Σελίδα:Συριανά Αφηγήματα, Εμμανουήλ Ροΐδου.djvu/32

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα δεν έχει ελεγχθεί ακόμη για πιθανά λάθη.
B. ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟΝ ΤΟΥ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΟΥ

ΠΩΣ ΕΤΥΧΕ πρὸ πολλῶν ἤδη ἐτῶν νὰ ἐνδιαφέρωμαι δι’ ἕνα τάφον τοῦ παρὰ τὴν Βάθειαν κοιμητηρίου, τοῦτο δὲν ἐνδιαφέρει ποσῶς τὸν ἀναγνώστην. Πρὸς ἀποφυγὴν μόνον πάσης ὑποψίας ότι πρόκειται περὶ αἰσθηματικῆς τις γλυκαναλατίας, δὲν θεωρῶ περιττὸν νὰ προσθέσω, ὅτι δὲν ἀναπαύεται ὑπ᾿ αὐτὸν Μαρίκα τις, Ἑλένη ἢ Περσεφόνη, ἀλλὰ καλὸς ἄνθρωπος ὀνομαζόμενος Ἀντώνης. Τοῦτον μετέβαινα ἐνίοτε νὰ ἐπισκεφθῶ, ὄχι μόνον διότι μὲ εἶχεν ἀφήση καλὰς ἀναμνήσεις, ἀλλὰ καὶ διότι μὲ ἤρεσκεν ὁ περίπατος ἐκεῖνος. Πλὴν τῆς πεδιάδος τῆς Βάθειας δὲν πιστεύω νὰ ὑπάρχῃ ἄλλο μέρος εἰς τὰς Ἀθήνας, τὸ ὁποῖον νὰ προξενῇ εἰς τὸν θεατὴν τὴν ἐντύπωσιν τῆς εὐρυχωρίας. Τὸ Στάδιον, ἡ συνοικία Ῥαγκαβᾶ, τὸ Βατραχονῆσι καὶ οἱ πρόποδες τοῦ Λυκαβηττοῦ εἶνε βεβαίως γραφικώτατοι. Τὸ μόνον τῆς εἰκόνος ἐλάττωμα εἶνε ἡ ὑπερβολική συσσώρευσις καὶ ποικιλία τῶν προκειμένων εἰς θαυμασμόν. Πάρα πολλοὶ λοφίσκοι, βράχοι, φάραγγες, χαράδραι, στῆλαι, στέγαι, βυζαντινοὶ θόλοι καὶ παντοῖα ἄλλα πράγματα, σπανίως ἐπιτρέποντα εἰς τὸν ὀφθαλμὸν νὰ διακρίνῃ ποῦ σμίγει τὸ στερέωμα μετὰ τῆς γῆς, ἢ τοὐλάχιστον νὰ ἀναπαυθῇ ἐπὶ κάπως ὁμαλῆς ἐπιφανείας. Ἐφάμιλος τῆς ἀνωμαλίας τοῦ σχήματος εἶνε καὶ τῶν χρωμάτων ἡ ποικιλία, τὸ λευκόφαιον τοῦ κονιορτοῦ, τὸ σιτόχρουν τῶν ἀρχαίων μαρμάρων, ἡ ὤχρα τοῦ ἡλιοκαοῦς χόρτου, ὁ σπινθηρίζων ὑδράργυρος τῆς θαλάσσης καὶ ἀραιαί τινες πράσιναι κηλίδες, έσπαρμέναι μὲ φειδωλίαν Ἑξηνταβελώνη. Εἰς ταῦτα πρέπει νὰ προστεθῇ, ὅταν κλίνῃ ὁ ἥλιος πρὸς τὴν δύσιν, καί τις εἰς τὸν οὐρανὸν κατάχρησις χρυσοῦ, πορφύρας, σαπφείρων καὶ ἀμεθύστων. Ὅλα εἶνε βεβαίως εὔμορφα, ἀλλὰ καὶ ἐνθυμίζουσι κάπως τὴν παρδαλὴν στιλπνότητα τῆς προθήκης του Μάϋφαρτ, πρὶν ἀμαυρώσῃ τὰ χρώματά της τῆς δεκαετοὺς διαλύσεως ἡ ἀγωνία.