Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 080.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
80

τὴν ὑπερβολὴν τῆς αἰσιοδοξίας, τὴν ὁποίαν μοὶ προσέτριβεν. Ἐγὼ δὲ, παίζων, ἐξήγουν τὰς πρὸς τὸ ἀπαισιόδοξον τάσεις του διὰ τῆς διαφορᾶς τῆς ἡλικίας, καὶ ἔλεγα — ὅπερ ἄλλως τε ἀληθὲς — ὅτι ἐν Ἑλλάδι ὅπου λευκαὶ τρίχες ἐκεῖ καὶ μεμψιμοιρία, ὅσῳ δὲ λευκότεραι αἱ τρίχες τόσῳ μεγαλειτέρα ἡ μεμψιμοιρία.

Τοῦτο ἐφαρμόζεται ἁπανταχοῦ τῆς γῆς. Αἱ ἐντυπώσεις, τὰς ὁποίας ἐλάβομεν ὑπὸ τὸ πρίσμα τῆς νεότητος, διατηροῦν ἰδιάζουσαν μέχρι τέλους χάριν ἐντὸς τῆς μνήμης τοῦ ἀνθρώπου. Ἐνίοτε δὲ γηράσκοντες, ἀποδίδομεν εἰς τὰ πρὸ ἡμῶν ἀντικείμενα ἐλλείψεις, ἐνῷ μόνοι πταίουσιν οἱ μεταβληθέντες ὀφθαλμοί μας. Ἴσως ἐν Ἑλλάδι ὑπάρχουν πρόσθετοι ἀφορμαὶ δικαιοῦσαι καὶ ἄλλως τὸ πρᾶγμα. Ἀλλὰ φοβοῦμαι μὴ τὸ ἴσως μου τοῦτο προέρχεται ἐκ τοῦ ὅτι κατατάσσομαι ἤδη κ’ ἐγὼ εἰς τὴν σειρὰν τῶν δικαιώματι ἡλικίας μεμψιμοιρούντων.

Ὁπωσδήποτε, ὁ Παλάσκας παρεδέχετο ἐν μέρει τὴν ἔνστασίν μου ταύτην. Παρεδέχετο καὶ τὴν ἰσχὺν τῶν ἱστορικῶν λόγων διὰ τῶν ὁποίων ἐξηγῶν τὰ κακῶς ἔχοντα, παρ’ ἡμῖν, ἀπεπειρώμην ν’ ἀναδείξω τὸ ἐφήμερον αὐτῶν καὶ νὰ μεταδώσω καὶ εἰς ἐκεῖνον τὰς περὶ βαθμιαίας διορθώσεώς των ἐλπίδας μου. Ὡς πρὸς τοῦτο δὲν εὕρισκα ἐκ μέρους του ἀντίστασιν ἢ δυσκολίαν. Ὄχι! Ἡ πεποίθησίς του εἰς τὸ μέλλον ἦτο πλήρης καὶ ἀκράδαντος. Ἀλλὰ δὲν τὸν ἐμπόδιζεν αὕτη ἀπὸ τοῦ νὰ βλέπῃ καὶ νὰ λέγῃ τὰς ἀσχημίας τοῦ παρόντος, τὰς ὁποίας κατὰ μέγιστον μέρος ἀπέδιδεν, ὡς ἔλεγεν, εἰς τὸ δὲν πειράζει.

— Βλέπεις τὰ πράγματα ἐκ τοῦ πλησίον, ἔλεγα, καὶ διὰ τοῦτο μεγαλοποιεῖς τὸ κακόν. Ἂν ἐξετάσης τῆς ὡραιοτέρας χειρὸς τὸ δέρμα διὰ τοῦ μικροσκοπίου, θὰ ἀνακαλύψῃς ἐπ’ αὐτῆς ἀηδίας, τὰς ὁποίας ὁ ὀφθαλμὸς δὲν ὑποπτεύεται. Μὴ διὰ τοῦτο ἐλαττοῦται ἡ ὡραιότης τῆς χειρὸς, τὴν ὁποίαν θαυμάζει ὁ γυμνὸς ὀφθαλμός σου; Διὰ νὰ κρίνῃς ἀσφαλῶς, βλέπε τὰ πράγματα ἐξ ἀποστάσεως, ἐξ ἀποστάσεως ἱκανῆς ὅπως συγκρίνῃς τὰ ἐν Ἑλλάδι μὲ τὰ ἀλλαχοῦ συμβαίνοντα. Διότι ἐπὶ τέλους, μὴ δὲν εἶναι ἀνθρώπινα τὰ καθ’ ἡμᾶς; Καὶ ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ὁ αὐτὸς περίπου πανταχοῦ καὶ πάντοτε;

— Ναὶ, ἀπεκρίνετο μειδιῶν ὁ Παλάσκας, ἀλλ’ ὁ Ἕλλην