Σελίδα:Λόγια της πλώρης (1924).djvu/71

Από Βικιθήκη
Αυτή η σελίδα έχει εγκριθεί.
Τὸ βασιλόπουλο69

τοῦ λαοῦ ἴσως, ἴσως τοῦ γεροντομπασμένου βασιλιᾶ, θρῆνος γίνεται καὶ κράζει τὸ βασιλόπουλο:

— Καλέ μου καὶ χρυσέ μου, ἔλα καὶ πάρε τα. Ντύσου χλαμύδα τὸ σιδεροπουκάμισο· βάλε τὸ Στέμμα στεφάνι ἀγκαθερό· κράτει τὸ Σκῆπτρο κεντρὶ τοῦ ἔθνους σου· δέσποζε καὶ κυβέρνα. Κυβέρνα σὰν πατέρας καὶ σὰ βασιλιᾶς!…