Σελίδα:Σμίτ. Η περιστερά.pdf/36

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.

μεν τὰς χεῖρας καὶ τοὺς πόδας, καὶ νὰ τὸν ρίψωμεν ζωντανὸν εἰς τὰς φλόγας τοῦ πύργου του.

— Τὸ πρᾶγμα εἶναι τολμηρὸν, εἶπεν ὁ σύντροφός του Ἀρκουδομανόλης· ἂν ἀποτύχωμεν; τίς οἶδε τί ἔχομεν νὰ πάθωμεν, ἀλλὰ οἱ θησαυροί του ἀξίζουν τὸν κόπον νὰ δοκιμάσωμεν.

— Θὰ τὸν φονεύσω, ἀνέκραξεν ὁ Λυκογιάννης, πνέων ἐκδίκησιν κατὰ τοῦ ἄρχοντος· ὁ θάνατός του θὰ μὲ εὐχαριστήσῃ πολὺ περισσότερον παρὰ οἱ θησαυροί του, τοὺς ὁποίους ὅμως δὲν καταφρονῶ. Ἔχεις δίκαιον, ἂν ἐπιτύχωμεν θὰ γίνωμεν πλούσιοι καὶ τότε ἀφίνομεν τὴν τέχνην μας διὰ νὰ ἐκλέξωμεν ἡσυχώτερον βίον.

— Ὅλα αὐτὰ εἶναι καλὰ, ἀπεκρίθη ὁ Ἀρκουδομανόλης, ἀλλὰ φοβοῦμαι μήπως ἀποτύχωμεν.

— Πῶς φοβεῖσαι; εἶπεν ὁ Λυκογιάννης, μήπως τὰ πάντα δὲν εἶναι καλῶς ὠργανισμένα; μὴ