Σελίδα:Μικρά ελεγεία, Δρίβας, Αλεξανδρινή Τέχνη, τ. 6-7 Χρονιά Γ΄ (Ιούνιος-Ιούλιος 1929).djvu/2

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.


Ποιὰ ψυχὴ δὲν εἶδε πέρα,
μὴ χαράζει ἄσπρη μέρα;

Γιὰ νὰ βρεῖ λουλούδια μῦρα,
νὰ χαρεῖ καινούργια μοίρα!

Γιὰ νὰ βρεῖ τὸ ριζικό της
τὸν καημὸν τόνε δικό της!

δ΄.

Μέσ’ στὸ σούρουπο τὸ μαῦρο
τί προσμένω ἐγώ γιὰ νἄβρω!

Ὅλα τ’ ἄπιε τὸ σκοτάδι,
ποὺ τὰ βρῆκε ἀργὰ τὸ βράδι

ἔξ’ ἀπὸ τὴν ἄσπρη χώρα,
νὰ τὰ δέρνει μαύρη μπόρα.

Καὶ τὸ δέντρο καὶ τὸ φύλλο,
καὶ τὸν ἄστεγο τὸ σκύλο!

ε΄.

Μέσ’ στὸ ἄγριο μεσονύχτι,
μιὰ φωνὴ δέν ἐκοιμήθη.

Ἀγρυπνάει καὶ πονάει,
μὲ τ’ ἀγέρι ποὺ γυρνάει.

Ἄ! τ’ ἀγέρι ποὺ γυρνάει,
τὶ καλὰ δὲν τοῦ ξυπνάει!

Ναί! τοῦ λέει πῶς θαρθοῦνε,
ὅλα ἐκεῖνα ποὺ μεθοῦνε — —

Κι’ ἔτσι πάει ἀλαφρωμένος,
ὁ διαβάτης ὁ θλιμμένος.

ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΔΡΙΒΑΣ