Σελίδα:Σμίτ. Η περιστερά.pdf/12

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
— 10 —

τικῶς καὶ τὸ ἀθωότατον βλέμμα του φαίνεται ὅτι θέλει νὰ μοῦ εἴπῃ: «Μὴ μοῦ κάμῃς κακόν.» Ὄχι, καλό μου πουλάκι, δὲν θὰ σοῦ κάμω κακὸν, δὲν κατέφυγες ματαίως εἰς ἐμέ· θέλω νὰ ἦσαι εὐχαριστημένο μαζύ μου.

— Εὖγε τέκνον μου, εἶπε τότε ἡ μήτηρ, ἐμάντευσες τὸν σκοπόν μου, διότι ἠθέλησα μόνον νὰ σὲ δοκιμάσω. Πήγαινε εἰς τὸ δωμάτιόν σου καὶ δόσε φαγητὸν εἰς τὴν περιστερὰν, διότι ποτὲ δὲν πρέπει νὰ διώκωμεν τοὺς δυστυχεῖς, οἱ ὁποῖοι καταφεύγουν εἰς ἡμᾶς, πρέπει ἐξ ἐναντίας νὰ συμπαθῶμεν πρὸς τοὺς πάσχοντας, καὶ ἂν ἀκόμη ᾖναι ζῶα.

Ἡ Μαρία κατεσκεύασε μικρὸν περιστερῶνα μὲ πρασινοκόκκινας κιγκλίδας, τὸν ὁποῖον ἡ Ἑλένη ἐτοποθέτησεν εἰς γωνίαν τινα τοῦ δωματίου της, καὶ ἐκεῖ ἔβαλε τὴν περιστεράν· καθ’ ἡμέραν δὲ τῆς ἔδιδε ἄφθονον τροφὴν καὶ ἀπὸ καιρὸν εἰς καιρὸν ἤλλαζε τὸν ἄμμον τοῦ κλωβίου της.