Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 106.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
106

διὰ νὰ συντελέσῃ εἰς τὸ ναυάγιον αὐτοῦ. [Γελῶν]. Χάχ, ἄχ, ἄχ, ἆ! Τί ἔχει νὰ μοῦ σύρῃ ἡ Χαρίκλεια! θὰ γείνῃ μανιακὴ ὅταν μάθῃ ὅτι θὰ ὑπανδρευθῶ… Ἀδιάφορον, δὲν ἔχω καμμίαν ὑποχρέωσιν. Τῆς φθάνει τόση ἀγάπη, καὶ πολὺ μάλιστα διήρκεσεν… Δύο μῆνας πρὸ τεσσάρων ἐτῶν καὶ ὀκτὼ ἐφέτος… τί παραπάνω θέλει ἀπ’ ἐμέ; Ἐπὶ τέλους δὲν εἶμαι ἄνδρας της ἐγώ…

Ἡ κ. Ξυλαράκη πρὸ τῆς θύρας τῆς αἰθούσης ἱσταμένη. — Ποῦ ἦσο τόσην ὥραν;

Μαλσταμίδης θορυβούμενος — Μά....

Ἡ κ. Ξυλαράκη. — Καὶ σὲ περιμένομεν διὰ νὰ καθήσωμεν ’ς τὸ τραπέζι....

Μαλσταμίδης συνερχόμενος — Ἆ ἐμένα περιμένετε;

Ἡ κ. Ξυλαρ. λαμβάνουσα τὸν βραχίονά του. — Πάμε μέσα.

Μαλσταμίδης ἰδία. — Οὔφ!…

Ἡ κ. Ξυλαράκη ἐν ἀγαλλιάσει. — Τὸ σχέδιόν μου ἐπιτυγχάνει περίφημα.

Μαλσταμίδης. — Ἔχω μίαν ἰδέαν....

Ἡ κ. Ξυλ. — Φαντάσου ὅτι ὅσα τοῦ εἶπα τὰ ἐπίστευσεν ὅλα.

Μαλσταμίδης. — Στάσου νὰ ἰδῇς.

Ἡ κ. Ξυλ. — Τώρα κύτταξε ἐσὺ νὰ κάμῃς καλὰ τὸ μέρος σου.

Μαλσταμίδης. — Μίαν στιγμὴν....

Ἡ κ. Ξυλαράκη. — Μὰ νὰ σὲ ἰδῶ, νὰ τὴν περιποιηθῇς ὅσον ἠμπορεῖς περισσότερον.

Μαλσταμ. — Τὸ σχέδιόν σου δὲν εἷνε καλόν, Χαρίκλεια.

Ἡ κ. Ξυλαράκη. — Εἶνε λαμπρόν.

Μαλσταμίδης. — Ἄκουσέ με....

Ἡ κ. Ξυλαράκη πρὸ τῆς τραπέζης ἐν τῷ ἑστιατορίῳ. — Κάθησ’ ἐδῷ, κοντά μου. [καθημένη]. Ἐκεῖ ἀντικρύ μου θὰ καθήσῃ ὁ Ἰσίδωρος, κ’ ἐδῷ ἡ Καλλιόπη.

Μαλσταμίδης καθήμενος. — Πρέπει ν’ ἀλλάξωμεν σχέδιον, κ’ ἐγὼ λέγω μάλιστα νὰ φύγω ἀπὸ τὰς Ἀθήνας διὰ τρεῖς τέσσαρας ἑβδομάδας....

Ἡ κ. Ξυλαράκη ἀνήσυχος. — Νὰ φύγῃς;

Μαλσταμίδης. — Μὰ ὑπόθεσε ὅτι ἀποτυγχάνει.... ὑπόθεσε ὅτι ὁ ἄνδρας σου μανθάνει ἐπὶ τέλους τίποτε....

Ἡ κ. Ξυλαράκη ὀργιζομένη ἐλαφρῶς. — Νὰ κάμῃς ἐκεῖνο ποῦ σοῦ λέγω ἐγώ· ἐνόησες;