Ανδρέας Βερούσης/επιστολές

Από Βικιθήκη
Επιστολές του Καπετάν Ανδρούτσου (Ανδρέα Βερούση) στη γυναίκα του Ακριβή (1793-1794)
Συγγραφέας:
Επιστολές του Καπετάν Ανδρούτσου (Ανδρέα Βερούση) στη γυναίκα του Ακριβή, μεταξύ 1793-1794, όσο αυτός ήταν αιχμάλωτος από τους Τούρκουςμ από τα Άπαντα Ηλία Βασιλά, σελ. 340-343


Α΄ Επιστολή[Επεξεργασία]

Ακριβή, σε χαιρετώ, 1793 σεπτεμβρίου α΄. Τζάρα.

Σας φανερώνω την ανέλπιστον δυστυχίαν μου, ότι το Σενάτο αποφάσισεν, και μας επαρέδωσεν των Τουρκών οπού αυτό δεν το έλπιζα, όθεν και ανίσως και ο Θεός και μάθεις που μας εθανάτωσαν, σε περικαλώ, ως το ψωμί, οπού εφάγαμεν, να μου κάμης τα καλά της ψυχής μου, οπού είμαι αμαρτωλός, όμως σου κρεμώ στον λαιμόν, στον Θεόν, και εις τούτον τον κόσμο, ότι τα παιδιά μου και ανηψίδια μου να τα έχεις ωσάν τα ίδια παιδιά μου μην λήψεις, ότι τόσον τα παιδιά μου και ανηψίδια μου και διά την ψυχή μου να μας θυμηθής, ότι σου βάνω χαβαλέ εις εκείνο το κριτήριον το φοβερό, οπού έχουν να κριθούν όλοι οι Χριστιανοί να μη μας αστοχήσετε και ας έχουν την ευχήν μου τα παιδιά μου και ανηψίδια μου, και ο Θεός ο μεγαλοδύναμος ας τα κυβερνήση, διατί εγώ τα έχω ακυβέρνητα∙ σου περικλείω και μίαν Νότα, ότι όσα μου χρεωστούν χωρίς ομολογίαν να τα μάσης, συνχώραμε και ο Θεός συνχωρά σας. Ταύτα και υγίαινε.

Ο ιδικός σας Αντρούτζος

Β΄ Επιστολή[Επεξεργασία]

Μητέρα μου και αδέλφια Αλεξανδρή και Γιάννη και Βαγγέλη σας φιλώ τα μάτια. 1793 Σεπτεμβρίου α΄. Τζάρα, φυλακή.

Θέλει σάς είναι γνωστόν ότι το Σενάτο βένετο, αποφάσισεν ότι να μας στείλουν στην Τουρκιά, στα χέρια του Μπόσνα Πασσά, όθεν δεν το έλπιζα ποτέ να λάβωμεν τέτοιον θάνατον, όθεν σας ρακουμαντάρω σε τούτον τον κόσμον και στον άλλο ότι τα παιδιά μου να τους τηράξετε ωσάν τα ίδια παιδιά σας, και τηράξετε οπού εφάγαμεν ψωμί και ξέρετε ότι ήλθεν ο Τούρκος, και μας εκονσινιάρισε στα χέρια του, μην λείψετε εις εκείνο οπού δύναται η φαμελιά μου διά να μου κάμετε τα καλά της ψυχής μου∙ στον άλλων κόσμο σας ακαρτερώ, ότι σας ρακουμαντάρω να μην μού λείψετε και αφίνω την τελείαν συγχώρησιν όλων των Χριστιανών και εχθρών∙ ομοίως παρακαλώ και εγώ από αυτούς την συγχώρησιν∙ ταύτα και υγιαίνετε.

Όλος ο δυστυχής Ανδρούτζος

Γ΄ Επιστολή[Επεξεργασία]

Ακριβή συμβία χαιρετώ μαζί με τα παιδιά μας.

Εψές έλαβα το γράμμα σου και εχάρηκα κατά πολλά την υγείαν σου, ας έχη δόξα ο Θεός οπού είστε όλοι καλά∙ μου γράφεις ότι πικρένεσαι διά λόγου μου, και εγώ το ομοίως, ξεχωριστά το βάσανο καθημερινώς∙ όμως έλπιζα εις τον Θεόν και εις την Κυρίαν Θεοτόκον να έλθω να αποθάνω με τα παιδιά μου, όθεν πάντα να παρακαλής την δέσποιναν Θεοτόκον να λάβω την ελευθερίαν∙ ως τόσον πάντα από τού μπάρμπα την γνώμην και σέβας να μην εβγαίνεις∙ και πάλιν αυτοί σε αγαπούν∙ όσον μεν διά την υγείαν μου, χάριτι θεία, είμαι καλά∙ διά το άσπρο που μού γράφεις, έχεις να λάβης από τον Λάμπρο Τόλια γρόσια 575 και φλωριά βενέτικα 10. Την βούλα μου και το δαχτυλίδι και κάτι κωνσταντινάτα από τον κόνσολο Αντώνιο Μπαλαδακλή∙ από Τζήρα βενέτικα 80, εγώ με άλλην μου γραφή 9 απριλίου σάς έγραψα και σάς εφανέρωνα το τι πράγμα έχω του Κονσόλου, και Λάμπρου Τόλια∙ διά ταις ακρίβειαις οπού έχετε δύο χρόνους τι να σου κάμω, κάμε με κάθε οικονομίαν ώστε να δώση ο Θεός την ελευθερίαν∙ ο Γιαννάκης να μην λείπη από το σπήτι, ομοίως και τη βάσω, την μεγάλη Πέμπτη ήλθε ένας ανεψιός του Κονσόλου της Ζάκυνθος, και μας είπεν διά λόγου σας πως είσθε καλά ομοίως μας εγέλασαν και μας είπεν ότι ο Γιαννάκης, με τον υιόν τού Ξανθάκη ήταν στην Ζάκυνθο μπαρκάδοι διά εδώ και άλλα ψέμματα, και με έβαλεν σε υποψία και τα ρούχα σας έγραψα οπού τα έχω στον Κόνσολα, και ό,τι άσπρα έχωμεν να εύγουν από την μέσην, σας λέγει ο Βαγγέλης ο Βελιανίτης στοματικώς οπού τα ξέρει αυτός να λάβης από τα άσπρα οπού μας χρεωστούν ακόμη από Πάνο Τζήρα γρόσια 200. μού τα θέλει∙ ως τόσον να γένης και εσύ επιμελητής ότι γράφω του Αλεξανδρή διά τα γράμματα να γένουν το γρηγορώτερον, ως καθώς γράφει και ο Γούμενος του Αναγνώστη Γκινάκα να παν ντοκάρδο οι δύο ως τόσο κάμε καλή καρδιά και ελπίζω ογλήγορα να έλθω και από τον λόγον του Αλεξανδρή και Γιαννάκη να μην ευγαίνης. Και εγώ ο ηγούμενος Ιωσήφ Γκινάκας σας εύχομαι, του Οδυσσέα του φιλώ τα μάτια ταύτα και υγίαινε.

