Ἐξ ὅσων κατενόησα εἰλικρινῶς ποθεῖτε,
νὰ εὕρητε τὴν ἀφορμὴν διὰ ν’ ἀφοπλισθῆτε.
Τὴν κεφαλήν σας ξύσατε… σᾶς συμβουλεύω μόνον,
νὰ παύσετε τὸ στάδιον τῶν κωμικῶν ἀγώνων.
Αὐτὰ πρὸς τὸ συμφέρον σας σᾶς λέγουν ὅλ’ οἱ Γάλλοι,
κι’ εἶν’ ἡ φωνή των φιλική… Κανεὶς μὴν ἀμφιβάλλῃ…
Τὴν θελκτικὴν ὑμῶν φωνὴν παρήκουσα πιστεύω,
καὶ πῶς τὸ ζήτημα πολὺ καὶ πάλιν τὸ μπερδεύω…
Εἶπον ὅτι προσφέρονται οἱ Γάλλοι νὰ μᾶς σώσουν,
καὶ, ἂν ἀφοπλιζώμεθα, πῶς κἄτι θὰ μᾶς δώσουν!
Τὴν εἴδησιν ἐδέχθησαν χορδαῖς τε καὶ ὀργάνοις,
καὶ ἡ δευτέρα φαίνεται χείρων τῆς πρώτης πλάνης.
Oh mille tonnéres! oh sapristi! καὶ κἄτι παραπάνω…
Mon cher Ministre, μὰ τὸν Χριστὸν δὲν σᾶς καταλαμβάνω!
Εἶδον τὴν φρενοβλάβειαν κι’ ἐγὼ τῆς πρωτευούσης,
ἀλλὰ δὲν εἶμ’ ὑπεύθυνος διὰ τὰς παρακρούσεις.
Ἂν ἤξευρα πῶς πόλεμος θὰ πῇ γιὰ σᾶς εἰρήνη,
θὰ ἔλεγα ὁ πόλεμος αὐτοστιγμὶ νὰ γίνῃ…
Τώρα στοὺς συναδέλφους μου θὰ πῶ νὰ σᾶς συνδράμουν,
τοὐτέστιν τὸν ἀποκλεισμὸν ὡς τάχιον νὰ κάμουν…
Mon cher Moui, εὐχαριστῶ ἐξ ὅλης μου καρδίας,
διότι μᾶς ἐσώσατε ἀπὸ τῆς κωμῳδίας!
Εἶδον μετ’ ἄκρας μου χαρᾶς τοὺς ἡνωμένους στόλους,
στὰς γραφικὰς θαλάσσας μας ὡς εἶδος περιπόλους!
Ἤμεθα ὅλοι ἔξαλλοι… γυναῖκες μετὰ παίδων,
ζητωκραυγάζουν μετ’ ἐμοῦ τὸν ναύαρχον Ἀλφρέδον.
Ἐγὼ δὲ ὡς ἐκ θαύματος σωθεὶς ἐκ καταιγίδος,
τὴν ἐξουσίαν παραιτῶ πρὸς χάριν τῆς πατρίδος!
Ἀλλ’ ὅμως καὶ μακρὰν αὐτῆς, παμφίλτατε Moui.
θὰ κράζω πῶς μὲ ἐσώσατε, oui, oui, oui....
Τὸ χέρι