Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1891 - 389.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
389

— Προσέξατε. Θὰ τὴν ὑπνωτίσω τόρα.

Καί, καθήμενος παρ’ ἐμοί, ἔνευσε τῇ Ῥουκὲ χανοὺμ νὰ ἐγερθῇ. Ἐκείνη δ’ ἐγερθεῖσα εὐθύς, ἔκαμεν ἓν βῆμα πρὸς θύραν, ἄγουσαν εἰς τὸν δασύσκιον κῆπον τῆς οἰκίας καὶ ἔστη μικρόν, παρατηροῦσα τὰ δένδρα καὶ ἄνθη του. Εἶτα ἐστράφη πρὸς τὸν ἰατρόν της οὗτος δέ, ἀνατείνας ὀλίγον τοὺς μεγάλους καὶ ὡραίους του ὀφθαλμούς, ἐφώνησεν αὐτῇ:

— Ῥουκὲ χανούμ! Γκιοσλεριμὲ μπάκ. Βὲ γιανουμᾶ, γκὲλ γιαβὰς — γιαβάς. Γκὲλ χανούμ!… ἤτοι: «Ῥουκὲ χανούμ! Κύτταξέ με στὰ μάτια. Καὶ ἔρχου πρὸς μὲ σιγὰ — σιγά. Ἔλα χανούμ!»

Ἡ Ῥουκε χανοὺμ προσήλωσε τοὺς γλυκυτάτους αὐτῆς ὀφθαλμοὺς εἰς τοὺς τοῦ ἰατροῦ καὶ ἐκινήθη.

Μόλις ὅμως ἠδυνήθη νὰ προβῇ δύο βήματα. Εἰς δὲ τὸ τρίτον εἴδομεν τὸ σῶμα της ταραχθὲν, ὡς ἐξ ἐλαφροῦ σπασμοῦ, καὶ τὰ βλέφαρα αὐτῆς ὑποτρέμοντα καὶ κλειόμενα. Ἡ Ῥουκὲ χανούμ, ἔστη τότε ἀκαριαίως καὶ ἔμεινεν ὀρθία καὶ ἀκίνητος με τὴν κεφαλὴν ὑψωμένην.

— Ὁ ὑπνωτισμὸς συνετελέσθη, Κύριοι, εἶπεν ὁ ἰατρὸς ἐγειρόμενος. Παρατηρήσατε. Κοιμᾶται ἐν βαθεῖ ληθάργῳ καὶ εἶνε ἐντελῶς ἀναίσθητος. Οὐδεμίαν ἔχει βούλησιν. Θὰ μένῃ, ὅπως τὴν βλέπετε, ὅπως εὑρέθη, ἐκεῖ, ἀκίνητος. Ὥρας ὁλοκλήρους δύναται νὰ μένῃ οὕτως, ἕως οὗ τὴν ἀφυπνίσω. Εἶνε νεκρὰ ζῶσα. Οὔτε πίπτει ὅμως, οὔτε δύναταί τις νὰ τὴν μετακινήσῃ ἐκ τῆς θέσεώς της. Οἱ πόδες εἶνε κατὰ γράμμα καθηλωμένοι ἐπὶ τοῦ δαπέδου καὶ ὡσεὶ ἦσαν σιδηροῖ. Ἔχει ἰσχυρὰν καὶ διαρκῆ σύσπασιν μυῶν, ἔχει ὑπερερεθιστικότητα νευρομυϊκήν. Δοκιμάσατε, κ. συνάδελφε, προσέθηκεν ἱλαρῶς, ἀποτεινόμενος πρός με, δοκιμάσατε νὰ τὴν ἐκτοπίσητε.

Ἠγέρθην τότε καὶ ἐγώ ἀλλ’ εἶπον τῷ ἰατρῷ νὰ μὲ ἀναπληρώσῃ εἰς τὴν προταθεῖσαν δοκιμασίαν, μὴ θέλων νὰ θίξω τὸ σῶμα τῆς Ῥουκὲ χανούμ, ἧς ἡ μήτηρ εἶχεν ἐπ’ ἐμοῦ τοὺς ὀφθαλμούς.

— Καὶ διατί ὄχι ἐγώ; ἠρώτησεν ὁ βοηθός μου.

— Διότι αὐτὸ εἶνε δικαίωμα τῶν ἰατρῶν, ἀπεκρίθη σοβαρῶς ὁ κ. Κουτούβαλης.