Το ταξίδι μου/Φτωχοπρόδρομος

Από Βικιθήκη
(Ανακατεύθυνση από Το ταξίδι μου/9)
Το ταξίδι μου
Συγγραφέας:
Φτωχοπρόδρομος


Πότε, πότε θὰ μᾶς ἔρθης, πότε θὰ σὲ διοῦνε τὰ μάτια μας καὶ θὰ σὲ χαροῦνε οἱ καρδιές μας, Χριστέ µου καὶ σωτήρα, νέε δημιουργέ, νέε πλάστη τῆς γλώσσας µας τῆς νέας; Τὸ χορτάρι μοναχό του θὰ φυτρώσῃ ὅπου πατήσῃς. Ἡ γὶς θὰ σὲ χαιρετήσῃ· θὰ σκύψουνε τἀστέρια νὰ σὲ προσκυνήσουνε κι ἀφτά. Στὸ δρόμο ποὺ θὰ πηγαίνῃς, ἡ φύση θὰ στολίζεται καὶ θὰ ξαπλώνῃ ὅλες τὶς ὀμορφιές της. Τὰ πουλιὰ θὰ ζουλέψουνε τὴ φωνή σου. Θὰ κυριέψῃς τὶς καρδιὲς καὶ θὰ τὶς κάμῃς νὰ σἀγαποῦνε καὶ νὰ γλυκοτρέμουνε κάθε φορὰ ποὺ θἀκούνε τὄνομά σου, γιατὶ στὴν ποίησή σου θὰ βροῦνε ὅσα μέσα τους ἔχουνε καὶ δὲν ξέρουνε νὰ τὰ ποῦνε. Ἕνα λόγο θἄχῃς γιὰ κάθε ψυχή, μιὰ παρηγοριὰ γιὰ κάθε δάκρι, μιὰν ἀλήθεια γιὰ κάθε νοῦ. Ὅ τι ποθεῖ ὁ καθένας, ὃ τι συλλογιέται κι ὅ τι νοιώθει, θὰ τἀπαντήσῃ στὴ γραφή σου. Ὁλωνῶνε τὰ φρονήματα θὰ τὰ κάµῃς δικά σου· ὅλα τὰ καρδιοχτύπια θὰ τἀντηχήσῃς. Σὰν καθρέφτης μας θὰ σταθῇς καὶ σὲ σένα θὰ γυρέβῃ τὸ ἔθνος νὰ διῇ τὴ μορφή του, γιατὶ μ’ ἕνα ποὺ θὰ πῇς, ὁ καθένας θὰ καταλάβῃ πρώτη φορὰ τὸν ἑαφτό του. Τὰ φαινόμενα τῆς φύσης, τῶν ἀθρώπωνε τὰ πάθη καὶ τὰ πάθια θὰ μᾶς ξανοίξῃς. Θὰ μᾶς δώσῃς ὕψος καὶ θάῤῥος καὶ παντοῦ θὰ σκορπίσῃς τοὺς θησαβρούς σου.

Ἐσὺ θὰ γίνῃς ἄλλος Ὀρφές. Θὰ µαλακώσῃς τὶς πέτρες· θὰ σέρνῃς κατόπι σου τὰ θεριά. Μὲ τοὺς ἀψηλούς σου λογισμούς, μὲ τὶς τολμητερές σου ἐλπίδες, μὲ τὴν καινούρια σου τὴ φράση, ὅπου περάσῃς θὰ νικήσῃς. Θὰ πλουτίσῃς τὴ γλώσσα καὶ θὰ σὲ πλουτίσῃ. Θὰ περπατῇς καὶ θὰ ψάλῃς τὴν ξαναγέννηση τῆς πατρίδας, τὴ λεφτεριὰ καὶ τὸν καινούριο μας κόσμο. Ἔθνος τότες μόνο θὰ φανοῦμε· θἄχουμε καὶ μεῖς τὸν ποιητή μας. Γιὰ τοῦτο κι ἀπὸ τώρα σὲ χαιρετῶ, μὲ νοῦ ταπεινό, μὲ καρδιὰ µέλι γεμάτη, γιατὶ μὲ γλυκαίνει ὁ ἐρχομός σου πιώτερο ἀπὸ μέλι κι ἀπὸ ῥόδα.

Δὲ θὰ σὲ προφτάσω· θὰ μὲ σκεπάζῃ τὸ χῶμα ὅταν ἐσὺ θὰ τὸ πατῇς. Μὴ μὲ καταφρονῇς ποὺ δὲ σ’ ἀξίζω. Τὰ λόγια μου μπορεῖς νὰ τἀκούσης, δίχως νὰ ξεπέσῃς, γιατὶ ὁ καθένας δὲν μπορεῖ νὰ σοῦ μιλήσῃ σὰν ποὺ σοῦ μιλῶ. Θὰ μάθῃς καὶ σὺ τὄνομά μου. Ἀγάπησα τὴν πατρίδα μου καὶ τὴ γλώσσα μου. Ξέρω τί κάνω, καὶ ποιὸς εἶναι ὁ σκοπός μου τὸ ξέρω. Δὲ μὲ μέλει γιὰ τὴ δόξα· ἡ µόνη µου ἀγάπη εἶναι ἡ ἀλήθεια. Κι ἄβριο νὰ σκοτωθῶ κ’ ἡ μνήμη μου µαζί μου νὰ χαθῇ, δὲ μὲ πειράζει· φτάνει ὁ κόπος µου νὰ μείνῃ, ἡ ἰδέα μου νὰ ζήσῃ. Καὶ θὰ ζήσῃ! Μοναχή της ἡ πατρίδα θὰ πάρῃ τὸ δρόμο ποὺ τῆς εἴπαμε νὰ πάρῃ, γιατὶ ἀφτὸς εἶναι ὁ δρόµος ὁ σωστός, ὁ ἴσιος, ὁ μόνος ὁ δρόμος.

Νὰ μὲ λυπηθῇς ποὺ δὲν μπόρεσα νὰ τῆς δείξω σὰν καὶ σένα τὸ μεγάλο τὸ δρόμο. Νὰ εἶσαι καλὸς καὶ γενναῖος. Μὴ φανῇς μὲ τὸ παραπάνω σκληρὸς γιὰ τὶς κακορίζικές μου ἀφτὲς τὶς δοκιμές, γιὰ τὴν προσπάθεια καὶ τὸν κόπο μου, γιατί, νὰ σοῦ πῶ, ὅ τι δὲ μοῦ ἔδωσε ἡ φύση, δὲν τὸ φταίει ἡ καρδιά µου. Εἶχα προαίρεση καλή, ἂν καὶ δὲν πέτυχα σὰν ποὺ θὰ πετύχῃς. Σ’ ἀγάπησα πρὶν ἀκόμη σὲ γνωρίσω· κι ἀφτὸ κάτι θὰ πῇ. Γιὰ σένα δουλέβουµε ὅλοι· γιὰ σένα μ’ ἐφκολία χαρίζω τὴ ζωή μου. Κάπου κάπου λοιπὸ νὰ μὲ θυμᾶσαι δίχως κάκητα καμιά, νὰ θυμᾶσαι καὶ νὰ συχωρνᾷς τὸν καημένο σου τὸν πρόδροµο – τὸ Φτωχοπρόδρομό σου.