Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1890 - 277.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
277

ἡ θάλασσα!» Καὶ ὅμως ἕνα ἦτον τὸ γλυκὸ ὄνειρό μου· τὸ ταξεῖδι. Ὅταν κάθε Σεπτέμβριον ἐσυνώδευεν ἡ οἰκογένεια ὡς ἐπάνω εἰς τὸ ἀτμόπλοιον τὸν μεγάλων ἀδελφόν μου ποῦ ἔφευγε διὰ τὰς Ἀθήνας, ἐγύριζα εἰς τὴν πόλιν γεμάτος ἀπὸ ἀνέκφραστσν μελαγχολίαν. Ἡ θέα τοῦ πλοίου, ὅπως ἦτον ὑψηλὸ καὶ πλατύ, ὁ καπνὸς τοῦ φουγάρου, οἱ κρότοι ποῦ ἔβγαιναν ἀπὸ τὰ βάθη του, ὁ θόρυβσς ποῦ ἔκαμναν βαρκάρηδες καὶ ναῦται, ὁ φόβος ποῦ ἔπιανε τοὺς ἐπιβάτας, ἡ θάλασσα ποῦ ἄφριζεν ὡσὰν θυμωμένη τριγύρω του, μ’ ἐξάφνιζαν καὶ μ’ ἐγοήτευαν. Ὁ ἀδελφός μου ἔφευγε διὰ τὰς Ἀθήνας, δηλαδὴ διὰ τὸν παράδεισον, ὅστις ἤρχιζεν ἀφ’ ὅτου ἕβαζε τὸ πόδι του εἰς τὸ βαπόρι. Πῶς ἐζήλευα τοὺς μικροὺς συντρόφους μου τοὺς ὁποίους τὸ καλοκαῖρι ἔπερναν μαζῆ των οἱ γονεῖς εἰς τὰ ταξείδια. Διὰ τοῦτο ἐπέταξα ἀπὸ τὴν χαράν μου καὶ δὲν ἐτόλμησα νὰ τὸ πιστεύσω ἀμέσως, ὅταν ἔμαθα ὅτι ὁ θεῖος μου θὰ μὲ πάρῃ μαζῆ του εἰς τὴν Κεφαλληνίαν διὰ νὰ ἴδωμεν ἕνα ἄγνωστον συγγενῆ μας.

Καὶ ἦλθεν ἡ ποθητὴ ἡμέρα. Μοῦ ἐφάνη ἀπὸ τότε ὅτι ἐμβῆκα εἰς νέαν περίοδον βίου· μοῦ ἐφάνη ὅτι ἐμεγάλωσα πρὸ τοῦ νὰ μεγαλώσουν τὰ χρόνια μου. Ἀλλὰ δὲν πρόκειται τώρα νὰ σοῦ περιγράψω τὰς συγκινήσεις τοῦ πρώτου ταξειδίου, τὴν ζωήν μου μέσα εἰς χαριτωμένα χωριά, ὅπου ἐπέρασα δυὸ μῆνες, γεμάτους καλωσύνη, δροσιά, πρασινάδα, σὰν καναρίνι μετὰ εἰς τὰ χέρια τῆς ὡραιοτέρας καὶ περιποιητικωτέρας κόρης. Οἱ δύο ἐκεῖνοι μῆνες ἀνάμεσα εἰς τὴν ἁπλότητα καὶ τὴν ζωὴν τῆς φύσεως μὲ ἔκαμε νὰ αἰσθανθῶ καὶ νὰ γνωρίσω περισσότερα ἀφ’ ὅσα εἰς ὁλόκληρα ἔτη θὰ μ’ ἐμάθαιναν σχολεῖα καὶ βιβλία. Αἰώνια θὰ ἐνθυμοῦμαι ταὶς ἰσκιεραὶς καὶ μεγάλαις ἐλιαίς, ἑκατὸ χρονῶν ποῦ ἦσαν, τοὺς περιπάτους ποῦ ἐχύνονταν εἰς αὐτοὺς κάθε δειλινὸν ἡ εὐωδίαις τῶν γιασεμιῶν ἀπὸ τὰ περιβόλια· τοὺς ἐστόλιζαν τὰ κορίτσια, τὰ ὁποῖα ἀντά-