Σελίδα:Νέα Ζωή 3-4 (1914) Παλαμάς, Καβάφης, Σικελιανός.djvu/7

Από Βικιθήκη
Η σελίδα αυτή έχει ελεγχθεί για πιθανά λάθη.


ΖΩΗΦΟΡΟΣ

Μὲ φτέρνα, ὡς μῆλο κόκκινο, χτυπῶντας
Τὰ πλευρὰ τῶν ἀλόγω, φουντωμένη
Ποῦ φλέβα κλαδωτὴ κ’ ἱδρὸς κολλῶντας
Στὴν κοιλιὰ καὶ στὰ νύχια κατεβαίνει—
Καὶ μὲ τὴν ἀπαλάμη σαλαγῶντας
Στὸ λαιμὸ, ποὖνε ἡ τρίχα χωρισμένη
Σὰν τὸ φτερὸ τοῦ κόκνου, ἀναδεμένοι
Μὲ σκιάδι ἢ μὲ στεφάνι, πᾶνε ὁρμῶντας.
Ἡ γῆ στὸ κάμα ἀνοίγει, τὸ τζιτζίκι
Στὶς ἐλιές, διαλαλεῖ μιὰ ἀνάερη νίκη,
—Ἡ λιτανεία τὸν πέπλο τώρα βγάνει, —
Καὶ μὲ τὸ λίγο ἀγέρι, φεύγει πρίμα,
Χορευτὸ τῶν ἀτιῶν τὸ πλούσιο κῦμα,
Κάλπασμα, τετραπόδισμα, ἢ ραβάνι.


ΣΠΑΡΤΙΑΤΗΣ

Εὐλογημένος, ποῦ βωδιῶν ζευγάρια,
Τὸ χρῆμα τῆς σκλαβιᾶς σοῦ σέρνει πίσω·
Τὰ σιδερένια τάλαντα, σταβάρια
Κομμένα ἁδρὰ ἀπὸ γέλατο βουνίσο,
Νὰ σοῦ θυμᾶν πιὸν σκύβουνε τὰ βάρια,
Καὶ τί, κρατάει κορμί, σὰ δέντρον ἴσο!
Ὅ,τι ἀπὸ κεῖθε, τῆς ζωῆς ἡ ἀγγάρια—
Κι’ ὅ,τι ἀπὸ δῶθε — ἀκέριο κ’ Ἐλυμπίσο.
Ἡ Ὀρτὴ σοῦ φέγγει Ἀρτέμιδα, στὴ ζήση,
Τί, θὰ σταθεῖ καὶ τί, θὰ νὰ λυγίσει,
Μὲ τὸ ἀψηλό της ὁδηγῶντας πόδι.
Κι’ ἂν στ’ ἀνηφόρια, νιὸς παραπατήσει,
Πολύκλωνο μαστίγι θὰ κολλήσει,
Τριγύρ’ ἀπ’ τὸ κορμί του, σὰ χταπόδι.