Ο ιδικός σας πάντα Αντρούτζος

Δ΄ Επιστολή[Επεξεργασία]

Ακριβή σε χαιρετώ τα παιδιά μας τους φιλώ τα μάτια συν τω Χριστός ανέστη. 1794 Απριλίου 9.

Από Τζάρα σου έγραψα α΄ Σεπτεμβρίου και ταις είχα αφήσει του Βαγγέλη Βελιανήτη να σας τις στείλη διά τα όσα βάσανα και μαρτύρια οπού τραβήξαμε όσον να ερθούμε στην Πόλι δεν γράφονται. 27 Νοεμβρίου ήρθαμε εδώ και εις ταις 4 Δεκεμβρίου μας ήφεραν στον Καπετάν πασά και έδοσεν προσταγήν να μας χαλάσουν και τους τρεις και επρόφθασεν ο δραγουμάνος του Ρούσσου, οπού τον έστειλεν ο Ελτζής, και έτσι εγλυτόσαμεν από εκείνον τον κίνδυνον, τώρα δεν μας παιδεύουν∙ διά την ελευθερίαν μας όλοι οι Ρωμάνοι μας δίδουν καλάς ελπίδας, να εβγούμε, όμως έως του Αγίου Γεωργίου, αν εύγωμεν, καλώς, αλλέως έχει να εύγη η αρμάδα, και αν δεν μας πάρη κοντά είναι καλά σημάδια∙ έμαθα διά την νύφη πως εμίσεψε, διά τα παιδιά δεν ηξεύρομεν, αν τα αφήσετε και τα επήρεν η νύφη εκάμετε πολλά αχαμνά∙ ο Γιαννάκης, με τον υιόν τού Ξανθάκη, αυτού οπού ήταν, έκαμαν κάτι μπαρούφα και έμαθα πως ήταν μπαρκάδοι στην Ζάκυνθο, με ένα μπαστημέντο διά εδώ∙ και πρώτος καιρός έρχεται εδώ, εχθές ήρθαν ένα παιδί από Πρέβεζα, ομοίως και ο ανηψιός τού Κονσόλου της Ζάκυνθος και μας έγραψεν πως είστενε καλά, μου είπεν το παιδί ότι δύο χρόνια πείνα μεγάλη∙ αυτού οπού είναι ο μπάρμπας ο Μαρίνος, τον οποίον προσκυνώ, ομοίως και εις την θείαν και παιδιά και ας σας κυβερνήση ωσάν πατέρας, ότι άλλον κανένα δεν έχω, λάβε από τον Κόνσολα Μπαλαδουκλή το πεσελί μου, και το ζωστάρι και στην φλοκάτα παλιά, και ένα βρακί ρούχινο και ένα υποκάμισο, από τον Λάμπρο Τόλια γρόσια 575 και φλωριά βενέτικα δέκα, την βούλα μου και την χρυσή και ταις δύο και κάτι κωνσταντινάτα, ακόμη από τον Κόνσολα Μπαλαδουκλή βενέτικα 80 διά τα άλλα σού έγραψα, και αν δόση ο Θεός καμμίαν ελευθερία σου γράφω∙ την βάβω την προσκυνώ, τον Αλεξανδρή και τον Βαγγέλη τους φιλώ τα μάτια∙ έμαθα πως ο Μιχάλης ελαβώθη, τον οποίον του φιλώ τα μάτια, τον Φίλη, και Καλιακούδα, και όλους τους ιδικούς και φίλους χαιρετώ. Καγώ ο Ιωσήφ Γκινάκας σας εύχομαι και παρακαλείται τον Θεόν διά λόγον μας∙ ταύτα και υγιαίνετε.

Ο ιδικός σας καπετάν Αντρούτζος

Ακόμη να σας στέλλη ο Κόνσολας δύο μαντήλια και το γελέκι, να ηξεύρετε οπού μού θέλει ο Πάνο Τζήρας γρόσια διακόσια.