Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 127.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
127

(ἱκετευτικῶς) Τὸ χέρι σου....

— Τὸ χέρι μου!; χέρι γιὰ φίλημα!.. χέρι ποῦ ἀφίνει τοὺς κακούργους νὰ φεύγουν ἀπ’ τὸ γραφεῖο τῆς εἰσαγγελίας!..

Ὁ κατάδικος φεύγει κλαίων. Ὁ εἰσαγγελεὺς καταπίπτει ἐπὶ τῆς ἕδρας του ἀναφωνῶν «ὅ,τι δὲν κατώρθωσαν χίλιοι κακοήθεις τὸ κατώρθωσεν ἕνας τίμιος. Μοῦ ἐχάλασε τὸν χαρακτῆρά μου!..

Μετὰ μεγάλης ἀπορίας οἱ περίτρομοι ὑπάλληλοι εἶδον τὸν εἰσαγγελέα νὰ ἀπέλθῃ πρὸ τῆς συνήθως ὥρας χαιρετῶν αὐτοὺς πρώτην ἤδη φορὰν προσηνῶς καὶ εἰς ἄκρον συγκεκινημένος.


ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗΝ ΤΗΣ
(ΜΑΚΡΑΝ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ)

Εἶπα ’ς τὸ κῦμα τοῦ ’γιαλοῦ, ’ς τῆς νύχτας τὸ ἀγέρι,
Ποῦ ’ς τὴν ἀκρογιαλιά σου ἐκεῖ σκορπιέται μυρωμένο,
’Σ τὴ μυρωδιὰ τῶν λουλουδιῶν, ’ς τὸ πρωϊνὸ ἀστέρι,
’Σ τὸ ταξειδιάρικο πουλὶ ποῦ φεύγει εὐτυχισμένο,
Μὲ φῶς, τραγοῦδι καὶ δροσιὰ γιὰ νἄλθουνε σιμά σου
Καὶ νὰ σοῦ φέρουν μιὰ γλυκειὰ εὐχή μου — ’ς τὤνομά σου.

Σκ.