Τα άσπρα λουλούδια

Από Βικιθήκη
Τἄσπρα λουλούδια
Συγγραφέας:
Περιοδικό Βωμός, τεύχος 5, 15/12/1918


Πῶς τ' ἀγαπῶ τὸ περιβόλι
ς' αὐτὴ του τὴ στερνὴ χαρὰ
καί, μές 'ςτὴν ὄψιμη τους σκόλη,
λάμψεις, λουλούδια καὶ νερά!

Στὸ κίτρινο τὸ καλοκαῖρι,
ποὺ ἀρνιέται ἀκόμα νὰ σωθῇ,
οἱ αὖρες σιγοῦν — καὶ τὸ παρτέρρι
κι' ἀποθυμᾷ νὰ ὀνειρευθῇ.

Τοῦ φύλλου ἡ μοῖρα δὲ στενάζει
καὶ τῶν νερῶν ἡ μουσική·
τὸ παραμίλημά του βγάζει
κάποιο κλωνάρι ἐδῶ κι' ἐκεῖ.

Τὶς νύχτες, ποὺ ἀφυγκράζεται ὅλη
ἡ ἀλαφροΐσκιωτη ἐξοχή,
μὲ σέρνει αὐτὸ τὸ περιβόλι
κ' ἡ ἐκστατική του ἡ προσευχή.

Τότες ξεχνιοῦμαι ἐμπρὸς 'ςτὸ θάμμα,
—'ςτῶν ἄσπρων κρίνων τὸ Χορό:
στέκουν, σὲ κάποια Νύμφη τάμμα,
βαθειὰ 'ςτοῦ κήπου τὸ Ἱερό.

Στὴ μελαγχολική τους χάρι
κρεμοῦν κλωνάρια λυγερά,
γύρω ἀπ' τ' ἀσάλευτο φεγγάρι
σπαρμένο μέσα 'στὰ νερά.

Τ' ἄστρα ἀγαποῦν τέτοια γαλήνη,
τὰ ὄνειρα τόση λησμονιά·
μάτια δὲν ἔχουν τόση εἰρήνη
καὶ χιόνια τόση παγωνιά...

Μιὰν ὥρα χθές, μὲ λίγα ἀστέρια,
μὲ τὸ φεγγάρι τ' ἀγαθό,
ἐσταύρωσα ἄθελα τὰ χέρια,
σἂν γιὰ νὰ τοὺς προσευχηθῶ.