Αηδόνι
←Παράπονα | Αηδόνι Συγγραφέας: |
Νύχτα→ |
από τα Λυρικά→έκδ. Ευαγ. Καμηνάρη, Βιέννη 1811 |
Κιν΄, αηδονάκι μου, γιαλό,
πέταξε πρίμα στο καλό,
και πήγαινε να με έβρεις
εκείνην όπου ξεύρεις.
Κι εις όποιον τόπον την ιδείς,
αρχίνα ΄κει να κελαηδείς
μελωδικα με χάρη,
να έρθει να σε πάρει.
Αν σ΄ ερωτήσει, τ΄ είσ΄εσύ,
και ποιος σε στέλν΄ εις το νησί,
ειπέ πως είμαι δώρο,
πουλί στεναγμοφόρο·
πως ο αφέντης μου εδώ
με στέλνει να σε τραγουδώ,
τα πάθη του να λέγω,
τους πόνους του να κλαίγω.
Ύστερα σκύψε ταπεινά
και λάλησε την σιγανά,
και όρκισ΄ την στα κάλλη
στον κόρφο να σε βάλει.
Αχ, αηδονάκι, δεν βαστώ·
θα σε το πω: (είσαι πιστό;)
Επίβουλο μη γένεις
στον κηπ΄ οπού εμπαίνεις.
Να, σε το λέγω φανερά
και σε προστάζω αυστηρά
να μη, να μη τολμήσεις
τα μήλα να τσιμπήσεις.
Ότι, αν ίσως τα γευθείς,
κόφτω τη γλώσσα σου ευθύς,
σαν ο Τηρεύς- θυμήσου!
Και πρόσεχε, κρατήσου.