας, γιατὶ ἐστράφη πρὸς τὸν ἐσωτερικὸν ἰδίως κόσμο τὸν ὁποῖον ἀπεκάλυψε σὲ ὅλη του τὴν ρευστότητα καὶ τὴν μουσικότητα, γιατὶ τέλος εἶνε ὁ μόνος ἴσως ποιητής μας ποῦ ἀπευθύνεται σ’ ὅλους τοὺς σημερινοὺς ἀνθρώπους καὶ ὄχι στοὺς Ἕλληνας μόνον.

Ποιηταὶ, σὰν τὸν Καβάφη δὲν γεννιοῦνται κάθε μέρα, ὄχι μόνον στὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ πουθενά».

Ὁ Ἄλκης Θρύλου γράφει:

«Τὸ ὅ,τι ὁ Παλαμᾶς δὲν συγκινιέται ἀπὸ τὴν ποίηση τοῦ Καβάφη τὸ εἴχαμε ἀπὸ καιρὸ μαντέψει. Στὴ μελέτη μου γιὰ τὸν Καβάφη τὸ ἔχω ἀναφέρει. Δὲν ὑπάρχει ἄλλωστε αὐτὸ τίποτε τὸ ἐκπληκτικό. Ὅσο πιὸ ἔντονη καὶ ἰδιόρρυθμη εἶναι μιὰ προσωπικότητα τόσο δυσκολώτερα ἐπιβάλλεται σὲ μιὰ ἐπίσης ἔντονη προσωπικότητα ποὺ ἔχει χαράξει τὸν καθωρισμένο της δρόμο... Μιὰ πελώρια διαφορὰ κι’ ἀπόσταση χωρίζει τὴν ἰδιοσυγκρασία καὶ τὴν δημιουργικότητα τοῦ Παλαμᾶ ἀπὸ τὴν ἰδιοσυγκρασία καὶ, τὴν δημιουργικότητα τοῦ Καβάφη. Εἶναι σχεδὸν φυσικὸ τὸ ἔργο τοῦ ἑνὸς νὰ εἶναι ἀδιάφορο, ἂν ὄχι κι’ ἀντιπαθητικὸ στὸν ἄλλο.

Ὅμως κι’ ὁ Παλαμᾶς ἔχοντας ἴσως συνείδηση τοῦ πόσο εἶναι ὑποκειμενικὴ ἡ ἀντίληψή του γιὰ τὴν ποίηση τοῦ Καβάφη εἶχε ἐπιμελέστατα ἀποφύγει ἴσαμε σήμερα νὰ τὴν ἐκφράσει... Ἄλλωστε ὁ Παλαμᾶς δὲν κρίνει ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ ἐπαινέσει. Ἐπιβάλλεται ὁ σεβασμὸς πρὸς τὴν θεληματικὴ αὐτὴ καὶ εὐγενικὴ σιωπή... Γιὰ τὴν ἀντίληψή μου τίποτε δὲν δικαιολογεῖ κάποιες δημοσιογραφικὲς ἀδιακρισίες τόσο ἔντονες ποὺ δὲν μποροῦν νὰ χαραχτηριστοῦν ἀλλοιώτικα παρὰ ὡς ἐκβιαστικές. Ἡ φανερὴ ἀναγραφὴ τῆς γνώμης τοῦ Παλαμᾶ δὲν μᾶς ἀποκάλυψε τίποτε, καὶ ὁ ἐκβιαστικὸς τρόπος ποὺ εἶναι παρμένη ὁλόκληρη ἡ συνέντευξη μᾶς φανερώνει μόνο τὴν ἀνυπόφορη φορτικότητα ἑνὸς στερημένου ἀπὸ κάθε λεπτότητα δημοσιογράφου.

