Σελίδα:Ημερολόγιο Σκόκου 1888 - 104.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
104

Νεᾶνις ἀπαθῶς. — Εἷνε δυστυχῶς σκοτεινὰ καὶ δὲν βλέπω· εἶμαι ὅμως βεβαία ὅτι εἷσθε κατακόκκινος.

Μαλσταμίδης. — Ἀπὸ θυμόν…

Νεᾶνις. — Ὄχι… ἴσως ἀπὸ ἐντροπήν.

Μαλσταμίδης κατάπληκτος. — Ἄ!…

Νεᾶνις. — Ἀφοῦ μοῦ ὁμιλεῖτε τόσον εἰλικρινῶς περὶ τῆς φίλης μου θὰ σᾶς ὁμιλήσω κ’ ἐγὼ μὲ τὴν αὐτὴν εἰλικρίνειαν.

Μαλσταμίδης. — Κυρία μου…

Νεᾶνις. — Διατί δὲν ἔχετε τὸ θάρρος νὰ ὁμολογήσητε τὴν ἀλήθειαν;

Μαλστ. μετά τινα δισταγμόν. — Αἴ μάλιστα… ἔχετε δίκαιον καὶ σεῖς, κ’ ἐκείνη… ἀλλ’ ἀπὸ σήμερον εἶμαι ἄλλος ἄνθρωπος.

Νεᾶνις. — Διατὶ ἀπὸ σήμερον;

Μαλσταμ. ἑτοίμως. — Διότι σᾶς εἶδα καὶ σᾶς ἠγάπησα!…

Νεᾶνις γελῶσα. — Ἔ, Θεέ μου!… πῶς πέρνετε φωτιά! [Ἀπομακρυνομένη αὐτοῦ]. Προσέξατε μὴ μὲ κάψετε.

Μαλσταμίδης πλησιάζων αὐτήν. — Δὲν μὲ πιστεύετε;

Νεᾶνις. — Καλά… σεῖς δὲν μὲ γνωρίζετε… δὲν ἠξεύρετε ποία εἶμαι…

Μαλσταμίδης. — Τί σημαίνει αὐτό…

Ἡ Ν. σκοπίμως. — Μήπως νομίζετε ὅτι εἶμαι ὑπανδρευμένη;

Μαλσταμίδης. — Ποῦ μένετε, κυρία μου, διὰ νὰ πάγω νὰ ὁμιλήσω μὲ τοὺς γονεῖς σας;

Νεᾶνις. — Ἄ, βλέπω ὅτι τὰ πράγματα εἶνε σοβαρά.

Μαλσταμίδης. — Λέγετε, κυρία μου…

Νεᾶνις. — Τί νὰ τοὺς κάμετε τοὺς γονεῖς μου;

Μαλσταμίδης. — Νὰ σᾶς ζητήσω ἀπὸ αὐτούς.

Νεᾶνις. — Οἱ γονεῖς μου ὅμως πρὶν ἀποφασίσουν τίποτε, θὰ μ’ ἐρωτήσουν πρῶτα.

Μαλσταμίδης ἀδημονῶν. — Καὶ σεῖς;

Νεᾶνις. — Ἐγὼ θὰ ἀρνηθῶ.

Μαλσταμίδης ἐμβρόντητος. — Ἆ!

Νεᾶνις μειδιῶσα. — Ἴσως δὲν θὰ κάμω καλά, διότι… μ’ ἐσώσατε.

Μαλσταμίδης ἑνῶν τὰς χεῖρας παρακλητικῶς. — Ἄ, κυρία μου, ἀφήσατε αὐτὴν τὴν εἰρωνείαν.... Σᾶς βεβαιῶ ὅτι εἶσθε τόσον ὡραία καὶ χωρὶς αὐτήν.