Σελίδα:Περί νομίσματος και της κτητικής δυνάμεως των πολύτιμων μετάλλων κατά τους βυζαντινούς χρόνους.pdf/16

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
14

Ἡ πρώτη προκύπτει ἐκ τῶν ἀπὸ τῶν Κομνηνῶν συχνῶν ἀλλοιώσεων τοῦ νομίσματος: Βάσις τοῦ νομισματικοῦ συστήματος ἔμενε πάντοτε τὸ χρυσοῦν, ἀλλ’ ἐφ’ ὅσον παρήρχοντο οἱ αἰῶνες, ἐπὶ τοσοῦτον τοῦτο περιεῖχεν ὀλιγώτερον χρυσόν·[1] ἂν λοιπὸν πληροφορηθῶμεν ὅτι, φερ’ εἰπεῖν, δι’ ἑνὸς ὑπερπύρου ἠγόραζέ τις κατὰ τὸν ιδ′ αἰῶνα ἕνα μόδιον σίτου, ἐν ᾧ ἐν ἀρχῇ τοῦ ιγ′ ἠγόραζέ τις δύο, δὲν δυνάμεθα νὰ συμπεράνωμεν ὅτι αἱ τιμαὶ ἐδιπλασθιάσθησαν, διότι τὸ πρᾶγμα θὰ ἠδύνατο νὰ σημαίνῃ μόνον ὅτι τὸ ὑπέρπυρον ἀπώλεσε τὸ ἥμισυ τῆς ὁλκῆς.[2]

Ἡ δευτέρα, ἧττον καταφανής, ἀπορρέει ἐκ τῆς διαταράξεως ἣν ἐπήνεγκεν εἰς τὴν κανονικὴν ῥύθμισιν τῶν τιμῶν ὁ θεσμὸς τῶν θησαυρῶν: Εἶναι ἀναντίρρητον ὅτι θησαυροὶ ὡς οἱ καταρτισθέντες ὑπὸ Ἀναστασίου, Θεοφίλου καὶ Θεοδώρας, Βασιλείου τοῦ Βουλγαροκτόνου κτλ.,[3] ἠραίουν τὰ ἐν κυκλοφορίᾳ νομίσματα καὶ κατ’ ἀκολουθίαν ἐπέφερον ἔκπτωσιν τῆς τιμῆς τῶν ἀγαθῶν.[4] Ἄξιον δὲ παρατηρήσεως εἶναι ὅτι ἡ ἐκδήλωσις αὕτη τῆς ποσωτικῆς θεωρίας τοῦ νομίσματος[5] δὲν διέφυγε τοὺς Βυζαντινούς: Ἐν τῶν κυριωτέρων ἁμαρτημάτων ἅτινα προσάπτονται ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου Νικηφόρου εἰς τὸν Κοπρώνυμον εἶναι ἀκριβῶς ὅτι ἀπεθησαύριζε τοσαῦτα, ὥστε ἡ τιμὴ τῶν τε ἐμπορευμάτων καὶ τῶν κτημάτων ἐξηυτελίσθη τελείως. Καὶ αἱ μὲν ὑπερβολαὶ τοῦ Πατριάρχου εἶναι προφανεῖς,[6] ἀλλ’ ὅτι κατάρτισις μεγάλου θησαυροῦ – καὶ πιθανὸν νὰ κατήρτισε τοιοῦτον Κωνσταντῖνος ὁ Ε′ – εἶχε μέρος τοὐλάχιστον τῶν ἀποτελεσμάτων περὶ ὧν ὁμιλεῖ ὁ Νικηφόρος, δεικνύει ἡ σύγχρονος ἐπιστήμη.[7] Εἰς δὲ τὸ Βυζάντιον


  1. Βλ. ἀνωτ. σεσλ. 7 - 8.
  2. Βλ. σελ. 8, σημ. 2.
  3. Οὗτοι ἀναβιβάζονται εἰς 355, 140 καὶ 250 ἑκατομ. δρ. ἐχουσῶν, ἐννοεῖται, πενταπλασίαν τοὐλάχιστον κτητικὴν ἀξίαν.
  4. Σήμερον αἱ ἐκδοτικαὶ τράπεζαι συγκεντροῦσιν ἐν τοῖς ταμείοις αὐτῶν ὑπερόγκους ποσότητας μεταλλικοῦ, ἀλλ’ ἐκδίδουσιν ἀπέναντι τούτων χαρτονόμισμα ἔτι μείζονος ἀξίας, ὅθεν ἡ ἀποθησαύρισις μεταλλικοῦ δὲν ἔχει τὰ αὐτὰ ἀποτελέσματα.
  5. Περὶ τῆς «Théorie quantitative» βλ. Gide, Πολιτικὴ Οικονομία, τόμ. Α′, σελ. 304 ε′, μετάφρ. Σ. Κροκιδᾶ (Ἀθῆναι, 1911).
  6. Ἰδίᾳ ἐν τοῖς Ἀντιρρητικοῖς Λόγοις· ἐν τῇ Συντόμῳ Ἱστορίᾳ δεικνύεται πολὺ μετριοπαθέστερος· ἀπεδείχθη ἄλλως, ἰδίᾳ ὑπὸ τοῦ Lombard (Constantin V, Παρίσιοι, 1902) ὅτι γενικῶς ἐν τῷ β′ συγγράμματι ὁ συγγραφεὺς ὀλιγώτερον ἀπομακρύνεται τῆς ἀληθείας, τὸ πρᾶγμα δ’ ἐξηγεῖται ἐκ τοῦ ὅτι ἡ μία συγγραφὴ ἦτο ἱστορική, ἡ δ’ ἑτέρα ἔργον πολεμικῆς.
  7. Πρβλ. ἀνωτ. τὰ περὶ ποσωτικῆς θεωρίας· τὸ κῦρος τῆς θεωρίας ταύτης