Μοῦ εἶναι ἀδύνατο νὰ καταλάβω πῶς φαντάζεται ἕνας δημοσιογράφος ὅτι ἔχει δικαίωμα νὰ μεταχειρίζεται μιὰ συνέντευξη καὶ τὸ ὄνομα ἑνὸς Παλαμᾶ γιὰ νὰ ἐκφράσει δογματικὰ καὶ σχεδὸν ὑβριστικὰ τὶς προσωπικές του ἀντιπάθειες ποὺ δὲν ἐνδιαφέρουν κανένα. Διαβάζοντας τὴν ὁμιλία τοῦ κ. Χριστοφίδη μὲ τὸν Παλαμᾶ δὲν αἰσθάνθηκα τίποτε ἄλλο παρὰ μία ἀγανάχτηση γιὰ τὴν ἐλάχιστη ἀντίληψη ποὺ ἔχουν μερικοὶ δημοσιογράφοι γιὰ τὶς ὑποχρεώσεις τοῦ ἐπαγγέλματός τους καὶ γιὰ τὴν περιωπὴ στὴν ὁποία πρέπει νὰ στέκει. Ἐκμεταλλεύονται ἁπλᾶ καὶ μόνο τὴ δύναμη ποὺ τοὺς δίνει. Ἂν εἶχε ἕνα ὁποιοδήποτε κῦρος ἡ συνέντευξη τοῦ κ. Χριστοφίδη μὲ τὸν Παλαμᾶ θὰ μείωνε ἀσφαλῶς πολὺ περισσότερο τὸν Παλαμᾶ ἀπὸ τὸν Καβάφη. Καὶ ἐκεῖνοι ἀκόμα ποῦ ἀρνοῦνται τὸ περισσότερο τὴν ποίηση τοῦ Καβάφη ξέρουν ὅτι δὲν μποροῦν νὰ τὴν ἀρνηθοῦν παρὰ ὕστερα ἀπὸ μακρυὰ καλλιτεχνικὴ συζήτηση κι’ ὄχι μὲ ἀμφίβολης ποιότητας ὑπαινιγμοὺς κι’ ἀφορισμούς. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ τ’ ἀγνοεῖ ὁ κ. Χριστοφίδης, ὁ Παλαμᾶς ὅμως τὸ ξέρει, καὶ, δὲν ἐπιτρέπεται σὲ κανένα νὰ παρουσιάζει ἕναν Παλαμᾶ ἀλοιώτικο ἀπ’ ὅ,τι εἶναι.

Τὴν προσωπική μου γνώμη γιὰ τὸν Καβάφη τὴν ἀνέλυσα ἄλλοτε. Ἄν πρόκειται νὰ ξαναγράψω σήμερα τὴ μελέτη μου γιὰ τὸν Καβάφη θὰ τὴν ἔγραφα ἀκόμα πιὸ ἐνθουσιαστική. Πιστεύω ὁλοένα περισσότερο πὼς ὁ Καβάφης εἶναι ἀπὸ τοὺς ἐλάχιστους νεοέλληνες ποιητὲς μὲ συγχρονισμένη εὐρωπαϊκὴ ψυχοσύνθεση καὶ τεχνοτροπία καὶ μαζὺ μὲ μιὰ πολὺ ἔντονη ἰδιόρρυθμη προσωπικότητα. Ἔχω τὴν πεποίθηση πὼς τὸ ἔργο τοῦ Καβάφη εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ πολὺ ἐλάχιστα νεοελληνικὰ ἔργα ποὺ μπορεῖ νὰ διεκδικήσει καὶ νὰ καταχτήσει μιὰ ἀπὸ τὶς πρῶτες θέσεις στὴν παγκόσμια ποίηση.»

ο διευθυντης μας κ. Α. Γ. Συμεωνίδης διωρίστηκε ἀπ’ τὶς 15 Σεπτεμβρίου φιλολογικὸς ἀντιπρόσωπος καὶ ἀνταποκριτὴς γιὰ ὅλην τὴν Αἴγυπτον τοῦ γνωστοτάτου περιοδικοῦ τῶν Ἀθηνῶν «Νέα Τέχνη», ποὺ καθὼς ἀναφέρομε παραπάνω ἐπανεκδίδεται σὲ λίγο καιρὸ μὲ εὑρύτερο πρόγραμμα κι ἀρτιώτερη ἐμφάνιση.

βιβλιοκρισιες. — Ἡ «Ἀλεξανδρινὴ Τέχνη» θὰ κρίνει τὰ βιβλία τῶν συγγραφέων ποὺ θὰ τῆς στέλνονται σὲ δυὸ ἀντίτυπα.