Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 383.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
383

γον, λησμονεῖ καὶ τὴν πεῖναν καὶ τὸ φίλτρον της, καὶ ἀποκαθηλοῦται ὥρας ὁλοκλήρους πρὸ τοῦ κατόπτρου της, ἀσθμαίνουσα καὶ ἱδρῶτι περίρρυτος, καὶ ἀγωνίζεται, αὐτοσχεδιαζομένη ἀνὰ πᾶν δευτερόλεπτον, νὰ ἐπιτύχῃ τὴν ὡραιοτέραν στάσιν ἐκ τῶν χιλίων, ἃς συμβουλεύεται ἐκ τοῦ Mode Illustré, καὶ ἀναλίσκεται ἵνα εὕρῃ τὴν εἰκονικωτέραν καὶ σκηνικωτέραν θέσιν, δι’ ἧς θὰ μᾶς σαγηνεύσῃ, θὰ μᾶς θέλξῃ, θὰ μᾶς μεθύσῃ εἰς ἐρωτικὰς διαχύσεις πλειότερον.

Κάθηται λ. χ. εἰς τὸ δεῖπνον τὸ ἑσπέρας μὲ ἄπληστον ὄρεξιν νὰ καταβροχθίσῃ τὸ ἐκλεκτὸν φαγητὸν, διὰ τὸ ὁποῖον μετὰ μυρίων θωπειῶν ἐμάλαξε τὴν δυσκαμψίαν τοῦ συζύγου. Ἠκόνισεν ἤδη τοὺς ὀδόντας, ὁσάκις ἔχει ἢ δὲν ἔχει τοιούτους, καὶ κρατεῖ τὴν περόνην ἕτοιμος νὰ ἐπιτεθῇ κατὰ τοῦ ἀχνίζοντος πινακίου της, ὁπότε ἐμφανίζεται ἡ ὑπηρέτρια ἀγγέλλουσα ὅτι ἡ κυρία δεῖνα τοὺς παρακαλεῖ νὰ μὴ λείψωσιν ἀπὸ τὴν μικρὰν ἑσπερίδα ἣν θὰ δώσῃ μετὰ μίαν ἢ δύο ὥρας. Καὶ ἡ περόνη, ὡς δι’ ἀοράτου ἠλεκτρικοῦ σπασμοῦ, πίπτει αὐτομάτως ἐκ τῶν χειρῶν της, ἡ ὄρεξις κόπτεται διὰ μιᾶς καὶ ἀναγκάζεται νὰ μείνῃ νῆστις, διότι, πῶς θὰ δυνηθῇ ἔπειτα νὰ περισφίγξῃ τὴν ὀσφύν της, τὸν στόμαχον, τὴν κοιλίαν, τοὺς πνεύμονας, ἐπὶ τὸ γραφικώτερον καὶ κομψότερον;

Τῇ ψιθυρίζουν αἴφνης ἀφ’ ἑσπέρας ὅτι ὁ ἐπικείμενος τοκετὸς παραβλάπτει τὰς συμμετρικὰς ἁρμονίας τοῦ σώματος, διότι διπλασιάζει πιθανὸν τὴν διάμετρον τῆς ὀσφύος, ἐξοιδαίνει τοὺς χόνδρους, διαστέλλει τὰς ὀστεώσεις, ῥευστοποιεῖ εἰς πλαδαρότητας τὰ στήθη, καὶ δὲν ἠξεύρω τί ἄλλου εἴδους ἀκόμη κακούργους συνεπείας διαπράττει. Καὶ ἡ πολυπαθής μας, ἡ ταλαίπωρος φιλάρεσκος, ἡ ὁποία μεριμνᾷ ἀδιαλείπτως πῶς νὰ μὴ προσκρούσῃ ἐπ’ ἐλάχιστον εἰς τὴν καλαισθησίαν ἡμῶν τῶν ὀπαδῶν τοῦ ἀσχήμου φύλου, ἄρχεται τότε σχεδιάζουσα τίνι τρόπῳ νὰ ἀποσοβήσῃ τὴν μοχθηρὰν πάλιν αὐτὴν κακοβουλίαν τῆς φύσεως, ἡ ὁποία διενοήθη νὰ τὴν καταστήσῃ μητέρα ἐπὶ ζημίᾳ τοῦ κάλλους καὶ τῶν θελγήτρων της, τὰ ὁποῖα μᾶς ἐνδιαφέρουσι πλειότερον. Καὶ βυθίζεται ὅλην τὴν νύκτα εἰς μελαγχολικὰς σκέψεις καὶ ζοφερὰν ἀπελπισίαν, ἕως οὗ, τύχῃ ἀγαθῇ,