Σελίδα:Manussos.djvu/172

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
 172 

Φαντασθῆτε ἐμὲ τότε εἰς τὸ λουλούδι
Τῆς νειότης, ὁποῦ ἀκόμα τὸ μουστάκι
Δὲν μ’ ἵδρωνε, νὰ ἰδῶ τέτοιο αγγελοῦδι,
Ἂν δὲν ἔτρεξα εὐθὺς σὰν κατσικάκι
’Σ τὸ πλάγι της, ἀλλ’ ὅταν τὸ τραγοῦδι
Ἀρχίνησε ἡ κυρά μου, εἰς τὸ σκοτάκι
Αἷμα δὲν μὤχει μείνει μέσα στάλα,
Κι’ ἂς ἄναφτε ὁ Θερτῆς κάθε κεφάλα!

Ναῖσκε ἤτονε Θερτὴς, κι’ ἂν δὲν πιστεύετε,
Ἐγᾦμαι ἐδῶ, γιὰ νὰ σᾶς τ’ ἀποδείξω.…
Ἀλλ’ ἄδικα γιατὶ νὰ μὲ παιδεύετε;
Ἀφῆτε κάλλια ἐμπρὸς νὰ τὰ τραβήξω·
Θερτὴς ἢ Τρύγος ἦτον ἂς κουρεύεται,
Τί ὠφέλεια θ’ ἀπολαύσετε ἂν σᾶς δείξω
Ποῦ τότε ἐδρεπανίζαμε τὰ στάρια,
Κι’ ὁποῦ διακόσια ἐμέτραγα φεγγάρια;

Καὶ τὴν ζωή μας, ἀπὸ τότε ἕως τώρα,
Τόσον εἰρηνικὰ καὶ ἀγαπημένα,
Σὰν καφφὲ τὴν ῥουφᾶμε, ὁποῦ μίαν ὥρα
Τ’ ἄστρα ἀπὸ μὲ δὲν ἔχει σηκωμένα!
Τῆς φαντασίας αὐτὴ τὰ πλούσια δῶρα,
Ὅσα εἶχε ’ς τὸ μυαλὸ θησαυρισμένα
Δικά σου εἶν’ ὅλα, μοῦ εἶπε· κ’ ἡ καρδιά μου,
Δική σου εἶνε κι’ αὐτή· πάρτηνε Ἀγᾶ μου!