Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1889 - 092.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
92

ἐρωμένης σας τέλος πάντων. Καὶ ἐνῷ νομίζετε, ὅτι ἡ ἱερότης τοῦ ἀπορρήτου σκέπει τὴν τρυφεράν, τὴν ἐμπιστευτικήν, τὴν σοβαράν σας συνδιάλεξιν, ἐκεῖνος ὁ ἀπάνθρωπος εἰσβάλλει αἴφνης, σᾶς ἀνακόπτει ἐξ ἐνέδρας, λαμβάνει ἁπλούστατα ἓν κάθισμα, παρεντίθεται ὡς ἀπὸ μηχανῆς ἐν τῷ μέσῳ, καὶ πρὶν συνέλθετε ἐκ τῆς ἐκπλήξεως καὶ ἐννοήσητε καλὰ-καλὰ τί συμβαίνει, αὐτὸς συλλαμβάνων τὴν τελευταίαν ἡμιτελῆ λέξιν, ἣν σᾶς διέκοψε πτερυγίζουσαν ἔτι εἰς τὰ χείλη σας, ὡς ἀφορμήν, ὡς casum belli, ἐνῷ σεῖς ἀνεφέρετε τυχαίως αἴφνης ἐν τῇ ρύμῃ τοῦ λόγου περὶ ποτάσσης, αὐτὸς ἐνωτιζόμενος τῆς ἀπηχήσεως τῶν τελευταίων συλλαβῶν:

— Περὶ θαλάσσης πρόκειται; σᾶς ἐρωτᾷ· ἆ! νὰ σᾶς διηγηθῶ ἐγώ…

— Μὰ κύριε… περιττόν… διατί νὰ πειράζεσθε… δηλαδή… μᾶς συγχωρεῖτε…

— Ὄχι, ὄχι! ἐπιμένει ὁ φρικώδης φλυαρολόγος. Κανεὶς ἄλλος ἀπὸ ἐμὲ δὲν ἠξεύρει καλλίτερα τὰς περιπετείας τῆς θαλάσσης… ἐνθυμοῦμαι πρὸ δεκαπέντε ἐτῶν ποῦ μᾶς ἔπιασε μιὰ τρικυμία εἰς τὸν Μαλέαν, ὄχι· εἰς τὸ Σούνιον νομίζω… εἴχαμε πλοίαρχο τὸν καπετὰν Τζανῆν, ὁ ὁποῖος ἐκείνας τὰς ἡμέρας εἶχε νυμφευθῇ μία νόστιμη Συριανή… τὴν ὁποίαν ἐπρόκειτο μάλιστα νὰ πάρῃ πρὶν ἕνας φίλος μου ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρειαν, ὅπου τὸν εἶχα σχετισθῇ εἰς τὸν θέατρον ἀπὸ ἕναν ἐξάδελφόν μου ἔμπορον ἀπὸ τὴν Ἄνδρο… καλὸ παιδὶ τὸ καϋμένο! ἀλλὰ ’πέθανε, ἂν κ’ ἐγὼ τοῦ ἔλεγα νὰ ἤρχετο ’ςτὰς Ἀθήνας νὰ κυτταχθῇ, ἐπειδὴ ἕνας φίλος μου ἰατρὸς ἀπὸ τὰς Καλάμας, ὁ ὁποῖος μάλιστα ἐτρελλαίνετο διὰ τὰ ἄνθη, ἐνῷ ἐγὼ ἐπροτιμοῦσα τὴν μουσικήν, ἐπειδὴ ὁ μακαρίτης ὁ πάππος μου, ὅστις λάβετε ὑπ’ ὄψιν, ὅτι εἶχε παρευρεθῇ καὶ ’ς τὴν πολιορκίαν τοῦ Μεσολογγίου… προχθὲς μάλιστα ἔτυχε ὁμιλία μὲ ἕνα ἱστορικόν… διότι ἠξεύρετε ἡ ἱστορία τοῦ Παπαρρηγοπούλου…

Καὶ λέγει, λέγει, λέγει ἀδιακόπως. Καὶ λησμονῶν πόθεν ἤρχισε, ποῦ εὑρίσκεται, ποῦ ἐννοεῖ νὰ καταλήξῃ, ἀναμιγνύει εἰς ὅλην αὐτὴν τὴν σύγχυσιν τὰς βλέψεις τῆς Ρωσσικῆς πολιτικῆς, τὰ λάχανα τοῦ κήπου τῆς γυναικαδέλφης του, τὸ νέον μυθιστόρημα τοῦ Ὀνέ, τὸν διορισμὸν τοῦ δεῖνα τελωνοφύλακος