Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1892 - 305.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
305


Ἦσαν ἐκεῖνοι μιὰ φορᾶ καιροὶ χαριτωμένοι,
Εἶχαν κι’ αὐτοὶ τὰ πάθη τους, ἀλλ’ ἤμασθ’ ἑνωμένοι!
κι’ ὅταν μαζί σου μαγικὰ ταὶς ὥραις μου ’περνοῦσα,
τὰ πάντα ’λησμονοῦσα.

Ἐλπίζω, ναί, ποῦ γλίγωρα θἄλθω νὰ σ’ ἀγκαλιάσω
καὶ μέραις ἄλλαις ἀκριβαὶς μαζί σου νὰ περάσω,
κι’ ὅλα τὰ πάθη ποῦ περνῶ ’ς τὴν λήθη νὰ τὰ θάψω
κι’ ἀπὸ χαρὰ νὰ κλάψω.

Ἀλλά, καθὼς τὸ σκέπτομαι νὰ φθάσῃ ’κείν’ ἡμέρα
ποῦ θὰ σὲ σφίξω ’ς τὴν καρδιὰ χρυσή μου θυγατέρα,
τέτοιος μὲ πιάνει στεναγμὸς, ποῦ τὴν χαρὰ φοβοῦμαι…
δυστυχισμένος ποὖμαι!
Ἀπὸ Ἀθήνας, 14 Ἰουνίου 1891.

Γ. Μαρτινελησ


Τῼ ΦΙΛῼ Ι. ΠΑΠΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ
ΕΠΙ Τῼ ΘΑΝΑΤῼ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΤΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ

ΣΑΝ ὄνειρο μᾶς πλάνεσε, ψεῦτρά ἦταν ἡ χαρά μας
κ’ ἐσβύσθη σὰν χαμόγελο ’ς τοῦ θάνατου τ’ ἀχεῖλι·
πᾶν τόσα ὄνειρά μας
σἂν τοῦ Μαγιοῦ τὰ λούλουδα, σἂν τὴ δροσιὰ τ’ Ἀπρίλη.
Πρωτόβγαλτο ξεθλάστησε μπουμποῦκι ’ς τὴ γενειά μας
κ’ ἔσπειρ’ ἀντὶ γιὰ λούλουδα, ἀγκάθια ’ς τὴ καρδιά μας.
Τῇ 26ῇ Μαΐου τοῦ 1891.

Ν. Γ. Αιγιαλειδησ