Σελίδα:Γράμματα Αρ.2 (1911) - 62.jpg

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.

ρηκε τὴν βιομηχανικὴ γλῶσσα καὶ τοὺς γλωσσολογικοὺς νόμους τῆς ἀναλογίας, καὶ ἔπιασε δουλειά: μετάφρασε ὅπως μποροῦσε τὸ Εὐαγγέλιο, καὶ τὴ Χημεία, καὶ τὸ καρβουνικὸ ξυνό, τσαλαπάτησε μὲ τὰ χοντροπάπουτσά του παντοῦ, ἵδρυσε «συντροφιὲς», ἕκαμε προπαγάνδες, ἔγινε φόρτωμα τοῦ κάθε κακομοίρη, ἀφόρισε ὅσους δὲν τὸν ἀκολουθοῦν ὐπεράσπισε ἀκάλεστος τὴν Τέχνη...... ὡς ποὺ, ἕνα καλὸ πρωῒ, στὸ γύρισμα τοῦ δρόμου, βρέθηκε κατάμουτρα μὲ τὸν Καιροσκόπο. Ὁ Καιροσκόπος, εἶναι γνωστός, εἶναι γείτονάς, μας εἶναι φὶλος μας, εἶναι συγγενὴς μας. Περιττὸ νὰ τὸν συστήσουμε.

Καὶ ὅσες φορὲς ὁ Καιροσκόπος συναντηθεῖ πρόσωπο μὲ πρόσωπο μὲ τὸν Φανατικὸ εἶναι ἀδύνατο νὰ μὴν προηγηθοῦν ὁμηρικὰ ὑβρεολόγια καὶ νὰ μὴν ἀκολουθήση.... ἀλλὰ ὅποιος εἶναι θωρακισμένος κατὰ τῆς ἀηδίας ποὺ προξενεῖ αὐτὴ ἡ βατραχομυομαχία, καὶ θέλει νὰ γλεντήση τὶς λεπτομέρειες, ἂς ὁρίσει, οἱ ἐφημερίδες κοίτουνται αὐτοῦ.

Τώρα, μερικὰ πράγματα βρίσκουνται ἀψηλότερα ἀπὸ τὰ γροθοκοπήματα τοῦ Φανατικοῦ, τοῦ Καιροσκόπου καὶ τῶν Ἀνίδεων. Παρ’ ὀλίγον νὰ ξεχάσουμε νὰ ποῦμε πῶς αὐτὰ τὰ μερικὰ πράγματα δὲν τὰ φτάνουν οὔτε τὰ βρωμόχερα τῶν πλειονοψηφιῶν.

ΓΡΑΜΜΑΤΑ


PIERRE LOUYS

Pierre Louys ἀπὸ μιὰ μελέτη στὸν «Mercure de France» εἶναι πρῶτ’ ἀπ’ ὅλα ποιητής. Τὸ πικρὸ πρόβλημα τοῦ ἀνθρωπίνου μέλλοντος τὸν ἀπασχολεῖ ἀρκετά. Μὰ ἡ ἀρχαία σοφία μᾶς ἐσυμβούλευσε νὰ λησμονήσουμε τὸ παρελθὸν καὶ τὸ μέλλον καὶ ἔτσι κατεύνασε τὴν παγκόσμια ἀγωνία. «Ἂν σ’ ἐσένα δὲν ξεύρεις παρὰ μόνο τὸ παρόν ζῆσε τοὐλάχιστον μέσα στὸ παρόν... » Εἶναι ἡ διδασκαλεία τοῦ Λουκρήτιου. τοῦ Ἑπικούρου καὶ τοῦ Πλάτωνος, καὶ, ἀπὸ μιὰ μεριά, ἴσως, εἶναι καὶ ἡ ἠθικὴ τοῦ Νίτσε. Δὲν πρέπει νὰ ἱκανοποιοῦμε τὶς ταπεινὲς καὶ ἄμεσες χονδοοειδεῖς ὀρέξεις μας, ὀφείλουμε νὰ ζοῦμε μὲ τὸ σκοπὸ πῶς νὰ ἐξυψωθοῦμε καὶ νὰ γίνουμε κύριοι τοῦ ἑαυτοῦ μας.

Τὸ ἐφήμερο δὲν προσδίδει μιὰ ψεύτικη νότα στοὺς στίχους του. Εἶναι κάθε ἐποχῆς. Καὶ ἀπὸ τὸ ψήλωμα τοῦ πύργου ποὺ κυττάζει τὴ θάλασσα, ὁ Λέανδρος εἰμποροῦσε νὰ τοὺς πεῖ στὴν Ἡρώ, ὅπως ὁ Τρωΐλος στὴν Κρεσσίδα του, ὅπως ὁ Τριστάνος στὴν Ἰζόλντα. Εἶναι αὐτὴ ἡ ἀντίληψη τῆς ζωῆς ὅπως τὴν ἐσχημάτισε ὁ συγγραφέας ποὺ δημιούργησε τὸ ποίημα, ποὺ τὸ καθιστᾶ τόσο βαθύ, τόσο σπάνιο καὶ τόσο ἁπλό. καὶ τοῦ δίνει μιὰ καθαρὴ καὶ ζωντανὴ ζῳή. Ἀκρίβεια, φῶς, αὐτὰ εἶναι τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς τέχνης τοῦ Pierre Louys. Ὁ ἔρωτας κι ὁ θάνατος κρατοῦνται ἀγκαλιασμένοι στὸ κατώφλι τοῦ βιβλίου του. Βασανισμένος ἀπὸ τὴν ἰδέα τοῦ ἐκμηδενισμοῦ φαίνεται σὰ νὰ θέλει νὰ σπρώξει τοὺς ἥρωές του νὰ ζήσουν, σὰ νὰ συγκεντρώνει τὴν ἐνέργειά τους καὶ τὸ πνεῦμα τους σὲ γλήγορες καὶ βίαιες πράξεις. Κι ἂν κάποτε τοὺς ἐξερεθίζει στὸ πάθος. βάζει σὲ ἀντίθεση τὸν βασιλέα τῆς Τρυφήμου, τὸ νωχελῆ κ’ ἐπιεικῆ. Μπροστὰ στὴν τελειωτικὴ σκιά, ἡ δράση καὶ ἡ ὀκνηρία ἰσορροποῦν καὶ ἀντισταθμίζουνται. Ἡ ἠθική του δὲν εἶνε ἡ ἠθικὴ τοῦ Ζαρατούστρα. Εἶναι ἡ μεγάλη ἀνθρωπιστικὴ ἠθικὴ πρὶν τὴ χαλάσει βέβαια ἡ φιλολογικὴ αἰσθαντικότητα τοῦ ρωμαντισμοῦ. Δια-