Σελίδα:Σμίτ. Η περιστερά.pdf/26

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.
— 24 —

—Καλὰ νέα! εἶπε πλησιάσας τὴν Κλεονίκην, οἱ ἐχθροί σας παρῃτήθησαν ἀπὸ τὰς ἀδίκους ἀξιώσεις των καὶ ἡ μεταξύ σας ἔρις ἐτελείωσεν. Οἱ ἄδικοι αὐτοὶ ἄρχοντες δὲν θὰ ἔδιδον βεβαίως ἀκρόασιν εἰς τοὺς λόγους μου ἐὰν δὲν κατέφευγον εἰς ἀπειλάς· καθὼς δὲ τοὺς εἶπα ὅτι ἐγὼ θὰ ἀναλάβω τὸν ἀγῶνα αὐτὸν καὶ ὅτι θὰ ἐξακολουθῶ νὰ σᾶς προστατεύω συγκατένευσαν νὰ σᾶς ἀφήσωσιν ἡσύχους· παρηγορήσου λοιπὸν, ἀγαθὴ κυρία, ἐπειδὴ οἱ συνομώσαντες τὸν ἀφανισμόν σου δὲν θὰ θερίσωσι τὰ χωράφια σου, καὶ ὄχι μόνον δὲν θὰ κυνηγήσουν ξένοι εἰς τὰ δάση σου, ἀλλὰ καὶ οὐδὲ θὰ τολμήσῃ νὰ βάλῃ κανεὶς ἀξίνην.

Ἡ Κλεονίκη εὐγνωμονοῦσα διὰ τὴν τοιαύτην διαγωγὴν δὲν ἤξευρε πῶς νὰ εὐχαριστήσῃ τὸν λυτρωτήν της.

— Ὁ Θεὸς νὰ σὲ ἀνταμείψῃ, εἶπεν εἰς αὐτὸν, ἀφοῦ προστατεύῃς τὴν χήραν καὶ τὸ ταλαίπωρον ὀρφανόν! ἡ εὐλογία τοῦ Ὑψίστου νὰ μὴ ἐγκαταλείψῃ τὸν οἶκον σου.