Σελίδα:Τα ψηλά βουνά, 1918.djvu/68

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
66

καὶ στὸ πρόσωπο. Φαίνεται ἑνὸς χρόνου σκύλος, καὶ εἶναι κουτάβι.

Ἄ, µὰ δὲν ὑποφέρεται ἡ ζωὴ στὰ βλάχικα. Σὰν πολὺ βαρὺς εἶναι ὁ Γεροθανάσης. Προχτὲς ποὺ τοῦ δάγκασε λιγάκι ὁ Γκέκας τὴ φουστανέλα, ἔφαγε µιὰ µὲ τὴν ἀγκλίτσα. Δὲν παίζει ὁ γέρος.

Μὰ οὔτε καὶ τὰ μικρὰ παιδιὰ παίζουν· πᾶνε µὲ τὸ κοπάδι. Ὁ Λάμπρος ποὺ ἦταν µικρός, βόσκει διακόσια γίδια. Δὲν ἔφτανε αὐτό, διαβάζει τώρα καὶ µιὰ φυλλάδα.

Νὰ παίξη µὲ τὰ πρόβατα; Αὐτὰ δὲν παίζουν, µόνο βόσκουν. Λοιπὸν σηκώθηκε ὁ Γκέκας κι ἦρθε στὰ παιδιά. Καὶ νὰ τὸν διώξουν, δὲ φεύγει ἀπὸ δῶ.


Ἀφοῦ πήδησε κάμποσες φορὲς χωρὶς νὰ τὸν κυνηγήσουν, ξαναγύρισε καὶ κουνιόταν πότε στὸ ἕνα, πότε στὸ ἄλλο παιδί. Ἦταν σὰ νάλεγε: «Δὲ θὰ µοῦ µάθετε κανένα παιγνίδι;»

Στὸ τέλος ἅρπαξε τὴν πετσέτα τοῦ Φουντούλη στὰ δόντια του, καὶ τὴν ἔφερνε µὲ µανία βόλτες στὸν ἀέρα. Τότε ὅλα τὰ παιδιὰ µὲ γέλια καὶ φωνὲς τὸν κυνήγησαν γύρω στὶς καλύβες. Τρέχοντας γλιστροῦσε, ἔπεφτε, γάβγιζε, φυσοῦσε καὶ σιγομούγκριζε, σὰ νὰ ἔγινε κάτι σπουδαῖο. Μὰ κι ἀλήθεια κάτι σοβαρὸ γινόταν· κατώρθωσε ὁ Γκέκας νὰ τὸν κυνηγήσουν. Αὐτὸ ἤθελε. Ποῦ νὰ γυρίση τώρα στὸ Γεροθανάση!

Τὰ παιδιὰ πᾶνε μὲ τὰ παιδιά.


33. Ἕνα ξαφνικὸ ἐπεισόδιο.

Ὁ Γεροθανάσης φεύγοντας ἀπὸ τὰ παιδιὰ πῆγε στοὺς λοτόμους. Τὸ βράδυ, ὅταν γύριζε ἀπὸ κεῖ, πέρασε πάλι ἀπὸ τὶς καλύβες τῶν παιδιῶν.