Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 174.jpg

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
174

δι’ ἕνα κομμάτι ψωμί· μετακινήσεις ἀπὸ ὁμίλου εἰς ὅμιλον ἐγίνοντο, καὶ προτροπαὶ ἐδίδοντο εἴς τινας ἐκ τῆς τάξεως τοῦ λαοῦ γνωστοὺς ἐπὶ τόλμῃ, ὅπως ὑπερασπίσωσι τὰ δίκαια τῶν πτωχῶν.

Οὗτοι ἀνῆκον, καθὼς ἠθέλομεν εἰπῇ τώρα, εἰς τὴν ἀντιπολίτευσιν, οἵτινες, καθὼς παντοῦ καὶ πάντοτε, διὰ μικρῶν δημοκοπιῶν προσεπάθουν νὰ φαίνωνται προστάται τῶν δικαιωμάτων καὶ τῶν συμφερόντων τῶν πολλῶν, προλεαίνοντες οὕτως εἰς ἑαυτοὺς τὴν ὁδὸν πρὸς τὴν πολύζηλον ἀρχήν. Τῶν τοιούτων λοιπόν τις προὐχώρει εἰς τὸ μέσον ἐκ τῶν πυκνῶν τοῦ λαοῦ τάξεων καὶ ὑψῶν τὴν φωνὴν ἤρχετο ἐπικρίνων αὐστηρῶς τὰς τάσεις τῶν τσορπατζήδων πρὸς ἀδικίαν τῆς πτωχολογιᾶς, καὶ προσεπάθει νὰ ἀναιρέσῃ τὰ ἐπιχειρήματα τῶν προαγορευσάντων. «Ἐὰν σεῖς δὲν ἐπουλήσατε τὸ περυσινὸ κρασί σας, ἔλεγεν, ἡμεῖς οἱ ἄλλοι τὸ ἔχομεν πουλημένο ὡς καὶ στάλα[1]. — Εἶπαν ὅτι φέτος τὰ ἀμπέλια ἔχουν πολλὰ σταφύλια, σἂν νὰ εἴμεθα ἀπὸ τὸ Ἴγκοβο,[2], καὶ σἂν νὰ ἐλησμονήσαμεν τὸ χαλάζι ποῦ δὲν ἀφῆκεν οὔτε φύλλα εἰς τὰ ἀμπέλια τοῦ Νόχτου[3], καὶ σἂν νὰ μὴ ἠξεύτωμεν ὅτι στὲς Σαράντα βρύσες[4], ὅλα τὰ ἀμπέλια σάπησαν φέτος ἀπὸ τὲς βροχές — πέρυσι οἱ μαξουλτζῆδες ἐγέλασαν τοὺς πτωχοὺς καὶ ἐπῆραν τὰ σταφύλια των γιὰ τίποτε· φέτος δὲν θὰ ἀφήσωμεν νὰ κάμουν πάλιν τὴν ἰδίαν ἀδικίαν. Εἶναι καὶ ἄλλοι στὸν Στενήμαχον, ποῦ ἔχουν ληνοὺς καὶ ἀγγεῖα γιὰ σταφύλια. — Ἡμεῖς προτείνομεν νὰ κοπῇ ἡ τιμὴ τῶν σταφυλιῶν 300 γρόσια ἡ χιλιάδα.» Τοιαῦτα ἔλεγε δημοκόπος ἢ καὶ φιλόδημος τις ῤήτωρ. «Καλὰ λέγει, καλὰ λέγει!» ἠκούοντο πολλαὶ φωναὶ ἐκ τῆς ἐκκλησίας τοῦ δήμου, καὶ πολλοὶ συνέχαιρον τὸν νέον ῥήτορα διὰ τὴν ἰσχυρὰν προστασίαν, τὴν ὁποίαν ἔδωκεν εἰς τὸ πούπουλο[5]. Καὶ ἄλλοι δὲ ἐκ τῆς τάξεως τοῦ λαοῦ ἁμιλλώ-


  1. Στάλα = σταγών.
  2. Ἴγκοβο, μικρὸν βουλγαρικὸν χωρίον ἐπὶ τῆς Ῥοδόπης, οὗ οἱ κάτοικοι ἐφημίζοντο διὰ τὴν εὐήθειάν των.
  3. Νόχτος, Ὄχθος, τοποθεσία ὑψηλὴ πρὸς Ἀν. τοῦ Στενημάχου.
  4. Θέσις ὁμοίως πρὸς Ἀν. ἀπέχουσα τῆς πόλεως ὥρας σχεδὸν ὁδόν, περίφημος διὰ τὰ ἄφθονα καὶ δροσερώτατα νερά του, ἐκεῖ ἀναβλύζοντα.
  5. Πούπουλο, λαός, populus.