Μετάβαση στο περιεχόμενο

Χρήστης:Seudo

Τα περιεχόμενα της σελίδας δεν υποστηρίζονται σε άλλες γλώσσες.
Από Βικιθήκη
SEUDO. (De pseudo.) adj. Supuesto, falso. Úsase sólo con este significado precediendo a sustantivos masculinos o femeninos o como primer elemento de voces técnicas compuestas. (Diccionario Español)