Σελίδα:Περί νομίσματος και της κτητικής δυνάμεως των πολύτιμων μετάλλων κατά τους βυζαντινούς χρόνους.pdf/32

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
30

I. Αἱ περὶ τόκου εἰδήσεις. – Καθ’ ἡμᾶς τὸ στοιχεῖον τοῦτο εἶναι ἐπισφαλέστατον, καθ’ ὅσον: 1ον) ὁ τόκος ἐπὶ μακρὸν ἀπαγορευθεὶς ὑπέστη πάντοτε περιορισμούς·[1] 2ον) ὑπῆρχον πλουτολογικὰ κωλύματα ἔτι μείζονα τῶν νομικῶν εἰς τὴν ἐλευθέραν τοποθέτησιν τῶν χρημάτων, καὶ δὴ ἡ ἀνεπάρκεια τῆς ἀσφαλείας καὶ ἡ πλημμελὴς ὀργάνωσις τῆς πίστεως· ἐντεῦθεν μάλιστα ἡ ἀποθησαύρισις[2] καὶ ἡ μεγάλας πολιτικὰς καὶ κοινωνικὰς συνεπείας σχοῦσα τάσις πρὸς ἀγορὰν κτημάτων.[3] Ὑπὸ τοιούτους ὄρους, καὶ ἂν ὡς τρέχων τόκος ἐξακριβωθῇ περίπου ὁ σημερινός, τοῦτο οὐδαμῶς σημαίνει ὅτι ὁ κινητὸς πλοῦτος ἦτο ὅσον καὶ νῦν ἄφθονος.[4]

Εἰδικώτερον ὡς πρὸς τὸν Vogt, οἱ πρόχειροι ὑπολογισμοί, εἰς οὓς ἐπιδίδεται οὗτος ἐπὶ τῇ βάσει τῶν εἰς τὰ ὠνητὰ ἀξιώματα τελουμένων ρογῶν,[5] ἐνέχουσι παρανόησίν τινα: Ἐξ ἐπιμελεστέρας μελέτης τοῦ ἐν τῇ Βασιλείῳ Τάξει[6] περιληφθέντος Τιμολογίου τοῦ Λέοντος[7] προκύπτει ὅτι ἐν Βυζαντίῳ αἱ δημόσιαι θέσεις δὲν ἦσαν κατὰ κανόνα ὠνηταί· ἐπωλοῦντο μόνον αὐλικά τινα ἀξιώματα, ἐλαχίστην μὲν συνεπαγόμενα διοικητικὴν σημασίαν, ἀλλὰ διαθρύπτοντα μεγάλως τὴν φιλοτιμίαν τοῦ ἀξιωματούχου, δι’ ὃ καὶ οὗτος ἠρκεῖτο εἰς μισθὸν ἀναλογοῦντα πρὸς 2½%[8] τοῦ καταβληθέντος κεφαλαίου· πρὸς τούτοις δ’ ὅμως ἐπετρέπετο εἰς τὸν ἀγοράσαντα τὸ ἀξίωμα νὰ καταβάλῃ ποσὸν ἀνώτερον, ὅπερ ἀπετέλει δάνειον ἐπὶ ἰσοβίῳ προσόδῳ· δι’ ὃ καὶ ἡ εἰς τὸ πρόσθετον τοῦτον ποσὸν ἀναλογοῦσα ῥόγα ἀνήρχετο ἁλματικῶς εἰς σχεδὸν 10%. Ἤδη ὁ Vogt σφάλλεται προφανῶς ὑπολαμβάνων ὅτι ἡ πρώτη τῶν δύο ῥογῶν, η πρὸς 2½% ἀναλογοῦσα, δύναται νὰ χρησιμεύσῃ πρὸς ὑπολογισμὸν τοῦ τρέχοντος τόκου· ὄντως εὑρισκόμεθα ἀπέναντι


  1. Βλ. λεπτομερείας παρὰ Zachariae von Lingental, Ιστορία τοῦ Ἑλληνο-ῥωμαϊκοῦ δικαίου, γ′ ἔκδ., Βερολῖνον, 1892, § 71.
  2. Πρβλ. ἀνωτ. σελ. 14 - 15.
  3. Ἐκ τούτων προέκυψεν ἐν μέρει τοὐλάχιστον ἡ ἔμμονος προσπάθεια τῶν δυνατῶν πρὸς ἐπέκτασιν τῶν ἀκινήτων αὐτῶν κτήσεων καὶ ὁ παρὰ τοὺς ἀγῶνας τῶν αὐτοκρατόρων ἄκρος περιορισμὸς τῆς μικρᾶς ἐλευθέρας ἰδιοκτησίας.
  4. Ὄντως ὁ λόγος τοῦ φαινομένου εἶναι, ὡς ἔφθημεν εἰπόντες, ὅτι ἡ τοποθέτησις τῶν κεφαλαίων ἦτο δυσχερής.
  5. Πρὸς πληρεστέραν κατανόησιν τῶν κατωτέρω βλ. ἐν τῷ ἡμετέρῳ Συστήματι καὶ δὴ ἐν τῷ ἀφορῶντι εἰς τὰ Οἰκονομικὰ τῶν Βυζαντινῶν βιβλίῳ Ε′ τὸ τμῆμα Α′, κεφ. Α′ III, περὶ ἀμοιβῶν τῶν πολιτικῶν ὑπαλλήλων καὶ ὠνητῶν θέσεων.
  6. Τόμ. Β′, 49.
  7. «Τὰ ἐκτεθέντα δίδοσθαι παρὰ τῶν ὀφειλόντων τιμᾶσθαι ἔν τε ἀξιώμασι καὶ ὀφφικίοις, καθὼς ὑπῆρχον ἐπὶ Λέοντος τοῦ Φιλοχρίστου δεσπότου».
  8. Καὶ ὄχι 3½, ὅπως λέγει ὁ Vogt ἐν σελ. 123.