Το τρελλό

Από Βικιθήκη
Τὸ τρελλό
Συγγραφέας:
Δημοσιεύθηκε στο Ετήσιον Ημερολόγιον του Έτους 1889 του Κωνσταντίνου Σκόκου



Ἰω. Τσακασιάνος ἐν Ζακύνθῳ.
ΤΟ ΤΡΕΛΛΟ
ΥΠΟ
ΙΩ. ΤΣΑΚΑΣΙΑΝΟΥ

Τῷ φιλτάτῳ μοι
κ. Κ. Φ. Σκόκῳ.

Ἐμπρός, τὰ ὄργανα! θὰ τραγουδήσω·
Λάμιαις, βρυκόλακες σταθῆτε ’πίσω·
…Σεῖς μὴ μακρύνεσθε, γιὰ μὲ μιλῶ…—
Γελᾶτε, χά χα χα!..— Εἶμαι τρελλό!

*

Ὤ, μή! τὸ γέλοιο σας εἶν’ ἄγριο, φθάνει·
Γελᾶτε μέσα σας, τὸ ἴδιο κάνει.
Ἐμέν’ ἂν βλέπετε καὶ σᾶς γελῶ
Δὲν ἔχω αἴσθησες… — Εἶμαι τρελλό!

*

Γυναῖκες, ἄνθρωποι, μικροί, μεγάλοι,
Φριχτὴ μοῦ φαίνεσθε ἀνεμοζάλη·
Σκορπᾷ ἡ ἀγάπη σας παντοῦ καλό,
Κι’ ἐγὼ σᾶς σκιάζομαι.., — Ἄ, τί τρελλό!

*

Ἄγριος κ’ ἡμέρεψα ’ς τὴν ἅγια γῆ σας,
’Σ τὰ στήθεια μὤβαλε ψυχὴ ἡ ψυχή σας,
Κι’ ἐγὼ — τί ἀχάριστος! — ὅλους καλῶ:
Πιθήκους, τέρατα!.. — Τρελλό, τρελλό!

*

Καρδιά, συνείδησι, μυαλὸ δὲν ἔχω,
Κι’ ὅθε νὰ σέρνωμαι, κι’ ὅπου νὰ τρέχω
Πατῶ συντρίμματα, στάχταις, πηλὸ
Καὶ βρωμοσκούλικα… — Ἄθλιο τρελλό!

*

Τρελλή ’ς τὴν τρέλλα της πετᾷ ἡ ψυχή μου
Ναὔρῃ τὸ ταῖρί της, καὶ ’ς τὴν ὁρμή μου
Χουφτόνω τ’ ἄχυρα, σκλήθραις φιλῶ,
Καὶ ξεματόνομαι… — Μαῦρο τρελλό!

*

Τὴ ’ματοστάλαχτη μαύρη πληγή μου
Δείχτω ’ς τὸ φίλο μου, ’ς τὸ συγγενῆ μου,
Μὰ καὶ τὸ δάκρυ του ἀπατηλὸ
Τὸ βρίσκ’ ἡ τρέλλα μου… — Φτωχὸ τρελλό!

*

Τρέχω, μακρύνομαι, «βοήθεια!» κράζω·
’Σὲ στήθη ἀνθρώπινα θεριὰ κυττάζω.
Ἀγγέλοι, σώσ’ τε μου σεῖς τὸ μυαλό… —
Ἀγγέλοι; — χά χα χα!… — Ἔρμο τρελλό!

*

…Φαρμάκ’ ἡ τρέλλα μου, σεισμός, μαχαῖρι,
Καὶ δάκρυα, κι’ αἵματα ’ς ἐμέν’ ἂς φέρῃ·
Μέσ’ ’ς τ’ ἄγρια σπλάχνα σας φλογοκυλῶ
Νὰ φάω τ’ ἀγκάθια τους… — Ἄθλιο τρελλό.

*

Πάλι ’ματώθηκα!.. — Γελᾶτε, γειά σας
Ἄς κλαίῃ τὸ γέλοιο σας γιὰ τὴν καρδιά σας…—
Σεῖς μὲ συντρίψατε! — γελῶ, γελῶ,
Σώπα τραγοῦδί μου, τρελλὸ τρελλό.